Οι τρελοί εθελοντές - Γράφει ο Ξενοφών Μαυραγάνης
Χρόνος ανάγνωσης :
3'Μετά από κάποια χρόνια ο λιμενοβραχίονας του Πλωμαριού φωτίστηκε. Δηλαδή στις υπάρχουσες υποδοχές μπήκαν λάμπες, οι φθαρμένοι στύλοι φωτισμού επισκευάσθηκαν ή αντικαταστάθηκαν. Με λίγα λόγια, μπορεί κανείς αυτή τη στιγμή να περπατήσει σ’ όλο το μήκος του και σε ασέληνες νύχτες, χωρίς να τον διαπερνά κάποιος φόβος.
Την ίδια σχεδόν χρονική στιγμή, ο βιολογικός καθαρισμός, αυτή η ανάπηρη εκ γενετής εγκατάσταση, με τα χιλιάδες προβλήματα, άρχισε να λειτουργεί, έχοντας καθημερινά άνθρωπο εντεταλμένο α την παρακολουθεί και να την συντηρεί.
Παράλληλα βελτιώθηκε αισθητά, το σύστημα συλλογής και αποκομιδής των σκουπιδιών, με την προσθήκη μάλιστα 30 κάδων που αντικατέστησαν φθαρμένους, χωρίς να πληρωθεί ούτε ένα λεπτό από τον καθ’ ύλην αρμόδιο γι αυτά, Δήμο Λέσβου.
Τα βλέπουμε, τουλάχιστον τα φώτα του λιμανιού είναι αρκετά ορατά, όλα αυτά οι Πλωμαρίτες και ελάχιστοι για να μην πω δυο τρεις διερωτώμαστε. Πώς έγιναν όλα αυτά;
Και πώς προγραμματίζονται κάποια άλλα. Όπως π.χ. η επισκευή της πλωτής προβλήτας στην περιοχή Μανιάτη κ.λπ.
Η απάντηση είναι απλή. Την ξέρουν όλοι, αλλά ελάχιστοι θέλουν να την παραδεχτούν γιατί χαλάει την πιάτσα.
Υπήρξε απλούστατα μια εθελοντική πρωτοβουλία, λίγων, ελάχιστων ανθρώπων, με εμπνευστή έναν Πλωμαρίτη, απ’ αυτούς που περιφρονητικά τους αποκαλούμε «Αθηναίους». Ο Γαβριήλ Χαλδέζος λοιπόν, που λόγω δουλειάς έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του εκτός Πλωμαρίου, είχε την ιδέα να βοηθήσει όπως μπορούσε τον τόπο του, κυνηγώντας στην κυριολεξία απλά πράγματα που όλοι τα βλέπαμε, αλλά αφήναμε στους άλλους να φροντίσουν γι αυτά. Με την γνωστή επωδό «το Πλωμάρι το έχουν εγκαταλείψει οι πάντες».
Κι αν αυτό εμπεριέχει μιαν αλήθεια, αποκρύπτει μιαν άλλη. Ότι οι Πλωμαρίτες δεν νοιάζονται για το χωριό τους. Την καλαισθησία του, την εμφάνισή του, την σωστή λειτουργία του. για το δικό τους καλό και για την δική τους οικονομική και πολιτιστική πρόοδο.
Τα φώτα λοιπόν του λιμανιού ανάβουν, ο βιολογικός λειτουργεί, κάδοι για τα απορρίμματα υπάρχουν. Και θα υπάρξουν και άλλα. Χάρη σε κάποιους, λίγους, που έβαλαν το «εμείς» πάνω από το «εγώ».
Στον αντίποδα αυτών των θετικών εξακολουθούμε να βλέπουμε κάποιους μαγαζάτορες, να καταλαμβάνουν δημόσιους χώρους, για να απλώνουν τα τραπεζοκαθίσματά τους, εις βάρος των πεζών και των περιπατητών. Ερώτημα. Πόσα παραπάνω κέρδισαν σε σχέση με τους άλλους που δεν το κάνουν αυτό. Βλέπουμε σε πλήρη τουριστική περίοδο-μην κλαίμε μετά πως ο τουρισμός μειώνεται- τα τροχοφόρα ιδιωτικά και επαγγελματικά να κυκλοφορούν ελεύθερα, για να μην πω ασύστολα, όλες τις ώρες, όταν σε άλλες περιοχές που θέλουν να αναπτύξουν τον τουρισμό τους, αυτή η κυκλοφορία είναι κομμένη με το μαχαίρι.
Βλέπουμε τα μέλη επαγγελματικής ομάδας, να στήνει το τραπέζι του στο μέσον την πλατείας και να απολαμβάνει τις παγωμένες μπύρες του, μη αντιλαμβανόμενη την, τουλάχιστον από αισθητική άποψη, ζημία που προκαλεί.
Βλέπουμε εμπορικά να καταλαμβάνουν κι αυτά δημόσιους χώρους και μάλιστα να στήνουν απαγορευτικά για να επεκτείνουν ακόμα περισσότερο τον ωφέλιμο χώρο τους. Και φυσικά την πατέντα αυτή μιμήθηκε και εφαρμόζει και μεγάλο σούπερ μάρκετ, που εγκαταστάθηκε πρόσφατα στο χωριό μας.
Βλέπουμε, βλέπουμε, βλέπουμε. Και δεν βλέπουμε, ούτε θέλουμε να συνδράμουμε αυτούς τους λίγους τρελούς και ελαφρόμυαλους, που προτάσσουν τον εθελοντισμό τους, για να κάνουν καλλίτερες τις συνθήκες λειτουργίας, ενός τόπου, που δεν έχει άλλο τρόπο να ζήσει, παρά την προσέλκυση επισκεπτών. Ελλήνων και ξένων.
Ξενοφών Ε. Μαυραγάνης