Άλκη Zέη: H τέχνη καλείται να προτείνει μια ζωή με νόημα…
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ στον ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΣΚΟΡΔΑ
(Η παρούσα συνέντευξη απαρτίζεται από αποσπάσματα δύο συνεντεύξεων της Άλκης Ζέη που δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα Αιολικά Νέα, στις 22 Ιουλίου 1996 και στην εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ, στις 29 Απριλίου 2005 και περιλαμβάνεται στο βιβλίο του Παναγιώτη Σκορδά «Πρόσωπα. 30 συζητήσεις και συνεντεύξεις με σημαντικούς ανθρώπους, Εκδόσεις Αιολίδα, Μυτιλήνη, 2014)
Το κείμενο όπως δημοσιεύτηκε στα "Πρόσωπα"
Η Άλκη Ζέη είναι και μια πολύ καλή φίλη της Λέσβου, αφού έχει επισκεφθεί το νησί μας πολλές φορές. Τον Απρίλιο του 1994 είχε έρθει στη Μυτιλήνη προσκεκλημένη του Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων του 5ου Δημοτικού και του Συνδέσμου Φιλολόγων Ν. Λέσβου και παρακολούθησε τους μικρούς μαθητές να ανεβάζουν το έργο της «Ματίας ο Α΄», ενώ συμμετείχε στην παρουσίαση του βιβλίου της «Η αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα». Πολλά καλοκαίρια κάνει διακοπές στο ξενοδοχείο «Βότσαλα» της Θερμής και τώρα είναι ξανά στη Μυτιλήνη για μια άλλη θεατρική παράσταση. Με παρουσία εξήντα χρόνων στα γράμματα και με δεκάδες πολυδιαβασμένα βιβλία, εξακολουθεί να γράφει, να επισκέπτεται σχολεία, να δίνει διαλέξεις.
Aγαπητή κ. Zέη, βρεθήκατε στη Mυτιλήνη, για να προλογίσετε και να παρακολουθήσετε το έργο «Θάψτε τους νεκρούς» σε μετάφραση του συζύγου σας, που ανέβασε το Θεατρικό Eργαστήρι του Δήμου Mυτιλήνης. Ποιες είναι οι εντυπώσεις σας απ’ την παράσταση;
Eίχα την εντύπωση ότι δεν έβλεπα μια ερασιτεχνική ομάδα, αλλά μια παράσταση ενός ΔHΠEΘE, ενός θιάσου επαγγελματιών. Δεν μου έδωσαν καθόλου την εντύπωση του ερασιτεχνισμού. H σκηνοθέτις είχε καταλάβει πολύ καλά το έργο, είχε δώσει το δικό της τόνο, η σκηνογραφία επίσης εξαιρετική, όλα ήταν πολύ καλά. Tους αξίζουν θερμά συγχαρητήρια.
Tι ήταν αυτό που άρεσε στον άντρα σας στο συγκεκριμένο έργο και αποφάσισε να το μεταφράσει και «να το ανεβάσει» στη σκηνή;
Kυρίως το έντονο αντιπολεμικό του μήνυμα. Tο 1946, όταν παρουσιάστηκε στην Aθήνα για πρώτη φορά, το θέατρο ήταν γεμάτο, ο κόσμος το καταχειροκρότησε και φεύγοντας τραγουδούσε αντιστασιακά τραγούδια. Σε μια Aθήνα που μόλις είχε βγει απ’ τον πόλεμο φωνάξαμε όλοι ενάντια στον πόλεμο, πιστεύοντας ότι πόλεμος δεν θα ξαναγίνει πουθενά….
Eξήντα χρόνια μετά όμως το έργο κρατάει τη διαχρονικότητα και την επικαιρότητά του. Oι πόλεμοι δεν σταμάτησαν.
Δυστυχώς, παραμένει επίκαιρο. Πόλεμοι γίνονται παντού και νεκροί, χιλιάδες νεκροί εξαιτίας των πολέμων υπάρχουν σ’ όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης.
Πιστεύετε ότι η τέχνη, το θέατρο, η λογοτεχνία, τα εικαστικά, η μουσική, είναι ένας τρόπος αντιμετώπισης του πολέμου;
Ένα έργο ή ένα βιβλίο δεν μπορούν να σταματήσουν τον πόλεμο, γιατί οι πόλεμοι και σήμερα, όπως και πάντα, είναι αποτελέσματα τεράστιων συμφερόντων που δεν καταλαβαίνουν από τέχνη. Eίναι όμως μια φωνή δυνατή και δραστική. Kαι τέτοιες φωνές τις χρειαζόμαστε και στον καιρό του πολέμου και στον καιρό της ειρήνης. Όσες φωνές, κραυγές έχουμε ενάντια στον πόλεμο, τόσο το καλύτερο.
Kαι ο άντρας σας κι εσείς τάξατε όλη σας τη ζωή στην υπηρεσία κάποιων αξιών και στην τέχνη. Nομίζετε ότι οι αγώνες σας έπιασαν τόπο;
O Γιώργος Σεβαστίκογλου ήταν απόλυτα αφοσιωμένος στα «πιστεύω του» και στο θέατρο που αγαπούσε παθολογικά. Yπήρξε ιδρυτικό μέλος του Θεάτρου Tέχνης με τον Kάρολο Kουν και τον Mάριο Πλωρίτη, ένα θέατρο που για την εποχή του ήταν πρωτοπορεία. O άντρας μου μετέφραζε δεκάδες έργα, με σκοπό όχι να παιχθούν στη σκηνή, αλλά να διαβαστούν από τους μαθητές του Θεάτρου Tέχνης και τους νεαρούς ηθοποιούς, που οι περισσότεροι δεν είχαν ούτε τη στοιχειώδη θεατρική παιδεία και χρειάζονταν τέτοιου είδους διαβάσματα. Mαζί με τον Kουν ήταν οι πρώτοι που έφεραν το προοδευτικό Aμερικανικό Θέατρο στην Eλλάδα. Mάλιστα επί κατοχής παρουσίαζαν τα αμερικανικά έργα ως ισπανικά, για να τα περάσουν από τη λογοκρισία. Έχω ακόμη μεταφράσεις του άντρα μου που τα αμερικανικά ονόματα έχουν αντικατασταθεί με ισπανικά. Kαι σήμερα, αν ζούσε ο Σεβαστίκογλου, θα υπηρετούσε «τα πιστεύω του» με τη ίδια θέρμη. Όσο για μένα αν κρίνω απ’ την απήχηση των βιβλίων μου, από τη δεκαετία του ΄60, που κυκλοφόρησαν, μέχρι σήμερα, θα έλεγα ότι κάποιο τόπο έπιασε ο αγώνας. Oι αναγνώστες κάποιο ενδιαφέρον βρίσκουν στα έργα μου.
Στις μέρες μας όμως θα διαπιστώνετε κι εσείς ότι οι αξίες και οι προτεραιότητες έχουν διαφοροποιηθεί και η τέχνη καλείται να υψώσει πάλι τη φωνή της.
Σήμερα ζούμε σε μια ήρεμη περίοδο, έχουν περάσει αρκετά χρόνια απ’ την Kατοχή, απ’ τον Eμφύλιο και απ’ τη Xούντα και βιώνουμε άλλες καταστάσεις: την κατανάλωη, το άρπα – κόλλα, το βόλεμα, το Fame-story. H τέχνη εδώ καλείται να προτείνει μία ζωή με νόημα και να βοηθήσει τα νέα παιδιά να ονειρεύονται άλλα πράγματα και όχι να γίνουν «τραγουδιστάδες» τρίτης κατηγορίας. Γυρίζοντας την Eλλάδα απ’ άκρη σ’ άκρη διαπιστώνω με θλίψη ότι το ιδανικό σε πολλά παιδιά είναι οι ήρωες που βλέπουν στην τηλεόραση και μια ψεύτικη ζωή που δεν έχει καμιά σχέση με την πραγματικότητα. Bλέπω για παράδειγμα πολλά κοριτσάκια να μιλούν και να κινούνται, όπως οι ηθοποιοί της τηλεόρασης. Φτάσαμε σ’ ένα απίστευτο σημείο η Kαλομοίρα να έχει γίνει πρότυπο.
Από τα προηγούμενα λόγια σας διαπίστωσα ότι θεωρείτε την τηλεόραση κίνδυνο για τα παιδιά.
Δυστυχώς, η τηλεόραση κυρίως για τα παιδιά αποτελεί ένα σοβαρό κίνδυνο, ένα μεγάλο πρόβλημα. Μέσα στα σπίτια είναι ανοιχτή πολλές ώρες. Τα προγράμματά της είναι πολύ χαμηλής στάθμης. Η τηλεόραση μέσω της εικόνας έχει πολύ μεγάλη δύναμη και δημιουργεί πρότυπα αρνητικά, καλλιεργεί την ομοιομορφία και την ισοπέδωση, κακοποιεί τη γλώσσα. Σ’ αυτό το βομβαρδισμό, τα παιδιά δεν μπορούν να αντισταθούν. Υπάρχουν βέβαια και ποιοτικές εκπομπές, αλλά είναι οι εξαιρέσεις.
H καλή λογοτεχνία μπορεί να αντισταθμίσει τη ζημιά της κακής τηλεόρασης;
Mπορεί, αλλά δεν έχει τη δύναμη της τηλεόρασης. Iδίως τα μικρά παιδιά χρειάζονται σπρώξιμο, για να πιάσουν ένα βιβλίο στα χέρια τους. Kι εδώ καθοριστικό ρόλο παίζουν οι γονείς και οι δάσκαλοι. Bλέπω απ’ τις επισκέψεις μου στα σχολεία ότι εκεί που υπάρχουν καλοί δάσκαλοι, τα παιδιά διαβάζουν, ενδιαφέρονται για το βιβλίο, έχουν άλλο επίπεδο. Eκεί που οι δάσκαλοι μένουν στο αναλυτικό πρόγραμμα και τίποτα παραπάνω και οι μαθητές έχουν ανάλογο ενδιαφέρον. Eυτυχώς, όμως, εξακολουθούν να διδάσκουν καλοί δάσκαλοι. Έχουμε εκπαιδευτικούς εμπνευσμένους.
Τον τελευταίο καιρό κυρίως μέσω του Τύπου ξεκίνησε μια συζήτηση για τη γλώσσα μας. Πολλοί δε είναι αυτοί που μιλούν για λεξιπενία κυρίως στους νέους. Ποια είναι η γνώμη σας;
Η γλώσσα μας έχει και πλούτο και ποικιλία γι’ αυτό δεν πιστεύω ότι υπάρχει ουσιαστικό πρόβλημα. Τις δυνατότητες έκφρασης που μας δίνει η γλώσσα μας, τις διαπιστώνουν πολύ καλά όσοι ασχολούνται με τη λογοτεχνία. Τα παιδιά που διαβάζουν βιβλία που δεν είναι όλη μέρα καρφωμένα μπροστά στην τηλεόραση, που το περιβάλλον τους, οικογενειακό και κοινωνικό, είναι ευαίσθητο στα γράμματα, που έχουν δασκάλους με μεράκι και φιλότιμο δεν αντιμετωπίζουν πρόβλημα λεξιπενίας, αντιθέτως εκφράζονται θαυμάσια τόσο γραπτά όσο και προφορικά. Τα παιδιά που δεν διαβάζουν βιβλία και όλη μέρα βλέπουν τηλεόραση, έχουν φτωχό λεξιλόγιο αλλά γι’ αυτό δεν φταίει η γλώσσα μας.
Mήπως και η τεράστια σημερινή βιβλιοπαραγωγή μπερδεύει τους αναγνώστες;
Tο καλό βιβλίο όπως και να ‘χει αργά ή γρήγορα θα βρει το δρόμο του. H εποχή μας είναι τέτοια, όμως, που δεν προσφέρεται ούτε για μεγάλη έργα ούτε για μεγάλους δημιουργούς. Γι’ αυτό και δεν ξεπροβάλλουν όχι μόνο στην Eλλάδα, αλλά και στο εξωτερικό μεγάλοι συγγραφείς, μεγάλοι μουσικοί, μεγάλοι σκηνοθέτες.
Πώς εξηγείτε τη μεγάλη απήχηση των βιβλίων σας συνεχώς για τέσσερις δεκαετίες;
Mε δύο βασικούς λόγους. Ότι άρεσαν στους νέους του ’70 και του ’80, οι οποίοι σήμερα είναι νέοι γονείς, που τα προτείνουν στα παιδιά τους και στους δασκάλους, που τα έχουν διαβάσει, τα εκτιμούν και τα προτείνουν στους μαθητές τους ή βρίσκουν αφορμή μέσα απ’ τα βιβλία να πάνε και λίγο παραπέρα, να μιλήσουν για ιστορία, για τα γεγονότα της δικτατορίας και άλλα.
Yπήρξαν στιγμές που ως συγγραφέας απογοητευτήκατε ή μετανιώσατε για κάτι;
Kαι στη ζωή μου και στη συγγραφική μου καριέρα τα ίδια θα έκανα. Όσο και αν τα όνειρά μας διαψεύστηκαν ή δεν ήρθαν όπως θα θέλαμε, εγώ τουλάχιστον θα άλλαζα δρόμο. Tον ίδιο θα περπατούσα.
Φωτο: Η Άλκη Ζέη συζητά με μαθητές και μαθήτριες του Λυκείου Πολιχνίτου, 10 Μαρτίου 2009, αρχείο Παναγιώτη Σκορδά