Του Στρατή Καραγιασσώτη
Μιά απ' τις φωτεινές μορφές που έχει να επιδείξει το λεσβιακό αγιολόγιο, της βυζαντινής περιόδου, είναι αδιαμφισβήτητα και ο Άγιος Γρηγόριος Άσσου. Πρόκειται για ξεχωριστή περίπτωση αγίου που από του θανάτου του (1150 ή 1185) μέχρι και σήμερα, εδώ και οκτώ αιώνες, τιμάτε με ευλάβεια και θερμές εκδηλώσεις απ' τον χριστιανικό κόσμο της Γέρας και των γύρω περιοχών. Η διαπίστωση αυτή επιβεβαιώνεται τόσο από την προφορική παράδοση της περιοχής όσο κι από γραπτές μαρτυρίες. Ήδη από το 1850 ο Σταυράκης Αναγνώστου σημείωνε: «Οι δε κάτοικοι της Ιεράς βεβαιώνουν, ότι απέθανεν ο άγιος εν τη Ιερά, όπου, εκ παραδόσεως, δείκνυται και ο τάφος αυτού μέχρι σήμερον, και πανήγυριν ετήσιον εκτελούσιν εις μνήμην του, συνερχόμενοι πανδημεί εκ των περιχώρων».
Ογδονταπέντε χρόνια μετά, ήτοι τον Ιούλιο του 1935, οι ανασκαφές που έγιναν στην ομώνυμη αγροτική περιοχή του Σκοπέλου, έφεραν στο φως τα ερείπια του μοναστηριού, που είχε κτίσει ο Άγιος Γρηγόριος, καθώς και τον τάφο με τα οστά του. Σύμφωνα, με την παράδοση, τον Άγιο Γρηγόριο τον τιμούσαν ακόμα και οι Τούρκοι της Γέρας, στην κατοχή των οποίων ήταν μέχρι το 1922 τα ελαιοκτήματα της περιοχής.
Γνωρίζοντας σε ποία θέση ήταν ο τάφος του Άγίου, άναβαν στο μέρος αυτό κανδήλα, τον αποκαλούσαν δε «σιτζάκ μπαμπά» - Θερμουργόν πατέρα.
Ποιός ήταν όμως ο Άγιος Γρηγόριος Άσσου και τι σχέση είχε με τη Γέρα; Όπως αναφέρεται στους βίους του που έχουν διασωθεί, (υπάρχουν δύο αρχαίοι ανέκδοτοι βίοι και δύο νεώτεροι δημοσιευμένοι), γεννήθηκε στις αρχές του 12ου αιώνα στο χωριό Ακόρνη της Γέρας, (σήμερα αγροτική περιοχή Κουρκούτα).Την εποχή εκείνη στο θρόνο του Βυζαντίου ήταν η δυναστεία των Κομνηνών. Σε ηλικία 14 χρονών στάλθηκε μαζί με άλλα παιδιά στην Κωνσταντινούπολη για σπουδές, κατά το ισχύον τότε προνόμιο για τη Λέσβο.
Εκεί εμαθήτευσε για τρία χρόνια κοντά στο φωτισμένο δάσκαλο Αγάθωνα, τον οποίο στη συνέχεια ακολούθησε στο μοναστήρι του στην Ανατολή. Έπειτα πήγε στην Παλαιστίνη να μελετήσει τον μοναχικό βίο, επισκεπτόμενος τα μοναστήρια και τα ιερά προσκυνήματα της περιοχής.
Ολοκληρώνοντας τις σπουδές του, περιεβλήθη το ιερατικό σχήμα, παίρνοντας το όνομα Γρηγόριος. Ύστερα από πολυετή παραμονή στην Παλαιστίνη επανήλθε κοντά στον δάσκαλό του Αγάθωνα, ακολουθώντας ασκητική ζωή. Όταν χήρεψε ο επισκοπικός θρόνος της Άσσου, το Πατριαρχείο επέλεξε τον Γρηγόριο για τη θέση αυτή. Χειροτονήθηκε στην Κωνσταντινούπολη από τον Μητροπολίτη Εφέσου και στάλθηκε με τιμές στην Άσσο (ευρίσκεται κοντά στην Τροία).
Η αρχιερατεία του ήταν υποδειγματική και στόχευε στη δημιουργία πρότυπης χριστιανικής πολιτείας. Η επιδίωξη του όμως αυτή τον έφερε σε αντίθεση με κατεστημένες νοοτροπίες και συμπεριφορές, που τον οδήγησαν υπόδικο ενώπιον του εκκλησιαστικού δικαστηρίου της Κωνσταντινουπόλεως, με σκηνοθετημένες κατηγορίες. Αθωώθηκε ωστόσο και επέστρεψε πάλι στην έδρα του, αλλά δεν έμεινε για πολύ εκεί. Συνηθισμένος στο μοναχικό βίο ήθελε τα τελευταία χρόνια της ζωής του να τα περάσει ασκητεύοντας.
Παραιτήθηκε από την ενεργό αρχιερατική δραστηριότητα και επέστρεψε στη γενέτειρα του τη Γέρα. Για μια περίοδο ασκήτεψε σε μια σπηλιά «εις το εν Ιερώ της Λέσβου όρος Πρίαντος» (σήμερα αποκαλείται «Μπριγιάνι»). Κατόπιν έκτισε ναό προς τιμήν της Θεοτόκου ο οποίος αποτέλεσε το καθολικό του μοναστηρίου που δημιούργησε εις «τόπον δύσβατον και αλσώδη και άγριον το λεγόμενον Μικρόν Λευκοπέδι» όπου και απέθανε.
Η εκκλησία, λίγα χρόνια μετά το θάνατό του, τον ανακήρυξε άγιο, γιατί είχε επιβληθεί στη συνείδηση του κόσμου ως πρότυπο χριστιανικής πίστης και ενάρετου βίου. Γιορτάζεται δε η μνήμη του κάθε χρόνο στις 10 Ιουλίου με λαμπρές πανηγυρικές εκδηλώσεις.
Ο βίος της μονής που έκτισε ο Γρηγόριος ήταν σύντομος. Ερημώθηκε γρήγορα, χωρίς να γνωρίζουμε τα ακριβή αίτια που την οδήγησαν στην εξέλιξη αυτή. Αναφέρεται πάντως σε πατριαρχικό έγγραφο του 1246, το οποίο σημειώνει ότι τα μοναστήρια του Αγίου Γρηγορίου και των Αριστών ανήκουν στην Επισκοπή της Γέρας.
Λεπτομερείς πληροφορίες για το σημείο ταφής του Αγίου μας δίνει ανέκδοτη βιογραφία του που βρίσκεται στη βιβλιοθήκη της μονής Μεγίστης Λαύρας στο Άγιον Όρος, καταχωρημένη σε κώδικα του 16ου αιώνα. Εκτιμάται, από μελετητές, ότι η βιογραφία αυτή πρέπει να γράφτηκε κατά τους βυζαντινούς χρόνους, που δεν απέχουν πολύ της εποχής που έζησε ο Άγιος.
Αναφέρει ότι ετάφει πλησίον της μονής, σε σημείο που ο ίδιος είχε υποδείξει. Την Τρίτη ημέρα από το θάνατό του ανέβλυσε νερό εκ του τάφου του, ώστε το σκήνωμα του «έπλει μέσον κουφιζόμενον υπό των υδάτων». Το γεγονός αυτό προκάλεσε την συρροήν «πλήθους ανθρώπων πανταχόθεν», αλλά και την εκταφή του σκηνώματος του Γρηγορίου, την απόθεση αυτού εντός «γλωσσοκόμου» και την εκ νέου ταφή του «εν τω Θυσιαστηρίω».
Φαίνεται ότι την εποχή που γράφτηκε ο βίος αυτός ήταν ορατό το λείψανο του Αγίου, ώστε ο βιογραφός να παρατηρεί ότι «οράται οστά και κόνις εν τάφω κείμενα πολλά δε θαύματα και ιάσεις επιτελούν».
Εις το αρχικό σημείο ταφής του Αγίου «ωκοδομήθη ύστερον και ναός επ' ονόματι του και εν τω μέσω του οποίου αναβλύζει ύδωρ ικανόν και γλυκύτατο και θεραπεύει πάσαν ασθένειαν εις τους μετά πίστεως προσερχόμενους». Πρόκειται για το εκκλησάκι που υπάρχρει και σήμερα εκεί. Κάτω από το δάπεδό του έχουν εντοπισθεί τα ίχνη της παλιάς πηγής.
Όπως προαναφέραμε οι ανασκαφές που έγιναν τον Ιούλιο του 1935 από τον Ευάγγελο Κλεόμβροτο, γραμματέα τότε της Μητρόπολης Μυτιλήνης και διευθυντή του περιοδικού «ΠΟΜΗΝ» (μετέπειτα Μητροπολίτη Μυτιλήνης Ιάκωβο), απεκάλυψαν το καθολικό της μονής και στη δεξιά πλευρά το νάρθηκα, σε διακεκριμένη θέση, τον τάφο με τα οστά του Αγίου.
Ο ναός αυτός είχε μήκος 9,80 μ. και πλάτος 7μ. Έφερε τρούλο στηριζόμενο σε δύο κολόνες και στους πεσσούς του βήματος. Ο εν λόγω τάφος αποδόθηκε στον κτήτορα της μονής, Άγιο Γρηγόριο, για δύο βασικούς λόγους:
1. Διότι κατά τη βυζαντινή εθιμοτυπία οι ιδρυταί των μονών ενταφιάζοντο εντός των ναών και συνήθως στο νάρθηκα.
2. Διότι ο Άγιος Γρηγόριος, όπως αναφέρουν οι γραπτές πηγές, αποθανών ετάφη από τους μοναχούς εντός του ναού. Την άποψη αυτή υποστήριξαν τότε με την επιστημονική τους γνώση και οι: Δ. Ευαγγελίδης, καθηγητής Βυζαντινής Τέχνης στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και Α. Ξυγγόπουλος, έφορος Βυζαντινών Αρχαιοτήτων.
Σε ανάμνηση αυτού του γεγονότος, της ανευρέσεως και μετακομιδής των ιερών λειψάνων του Άγίου Γρηγορίου Άσσου, με Πατριαρχική και Συνοδική απόφαση καθιερώθηκε την πρώτη Κυριακή μετά την 10η Νοεμβρίου, κάθε χρόνο, να γίνεται μεγάλη γιορτή στο Σκόπελο της Γέρας, όπου και φυλάσσονται. Γνώστες των εκκλησιαστικών πραγμάτων επισημαίνουν ότι παρά το ιδιαίτερο ενδιαφέρον που παρουσιάζει ο βίος του Αγίου δεν έτυχε μέχρι σήμερα ειδικής μελέτης.
ΠΗΓΕΣ
1. Ιάκωβου Κλεομβρότου Τα κατά την εύρεσιν και μετακομιδήν των ιερών λειψάνων του Οσίου Γρηγορίου Επισκόπου Άσσου.
2. Ιωάννη Φουντούλη Άγιος Γρηγόριος Άσσου (Γέρα αρ. Φύλλου 2)
3. Σταυράκη Αναγνώστου Η Λεσβιάς Ωδή
4. Μάκη Αξιώτη Στα χνάρια τα παλιά
5. Στρατή Κολαξιζέλη Θρύλος και Ιστορία της Αγιάσου
iera.gr