Αφιέρωμα: η ξυλογλυπτική στην Αγιάσο - Εργαστήριο Χ.Καμαρός
Χρόνος ανάγνωσης :
5'
Είναι γνωστό ότι η Λέσβος από πολλούς αιώνες κατέχει στον πνευματικό τομέα μια ξεχωριστή θέση και το χωριό Αγιάσος πρωτοπορεί.
Γνωστά είναι:
• το Αναγνωστήριο Αγιάσου, σύλλογος που ιδρύθηκε το 1894 επί Τουρκοκρατίας, με πλούσια πολιτιστική και θεατρική δράση,
• το ξεχωριστό Καρναβάλι της Αγιάσου με το διονυσιακό σατιρικό λόγο και
• οι κάθε λογής τεχνίτες της, που κατασκεύαζαν και κατασκευάζουν έργα ζηλευτά, κυρίως στην κεραμική και την ξυλογλυπτική.
Ένα από τα κυριότερα δείγματα λαϊκής τέχνης είναι η ξυλογλυπτική. Δε σημαίνει βέβαια ότι η Αγιάσος ήταν και είναι αποκλειστικός τόπος όπου αναπτύχθηκε η τέχνη της ξυλογλυπτικής. Όμως τα πάντα συνηγορούν ότι τα περισσότερα δείγματα ξυλόγλυπτων επίπλων που υπάρχουν και έχουν κατασκευασθεί στη Λέσβο, προέρχονται από την Αγιάσο.
Είναι πολύ φυσικό ένα είδος τέχνης να αναπτύσσεται σε τόπους όπου υπάρχει άφθονη πρώτη ύλη (καρυδιές, καστανιές), καθώς και καλοί τεχνίτες. Είναι γνωστό ότι οι γεροντότεροι σε όλη τη Λέσβο, όταν αναφέρονται στις παλιές ξυλόγλυπτες κασέλες, τις αναφέρουν σαν «αγιασώτικα σεντούκια».
Δύο πρέπει να είναι οι πηγές προέλευσης των ξυλογλυπτών της Αγιάσου.
• Οι σαγματοποιοί (κατασκευαστές σαμαριών για τα υποζύγια), που διακοσμούσαν τα σαμάρια με λίγα σκαλίσματα, αλλά κατασκεύαζαν και κάποιες κασέλες. Ο κ. Χαριλής Μπίνος σ’ ένα άρθρο του περιοδικού «Ζυγός» τού 1965, αναφέρει ότι οι πρώτες αυτές κασέλες που έχει εντοπίσει (και σώζονται), είναι από τα μέσα του 18ου αιώνα. Ο ίδιος αναφέρει ότι πρέπει να κατασκευάζονταν από σαγματοποιούς και το δικαιολογεί λέγοντας ότι ενώ έχουν πολύ προσεγμένες ξυλόγλυπτες παραστάσεις, είναι άκομψες, αγώνιαστες και αροκάνιστες και δε φαίνονται να έχουν γίνει από μάστορα.
• Οι μαθητάδες (τα τσιράκια) από τους Γιαννιώτες τεχνίτες που κατασκεύαζαν το τέμπλο του ναού της Παναγίας Αγιάσου (που κάηκε πριν ολοκληρωθεί, κατά τη μεγάλη πυρκαγιά τού 1812), οι οποίοι είχαν και καλύτερη τεχνική κατάρτιση.
Τα κυριότερα έπιπλα ενός αγιασώτικου νοικοκυριού ήταν οι κασέλες και οι καθρέπτες. Άλλοτε αυτά ήταν ίσια χωρίς σκαλίσματα, αλλά τις περισσότερες φορές ήταν σκαλισμένα. Απ’ αυτά υπάρχουν τα περισσότερα στοιχεία για τη μελέτη της ξυλογλυπτικής στην Αγιάσο. Μεγαλύτερη σημασία είχαν οι παραστάσεις και τα σχέδια που ήταν σκαλισμένα μόνο εμπρός.
Ο φυτικός διάκοσμος φαίνεται ότι έδινε περισσότερη έμπνευση στους λαϊκούς δημιουργούς. Όλες τις παραστάσεις ο ταγιαδόρος (σκαλιστής) τις βρίσκει από το χώρο όπου ζει και κινείται, και πολλές φορές τις εμπλουτίζει με δείγματα της φαντασίας του, προσθέτοντας μέσα στο φύλλωμα μιας γλάστρας π.χ. και πουλάκια. Άλλοτε προσθέτει στο σχέδιό του και προσόψεις εκκλησιών. Πολλοί φαίνεται ότι επηρεάστηκαν από τη βυζαντινή τεχνική και προσθέτουν έναν ή περισσότερους δικεφάλους μέσα στην παράσταση. Όλες σχεδόν είναι καλοδουλεμένες παραστάσεις και φαίνεται ότι ο τεχνίτης έδινε όλη την αγάπη του, το μεράκι του γι’ αυτό που έφτιαχνε.
Εξετάζοντας τεχνικά το σκάλισμα, βρίσκουμε ότι οι τεχνίτες αυτοί είχαν πολλών ειδών σκαρπέλα. Χαρακτηριστικό είναι ότι χρησιμοποιούσαν πολλών ειδών σγορμπίες (ημιστρόγγυλα σκαρπέλα), που φαίνονται καθαρά πάνω σε όλες τις παραστάσεις. Το σκάλισμά τους ήταν συνήθως ρηχό. Η παράσταση προβάλλει ανάγλυφη και τονίζεται χτυπώντας το φόντο με ένα εργαλείο ώστε να γίνει θαμπή η επιφάνεια (χτυπιέται άμμος δηλαδή). Το σχέδιο του σκαλίσματος παρουσιάζει συνήθως επίπεδη συμμετρία. Σε άλλες πάλι, ένα τμήμα του σχεδίου επαναλαμβάνεται, όμως το καθένα παρουσιάζει μικροδιαφορές από το άλλο, δείγμα τού ότι έχει δουλευτεί με το χέρι.
Ενώ όμως η κασέλα αντιπροσωπεύει τους πιο αυθόρμητους δημιουργούς, τους αυτοδίδακτους ταγιαδόρους και παρουσιάζει ατέλειες από κατασκευαστικής πλευράς, τα άλλα είδη επίπλων που βρίσκονται, παρουσιάζουν ότι είναι κατασκευασμένα από καλούς μαστόρους και καλούς ταγιαδόρους. Αυτοί οι μάστορες, που ήταν τα τσιράκια των κατασκευαστών του καμμένου τέμπλου του Ιερού Ναού της Παναγίας Αγιάσου, κατασκεύαζαν έπιπλα που δένουν απόλυτα με το χώρο. Τα σχέδια στο σκάλισμα είναι άλλοτε λιτά και απλά, και άλλοτε πλούσια και βαριά. Ορισμένες φορές αυτά τα είδη παρουσιάζουν φράγκικες επιρροές, όπως είναι οι κομότες, και άλλοτε δείχνουν ότι ο τόπος μας γειτονεύει με τη Μικρά Ασία. Αυτές οι επιρροές αφομοιώθηκαν από το λαϊκό τεχνίτη και έδωσαν δείγματα καινούργιων σχεδίων και γραμμών για το έπιπλο.
Η άνθηση της ξυλογλυπτικής τέχνης συνεχίστηκε μάλλον μέχρι τα μέσα ή τέλη του 19ου αιώνα. Η αρχή του 20ού αιώνα επεφύλασσε πολλά για τον τόπο. Η οικονομικά εύπορη Αγιάσος άρχισε να φθίνει. Αυτό που προσπαθούσε να κάνει κανείς, ήταν να επιζήσει. Λογικό ήταν, λοιπόν, και οι ταγιαδόροι να παρατήσουν τα σκαρπέλα τους. Οι μεγαλύτεροι άρχισαν να χάνονται ένας - ένας και οι νεώτεροι έμαθαν άλλες τέχνες.
Για τη σύγχρονη εποχή θα χρησιμοποιήσω τα γραφόμενα στον πρώτο τουριστικό οδηγό για την Αγιάσο (έκδοση του Συλλόγου Αγιασωτών της Αθήνας): «Στα μεταπολεμικά χρόνια, την τέχνη άσκησε από το 1950 και μετά ο Δημήτρης ο Καμαρός, που είχε παππού ξυλογλύπτη. Τα σκαλιστά του έγιναν γνωστά και ονομαστά όχι μόνο στο νησί, αλλά σ’ όλη την Ελλάδα και στο εξωτερικό.»
Από τις αρχές της δεκαετίας τού ’70, η στροφή του κόσμου στο κλασσικό έπιπλο έδωσε τη δυνατότητα για μια καινούργια ανάπτυξη του ξυλόγλυπτου επίπλου. Σήμερα κατασκευάζονται όλα τα είδη των επίπλων. Τα περισσότερα είναι αντιγραφές από έπιπλα παλιότερα, όμως, που στο καθένα δίνει τη σφραγίδα του ο δημιουργός. Παρ’ όλο που χρησιμοποιούνται σύγχρονα εργαλεία για τις δουλειές της επιπλοποιίας, τα ξυλόγλυπτα τμήματα εξακολουθούν να γίνονται με το χέρι χρησιμοποιώντας για εργαλεία τα σκαρπέλα.
Η βυζαντινή τέχνη, η τέχνη των Μικρασιατών, καθώς και η μελέτη των παλιών σχεδίων, δίνει στο λαϊκό καλλιτέχνη τη δυνατότητα να εμπλουτίσει τα σχέδιά του και να προκύψουν νέες φόρμες που ουδέποτε παρουσιάσθηκαν μ’ αυτούς τους συνδυασμούς παλιότερα. Έτσι βλέπουμε ότι τίποτα δεν αντιγράφεται, αλλά αφομοιώνεται για να παρουσιασθεί σε μια νέα μορφή, που δένει αρμονικά με όλο το έπιπλο.
Νέες τεχνικές (στην κατασκευή, στη βαφή και στο φινίρισμα) δείχνουν ότι η ξυλογλυπτική και η επιπλοποιία στην Αγιάσο είναι μια τέχνη ζωντανή, που εξελίσσεται συνεχώς και απευθύνεται ολοένα και σε περισσότερους.
Το εργαστήριο του Χ. Καμαρού
Από το 1947 ο Δημήτρης Καμαρός, που είχε προπάππου (πατήρ Χαράλαμπος Παπαχαραλάμπους) και παππού ξυλογλύπτη (Στυλιανός Σκανέλλης), πατέρα υλοτόμο (Χαράλαμπο Καμαρό) και αργότερα πεθερό μαραγκό (Γεώργιος Κοντός), στήνει ένα μικρό εργαστήριο και ασχολείται με την κατασκευή επίπλων, σε τμήματα των οποίων ενσωματώνει παραδοσιακά ξυλόγλυπτα σχέδια, ενώ ταυτόχρονα δημιουργεί τη δική του ξεχωριστή «γραφή». Η φήμη του ξεπερνά τα όρια του νησιού και τα έπιπλά του ταξιδεύουν σ’ όλη την Ελλάδα και το εξωτερικό, κάνοντας σχεδόν το γύρο του κόσμου. Στα χρόνια που πέρασαν, με τη βοήθεια των μαθητευόμενων συνεργατών του, η επιχείρηση κατάφερε να επεκτείνει τις δραστηριότητές της και να εκσυγχρονισθεί με τον ανάλογο μηχανολογικό εξοπλισμό, θέτοντας ως στόχο την καλύτερη δυνατή ποιότητα των παραγόμενων επίπλων και κυρίως τη διασφάλιση της αξίας του χειροποίητου.
Το 1996 ο ιδρυτής συνταξιοδοτείται και τη θέση του αναλαμβάνει ο γιος του, Χαράλαμπος Καμαρός, που από τα μαθητικά του κιόλας χρόνια απασχολείται με την τέχνη του πατέρα του. Τα τελευταία χρόνια, καθώς αποχωρούν και οι δύο συνεργάτες φθάνοντας στη συνταξιοδότησή τους, ο ίδιος με τη βοήθεια της οικογένειάς του και του πατέρα του, συνεχίζει να δημιουργεί παραδοσιακά χειροποίητα έπιπλα και αντικείμενα.
Η δραστηριότητα της επιχείρησης είναι μεγάλη. Κατασκευάζει:
• κάθε είδους παραδοσιακό έπιπλο για το σπίτι (κασέλες, κονσόλες, καθρέπτες, σαλόνια, τραπεζαρίες, κρεβατοκάμαρες, μπουφέδες, ντουλάπες, παραδοσιακές πόρτες κ.ά.), για το γραφείο (γραφεία, βιβλιοθήκες κ.ά.), για συνεδριακούς χώρους (καθίσματα, τραπέζια συνεδριάσεων)
• μικροαντικείμενα (μπιζουτιέρες, τάβλια, ρολόγια δαπέδου και τοίχου, θρησκευτικές εικόνες, σκαμνάκια κ.ά.)
• εκκλησιαστικά ξυλόγλυπτα, όπως τέμπλα, δεσποτικούς θρόνους, προσκυνητάρια, μανουάλια απορροφητικά, παγκάρια, στασίδια, λειψανοθήκες κ.ά.
Χρησιμοποιείται συνήθως ξύλο καρυδιάς, που παραδοσιακά δουλεύεται στον τόπο, καθώς επίσης και οξιάς, δρυός και φλαμουριού. Τα σχέδια για κάθε είδος επίπλου είναι πολλά και προέρχονται συνήθως από παλιά έπιπλα που υπάρχουν στο νησί. Υπάρχει η δυνατότητα προσαρμογής στις ιδιαίτερες απαιτήσεις των πελατών, γι’ αυτό και συνήθως κατασκευάζονται κατόπιν παραγγελίας. Σημαντική βαρύτητα και ιδιαίτερη προσοχή δίνεται σε παλιούς χώρους, ιδιαίτερα τους εκκλησιαστικούς, όπου το καινούργιο θα πρέπει να «παντρεύεται» αρμονικά με το παλιό έπιπλο.
info
Χ. ΚΑΜΑΡΟΣ & ΣΙΑ Ο.Ε.
ΑΓΙΑΣΟΣ ΛΕΣΒΟΥ
Τηλ. - Fax. +30 22520 22213