Τζέλη Χατζηδημητρίου: «Aντί να μισούν τους γυναικοκτόνους, μισούν τους queer»
Μια συζήτηση με τη σκηνοθέτρια και δημιουργό του βραβευμένου ντοκιμαντέρ «Λεσβία» που φωτίζει ένα σημαντικό κομμάτι της ιστορίας της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας.
Η Τζέλη Χατζηδημητρίου μας μίλησε για το πρώτο μεγάλου μήκους ντοκιμαντέρ της, που παίχτηκε με επιτυχία (sold out προβολές, ειδική μνεία στο τμήμα Mermaid, βραβείο ΕΚΚ) στο πρόσφατο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης και καταγράφει την πορείας της Ερεσού από τη δεκαετία του 1970 έως σήμερα, φωτίζοντας ένα σημαντικό κομμάτι της ΛΟΑΤΚΙ ιστορίας.
Ποιος ήταν ο κύριος λόγος που σας ώθησε να γυρίσετε τώρα το ντοκιμαντέρ «Λεσβία»;
Ηταν ένας συνδυασμός πραγμάτων. Αρχικά σπούδασα στην Ιταλία κινηματογράφο με ειδικότητα στη διεύθυνση φωτογραφίας. Οταν επέστρεψα στην Ελλάδα η συμπεριφορά στον χώρο δεν ήταν φιλική. Η λογική ήταν ότι δουλεύεις χωρίς να πληρώνεσαι σε διάφορες άλλες εργασίες που ήταν διαφορετικές από ό,τι σπούδασες, με την προοπτική να πλησιάσεις κάποια στιγμή στο αντικείμενό σου. Ολα αυτά με απομάκρυναν σταδιακά από την αρχική σκέψη να κάνω ένα φιλμ σαν αυτό, αλλά όταν οι συνθήκες το επέτρεψαν πήρα την απόφαση.
«Μετά την προβολή του φιλμ είχα μια τόσο ευχάριστη διάθεση και αισιοδοξία ότι ίσως τα πράγματα να καλυτερεύουν», λέει η Τζέλη Χατζηδημητρίου
Είναι αλήθεια ότι ασχοληθήκατε με το σινεμά λόγω του Αντονιόνι;
Ο Αντονιόνι ήταν όντως ο καταλύτης για να ασχοληθώ με τον κινηματογράφο. Τον πρωτοσυνάντησα σε ηλικία 22 ετών. Παρακολουθούσα μια σειρά σεμιναρίων με διάφορα αντικείμενα (λογοτεχνία, φωτογραφία κ.ά.). Στον τομέα των visual arts ήταν ο κριτικός και σύμβουλός μας. Θυμάμαι πόσο ήρεμος και ανοιχτός στα ζητήματα τεχνολογίας ήταν. Μας έλεγε να μη βάζουμε εμπόδια στον εαυτό μας και να σκεφτόμαστε μόνο αυτό που πραγματικά θέλουμε να δημιουργήσουμε. Και ο ίδιος ήταν ανοιχτός στις προκλήσεις και θυμάμαι πόσο έντονα είχε πειραματιστεί με το βίντεο όταν πρωτοεμφανίστηκε στο σινεμά. Ηταν μεγάλη έμπνευση να βλέπω τον Αντονιόνι, του οποίου τις ταινίες λάτρευα (αγαπημένο το «Ζαμπρίσκι Πόιντ»), να μας αναθέτει ένα βίντεο, το πρώτο στη ζωή μας.
Τι θέμα είχε εκείνο το φιλμ;
Οταν έπιασα τη βιντεοκάμερα το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα ήταν να καταγράψω ιστορίες γυναικών που φοιτούσαν μαζί μου. Ομως αντί να δείχνω τα πρόσωπά τους ή να φτιάχνω τα πορτρέτα τους επέλεξα να δείχνω τα χέρια τους όταν έλεγαν τις ιστορίες τους.
Κάτι που το κάνετε και στο φινάλε του «Λεσβία».
Ναι, όντως. Ξέρετε, δυσκολεύτηκα πολύ να αποφασίσω πώς θα κλείσω το φιλμ. Ενώ ήθελα να φτιάξω μια βαθιά ποιητική ταινία έπρεπε ταυτόχρονα να κρατήσω και το μέτρο, για να μην ξεφύγει από τον πρωταρχικό στόχο. Δηλαδή, θα έπρεπε να μην αποπροσανατολιστούν οι άνθρωποι και να καταλάβουν τι θέλαμε να πούμε. Κυρίως το φιλμ καταγράφει τη συναρπαστική ιστορία ενός τόπου αλλά και μιας ολόκληρης κοινότητας, της λεσβιακής στην Ερεσό, που αξίωσε συμπερίληψη και ίση μεταχείριση ακόμη κι όταν αυτά δεν ήταν αυτονόητα.
Στη Θεσσαλονίκη πώς υποδέχτηκαν το φιλμ;
Είχαμε δύο sold out στις προβολές του φεστιβάλ. Ισως να ακουστεί περίεργο αλλά ο κόσμος μετά το τέλος των προβολών έβγαινε από τις αίθουσες με χαμόγελα και καλή διάθεση –θυμάμαι ακόμη και τον Δημήτρη Παπαϊωάννου που βγαίνοντας από την αίθουσα είχε ένα πλατύ χαμόγελο– και για μένα αυτό ήταν το σημαντικότερο.
Αλλος ο κόσμος στα φεστιβάλ κι άλλος εκείνος που κυκλοφορεί μακριά από αυτά. Αναφέρομαι στα άθλια περιστατικά που συνέβησαν στην Αριστοτέλους.
Οταν πήγα μετά την προβολή στο ξενοδοχείο είχα μια τόσο ευχάριστη διάθεση και αισιοδοξία για τη ζωή, θεωρώντας ότι ίσως τα πράγματα να καλυτερεύουν. Λες ότι εδώ κάτι γίνεται, μπορεί και να κάναμε ένα βήμα. Οταν όμως την άλλη μέρα έμαθα γι’ αυτό που έγινε στα δύο queer παιδιά ένιωσα σαν να προσγειώθηκα απότομα σε ένα άλλο παράλληλο σύμπαν. Είναι φριχτό να συνειδητοποιείς ότι υπάρχει τόσο μίσος χωρίς λόγο. Αντί να μισούν τους καταχραστές, τους καταπατητές, τους διεφθαρμένους ή αυτούς που σκοτώνουν γυναίκες, κλέβουν, βιάζουν, μισούν εκείνους που απλώς αγαπούν άτομα του ίδιου φύλου.
Τελικά ποια είναι η πραγματική ζωή;
Πραγματική ζωή είναι αυτή που ζούμε και τα περιλαμβάνει όλα μέσα. Τις στιγμές που συναντιέσαι με ανθρώπους που σε καταλαβαίνουν ή σε αναγνωρίζουν. Αλλά κι εκείνες που σε βρίζουν στον δρόμο και φοβάσαι ακόμη και να περπατήσεις καθώς σε πιάνει ένας κόμπος στο στομάχι. Η πραγματική ζωή τα έχει όλα: λύπες, χαρές, εκπλήξεις.
Είναι η ταινία σας ένα γράμμα αγάπης για τη Λέσβο;
Φυσικά. Ξέρετε, παρότι έζησα πολλά χρόνια στο εξωτερικό, ποτέ δεν έφυγα από τη Λέσβο. Πάντα επέστρεφα εδώ κι όλα τα βιβλία που έγραψα στη Λέσβο αναφέρονται, όπως και το φιλμ.
Εχετε μαζέψει τρομερό υλικό στο φιλμ. Πόσο καιρό σας πήρε για να το συγκεντρώσετε;
«Το 2011 ξεκίνησα τις συνεντεύξεις, ενώ το μοντάζ μού πήρε τρία χρόνια. Παράλληλα συνέχιζα να τραβάω πλάνα ή να βρίσκω πρόσθετο αρχειακό υλικό. Κυριολεκτικά εγώ και η ταινία γίναμε ένα. Αποκτήσαμε μια οργανική σχέση καθώς μεγαλώναμε μαζί. Κάποια στιγμή συνειδητοποίησα ότι όπως μεταμορφώνεται η Ερεσός στην ταινία μέσα στην αλλαγή του χρόνου, έτσι άλλαζα κι εγώ. Οι αλλαγές στο νησί, αλλά και στη λεσβιακή κοινότητα της Ερεσού, ήταν αλλαγές που συνέβησαν και σε μένα»
πηγη: