Τα γλαστράκια της Βανθούλας
Της Τζώρτζιας Ρασβίτσου
Κάθε χρόνο τέτοια εποχή η Βανθούλα φτιάχνει τις γλάστρες στο μπαλκόνι της. Κατιφέδες και γεράνια, και φουτζέτες και πετούνιες. Κουρεύει προσεκτικά το ηρωικό γιασεμί, που άντεξε στο ξεροβόρι του χειμώνα, (η Βανθούλα δεν κλαδεύει, μόνο κουρεύει) για να «ξαναπετάξει» και φέτος. Και στο τέλος φτιάχνει και τα «γλαστράκια έκπληξη», δική της πατέντα. Άδειες γλάστρες με χώμα αφράτο, που περιμένουν το ανοιξιάτικό αεράκι να τους φέρει τους σπόρους της εποχής. Συνήθως βγαίνουν αγριόχορτα, που η Βανθούλα όμως τα αγαπά και τα ποτίζει όλο το καλοκαίρι. Κι αυτά έχουν το γούστο τους, κι αν τα περιποιείσαι, λουλουδίζουν κι ομορφαίνουν. Μια χρονιά βγήκαν δυό αγριελιές. Τις μεγάλωσε και τις έβαλε στην πίσω αυλή. Πέρισυ δυο κουκουναριές και δυο φοίνικες, που ακόμα μεγαλώνουν μέσα στα γλαστράκια τους. “Φαίνεται πως τα σποράκια πετούν αγκαλιά δυο – δυο”, σκέφτηκε η Βανθούλα.
Προχτές λοιπόν που φύσαγε, ήταν η χαρά της! Έβλεπε πίσω από το παράθυρο, τα κλαδιά από τα δέντρα της γειτονιάς να τραντάζονται και από μέσα της αναρωτιόταν τι σποράκια άραγε θα φέρει ο αέρας στα γλαστράκια της.
Την άλλη μέρα το πρωί τα πότισε και τα βόλεψε στο περβάζι στον ήλιο.
Όταν όμως γύρισε από τη δουλειά, είδε τα γλαστράκια άδεια το ένα μέσα στο άλλο σε μιαν άκρη του μπαλκονιού. Μπήκε στο σπίτι φουριόζα:
-Γιατί βρε άκαρδε μου χάλασες τα γλαστράκια;
–Μα, ήταν άδεια και τα … μάζεψα.
– Γεμάτα ήταν…
– Ωχ, συγνώμη, τι είχες βάλει;
– Τίποτα!
Μέσα σ’αυτό όμως το τίποτα βρισκόταν ο σπόρος της εποχής και η λαχτάρα για τα δώρα του καιρού…