Συμπληρώνεται σήμερα ένας χρόνος από το κλείσιμο της εμβληματικής για την Αγιάσο ταβέρνας του Κατσαμπού. Πέρσι τέτοια μέρα, ύστερα από πολλές δεκαετίες ζωής, το ονομαστό καφενείο, αρχικά τ’ Μπουλμπούλ’, αργότερα τ’ Καμαρού, και τέλος τ’ Κατσαμπού, κατέβαζε ρολά. Η καρδιά του έπαψε να χτυπά, έσβησε το καντήλι του. Εδώ κι ένα χρόνο μένει άψυχο κουφάρι, σβησμένο κάρβουνο στη γωνιά, όπου κάποτε φλόγιζε το κέφι των μερακλήδων και σπίθιζε το σκωπτικό πνεύμα των θαμώνων. Χάσαμε κι εμείς το στέκι μας και σκορπίσαμε στους τέσσερις ανέμους σαν τα πρόβατα που διώχτηκαν απ’ το μαντρί τους. Τώρα, μια ψυχοπλακωτική βουβαμάρα έχει απλωθεί στην Καρυά…
Ο αγαπητός μας κουμπάρος Γιάννης Δαγέλης (Κατσαμπός), που δούλευε σερβιτόρος στο καφενείο του παππού και της γιαγιάς μου, πήρε απ’ αυτούς τα ηνία του μαγαζιού, το ανακαίνισε και το μετέτρεψε σε ένα από τα πιο εκλεκτά φαγάδικα του νησιού μας. Πανάξιοι συμπαραστάτες του η σύζυγός του Σταυρίτσα και οι δίδυμες κόρες του Ανθή και η Στέλλα, που με τη σειρά τους, μετά την άγουρη αποδημία του Γιάννη, κράτησαν ψηλά τη σημαία της ποιότητας και της φήμης του. Μέχρι που ήρθε η ώρα να βαδίσουν σε άλλες ατραπούς της ζωής…
Αναμοχλεύοντας την αχλή του πανδαμάτορα χρόνου ανασύρω από τα αραχνιασμένα κατάστιχα της μνήμης μου κάποιες από τις πρώτες μου θύμησες στον οικογενειακό καφενέ. Τον παππού Παναγιώτη να ψήνει τον καφέ στη χόβολη, τη γιαγιά Άννα να ετοιμάζει τους μεζέδες, τον ολιγοζώητο θείο Δημήτρη (Πατούνα) να με κρατά αγκαλιά και να μου βάζει ν’ ακούω πλάκες στο τζου-μποξ, τα καρναβάλια να εμφανίζονται στην κατάμεστη από μιλιούνια κόσμου πλατεία του Σταθμού Αυτοκινήτων, τα τρικούβερτα γλέντια με τις μουσικές κομπανίες όπου ξεφάντωναν οι άνθρωποι και ξεχνούσαν για λίγο τα φαρμάκια της κερατοζωής, τα λουκούλλεια τσιμπούσια, τους χορούς και τα μεθύσια… Τα ανεπανάληπτα διονυσιακά γλέντια της Αποκριάς, όταν φρένιαζε η λαϊκή μούσα στήνοντας έναν αξεπέραστο αντικαρνάβαλο κι όπου το «τρίψιμο», ο εθνικός ύμνος των καρναβαλιστών, μας μεθούσε και μας μυούσε στις προαιώνιες μαγικές λατρευτικές τελετές των πανάρχαιων προγόνων… Αλλά η μνήμη ανακαλεί και τους παλιούς θαμώνες, πολλοί απ’ τους οποίους έφυγαν για το ανεπίστροφο ταξίδι… Ας είναι η σημερινή αναφορά μας ένα μνημόσυνο γι’ αυτούς που ξεπροβοδίστηκαν πριν από μας.