Skip to main content
|

Έθιμα των Φώτων - Γράφει ο Παναγιώτης Μιχ. Κουτσκουδής

Καλαντιτές στη χιλιοτραγουδισμένη Μπουτζαλιά της Αγιάσου (Παραμονή Φώτων, 5/1/2008). Διακρίνονται από αριστερά οι μουσικοί Κώστας Ευρ. Ζαφειρίου (Καζίνο), Φραγκίσκος (Φραντζής) Ευστρ. Μπαγιέλης, Παναγιώτης Προκ. Σουσαμλής και Ευριπίδης Κων. Ζαφειρίου. Από το ιστορικό λεύκωμα «Αγιάσος: Ο Τόπος - Οι Άνθρωποι.» Φωτογραφίες Στρατής Τσουλέλλης. Κείμενα Βασίλης Κωμαΐτης. Δήμος Αγιάσου 2008.

SHARE

ΜΟΙΡΑΣΟΥ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟ

Χρόνος ανάγνωσης :
6'

Γράφει ο Παναγιώτης Μιχ. Κουτσκουδής

Τα λαϊκά έθιμα του δωδεκαημέρου εκφράζουν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο την έννοια του τέλους μιας εποχής και την αρχή μιας άλλης (τέλος παλιού χρόνου – ερχομός του νέου). Μπροστά σε μια καινούργια αρχή εκείνο που προσπαθούν να εξασφαλίσουν οι άνθρωποι είναι η ευτυχία τους. Για τον παλιό άνθρωπο ευτυχία ήταν η καλή σοδειά που θα τον απομάκρυνε από το φάσμα της πείνας, η καλή υγεία και η καλή καρδιά. Οι συμβολικές λέξεις και πράξεις που αποσκοπούν στο να εξασφαλίσουν για τον καθένα ξεχωριστά, αλλά και για την κοινότητα στο σύνολό της, την ευτυχία για τον καινούργιο χρόνο, ονομάζονται στη λαογραφική βιβλιογραφία «ευετηρικά έθιμα», δηλαδή έθιμα που θέλουν να εξασφαλίσουν την ευετηρία, την καλοχρονιά.

Στα ευετηρικά έθιμα που θέλουν να εξασφαλίσουν την ευτυχία και την καλοχρονιά ανήκουν και τα κάλαντα, που είναι ανάλογα μ’ αυτά που ακούγονταν την αρχαιότητα. Η λέξη κάλαντα προέρχεται από την αρχαία ρωμαϊκή calendae που σημαίνει πρωτομηνιά. Τα σημερινά κάλαντα δεν είναι λαϊκά. Έχουν λόγια καταγωγή, προσαρμόστηκαν όμως πάνω στα λαϊκά πρότυπα. Στα κάλαντα κυριαρχούν τα παινέματα και οι ευχές που απευθύνονται στο νοικοκύρη του σπιτιού. Σε μια παραλλαγή τους που τραγουδούσαν στην Αίγινα, αλλά θεωρείται ότι έλκει την καταγωγή της από το Αϊβαλί, γι’ αυτό και λέγεται «Αϊβαλιώτικα κάλαντα», ο Αϊ Βασίλης έχει τη μορφή του ζευγολάτη, ιδιότητα που μας παραπέμπει στο ρωμαϊκό θεό Saturnus, που ήταν θεός της σποράς στην πρώιμη ρωμαϊκή εποχή. Η γιορτή του (17-23 Δεκέμβρη) όριζε και το τέλος της φθινοπωρινής σποράς.

Τα Φώτα είναι η τελευταία από τις μεγάλες γιορτές του δωδεκαημέρου. Στις εκκλησιές γίνεται παραμονή κι ανήμερα ο μεγάλος αγιασμός. Ο κόσμος με τα μπουκάλια στο χέρι θα τρέξει να πάρει τον αγιασμό. Τον αγιασμό της παραμονής τον θέλει για τα σπίτια και για τα χωράφια. Τον αγιασμό της κυρίως μέρας τον πίνουνε, αφού νηστέψουνε όλη τη μέρα της παραμονής. Την παραμονή θα γυρίσει κι ο παπάς ένα–ένα τα σπίτια και θα τ’ αγιάσει. Σε όλα τα παραθαλάσσια μέρη τη μέρα των Θεοφανείων οι ιερείς πετάνε το σταυρό στη θάλασσα και οι κολυμβητές βουτάνε στα παγωμένα χειμωνιάτικα νερά και συναγωνίζονται ποιος θα τον πιάσει πρώτος.

Η παραμονή των Φώτων είναι και η μέρα για τα κάλαντα. Μ’ ένα καλάθι στο χέρι γυρνάνε από πόρτα σε πόρτα, λένε τα κάλαντα και περιμένουν το φιλοδώρημα, που είναι πορτοκάλια, μανταρίνια, σύκα, καρύδια, φ’νίτσια ή και λεφτά. Στο τέλος κάθεται η παρέα να μοιράσει εξίσου στα μέλη της ό,τι μάζεψε. Κάλαντα λέγανε και τα παλικάρια. Πήγαιναν στο σπίτι που έμενε η γιαβουκλού τους, για να την καλαντίσουν αλλά και για να ανταλλάξουν καμιά ματιά.

Στη φωτογραφία βλέπουμε μέλη και φίλους του Γυμναστικού Συλλόγου «Όλυμπος» Αγιάσου που κατέβηκαν στη Μυτιλήνη την παραμονή των Φώτων του 1961 (5-1-1961), για να πουν τα παραδοσιακά κάλαντα με σκοπό την οικονομική ενίσχυση του σωματείου (αρχείο Στρατή Παν. Τζίνη). Διακρίνονται, μεταξύ άλλων, από αριστερά: Αντώνης Μηνάς, Βασίλης Κολομόνδος, Ηλιάς (Λίτσα) Κολομόνδου-Ζαρίφη, Παναγιώτης Κουνής, Μυρσίνη Καμαρού-Κουτσκουδή, Μαριάνθη Κολομόνδου-Χατζηγιάννη, Γιάννης Χατζηγιάννης,  Γιαννούλα Καμαρού-Κολομόνδου, Μιχάλης Κουτσκουδής, Γιώργος Παπάνης, Παναγιώτης Ηλ. Γραμμέλης κ.ά.

Το έθιμο ξεκίνησε από την αρχαία Ελλάδα και τότε ονομαζόταν ειρεσιώνη. Η ειρεσιώνη ήταν το ευχετήριο άσμα που έψαλλαν τα παιδιά, περιφέροντας ένα κλαδί στολισμένο με καρπούς, κουλούρες, μικρά δώρα και στολίδια, κάτι το οποίο μπορούμε να θεωρήσουμε σαν προάγγελο του δικού μας χριστουγεννιάτικου δέντρου. Σήμερα, σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας, τα παιδιά που γυρίζουν στα σπίτια λέγοντας τα κάλαντα, αλλού κρατούν στα χέρια τους μήλο ή πορτοκάλι, αλλού χάρτινο καράβι ή αστέρι.

Τα παλαιότερα χρόνια στην Αγιάσο δεν έλεγαν κάλαντα τα Χριστούγεννα και την Πρωτοχρονιά, αλλά μόνο την παραμονή των Φώτων. Κι αυτό, γιατί κάποτε το φιρμάνι της ασυδοσίας για την απαλλαγή της εκκλησίας και των κατοίκων της Αγιάσου από την τουρκική φορολογία κλάπηκε από το ναό με εντολή της δημογεροντίας Μυτιλήνης. Τον αναλογούντα φόρο των Αγιασωτών πλήρωνε η Μυτιλήνη. Τότε κηρύχτηκε πένθος στην Αγιάσο, γι’ αυτό εκείνη τη χρονιά τα παιδιά δεν βγήκαν στα κάλαντα Χριστούγεννα και Πρωτοχρονιά. Με προσπάθειες της δημογεροντίας Αγιάσου βγήκε καινούριο φιρμάνι το οποίο έφτασε στο χωριό παραμονή Φώτων. Γι’ αυτό τα παιδιά βγήκαν εκείνη τη μέρα στα κάλαντα, κάτι που κράτησε για δεκαετίες.

Νωρίς το απόγευμα έβγαιναν να καλαντίσουν τα παιδιά. Επαινούσαν όλα τα μέλη της οικογένειας και οι νοικοκυρές τούς έδιναν σύκα, καρύδια, κάστανα και σπανίως χρήματα. Μετά τα παιδιά ήταν η ώρα των μεγάλων, οι οποίοι αφού νύχτωνε, έβγαιναν να κάνουν καντάδα στις αγαπημένες τους με τη συνοδεία μουσικής ή και απλά με το τραγούδι. Για καντάδα έβγαιναν και οι παντρεμένοι οι οποίοι τραγουδούσαν χωρίς τη συνοδεία μουσικής στις γυναίκες τους, οι οποίες με τη σειρά τους έβγαιναν και κερνούσαν τον άντρα τους με την παρέα του. Την παραμονή των Φώτων όλες οι κομπανίες του χωριού ήταν κλεισμένες για τις καντάδες. Η επιλογή του τραγουδιού γινόταν ανάλογα με τα χαρακτηριστικά της κοπέλας, αλλά και ανάλογα με την κατάσταση της σχέσης εκείνον τον καιρό. Άρχιζε το τραγούδι ο καλλίφωνος  της παρέας και ακολουθούσαν οι άλλοι.

Την ημέρα των Φώτων έφερναν από την εκκλησία αγιασμό τον οποίο φύλαγαν στο εικονοστάσι για όλο το χρόνο. Αφού νήστευαν, έπιναν τον αγιασμό της προηγούμενης χρονιάς την ημέρα των Φώτων και στη θέση του τοποθετούσαν τον καινούριο. Με τον αγιασμό ράντιζαν τις καλλιέργειες (ελιές, αμπέλια, περιβόλια) για να ευοδωθεί η σοδειά. Το ίδιο έκαναν και με τη στάχτη. Εκτός από τους ερωτευμένους, και το Αναγνωστήριο με την κομπανία του πήγαινε στα σπίτια των μελών του και τους τραγουδούσε. Τα μέλη με τη σειρά τους τούς κερνούσαν και τούς έδιναν και χρήματα.

Σήμερα τα κάλαντα συνεχίζουν να λέγονται από μικρά παιδιά κυρίως, με το τρίγωνο, το απόγευμα της παραμονής. Οι νοικοκυρές δεν τους δίνουν πλέον σύκα, καρύδια κτλ, αλλά χρήματα, τα οποία τα μοιράζονται στο τέλος. Τα κάλαντα των Φώτων έχουν χάσει πλέον την αίγλη τους, μα ευτυχώς βγαίνουν ακόμα κάποια παιδιά που λένε τα παραδοσιακά της Αγιάσου, αλλά με πολύ λιγότερους στίχους. Μουσικές κομπανίες γύριζαν την παραμονή των Φώτων μέσα στο χωριό, για να καλαντίσουν φίλους και γλεντζέδες, έναντι χρηματικού συνήθως δώρου. Τα τελευταία χρόνια, λόγω της οικονομικής κρίσης και της πανδημίας, δυστυχώς σταμάτησε αυτό το καλάντισμα. Τις τελευταίες δεκαετίες το Αναγνωστήριο με την ορχήστρα των Σαντουριών του εξορμά στη Μυτιλήνη και παίζει τα κάλαντα στις αρχές του τόπου.

Παιδιά στα παραδοσιακά κάλαντα (Δουκάκη Σίμου Χουτζαίου «Λεσβιακές Φωτοσκιές. Σ. Χουτζαίος 1873-1967», Μυτιλήνη 1982, σελ. 194, α/α 352).

Η θεία μου Ειρήνη Σιδερή-Κουτσκουδή καταγράφει τα παρακάτω κάλαντα που της είπε ο παππούς μου Παναγιώτης Προκ. Κουτσκουδής:

 

Καλησπερίζω το Θεό με όλο του τ’ ασκέρι

μαζί κι όλη τη γειτονιά και το δικό μου ταίρι.

Όταν κοιμάσαι, ξύπνησε, αν αγρυπνάς, κοιμήσου

δεν έχεις άλλον έρωτα και μένα συλλογίσου.

Κλαίω με δάκρυ και καημό και με πικρό αναστεναγμό

πως πάντα λιώνω και πονώ, για σε μικρό μελαχρινό.

Ω κοντολεμονούδα μου, που είναι ο κορμός σου;

Που ’ναι τα κλωναράκια σου, ζωσμένα στο λαιμό σου;

Το μπόι σου το μέτρησα μ’ ολόχρυση κορδέλα

όλο τον κόσμο γύρισα, δεν βρήκα σαν και σένα.

Πήρες το ρόδο απ’ τη ροδιά, τ’ ασπράδι από το χιόνι,

πήρες και το ματόφρυδο από το χελιδόνι.

-Καλήν εσπέραν άρχοντες σαν είναι ορισμός σας

με του Χριστού τη βάφτιση ήρθα στ’ αρχοντικό σας.

-Σ' τούτα τα σπίτια, που ’ρταμε τα αψηλοχτισμένα

να τραγουδήσουμε, παιδιά, όλοι αγαπημένα.

-Ξυπνήστε, δώστε ακρόαση σπιτονοικοκυραίοι,

που την τιμή σας φέρνομε όλοι μας ενωμένοι.

-Παρακαλώ σ', αφέντη μου, ξύπνησε την κυρά σου,

που είναι το καμάρι σου και η παρηγοριά σου.

-Ξύπνα, κυρά μου, κι άνοιξε τα μάτια σ' τα γραμμένα

γιατί δεν τα ’δωσ' ο Θεός να ’ναι πάντα κλεισμένα.

-Κυρά μ', υπομονετικιά, ωσάν της γης το χώμα,

που το πατά και δεν μιλά, σαν να μην έχει στόμα.

-Σήκω, κυρά μ', και άλλαξε να πας στην εκκλησιά σου

να προσκυνήσεις το Χριστό, να ζούνε τα παιδιά σου,

να ζήσει και ο άνδρας σου μαζί κι η αφεντιά σου.

-Είπαμε την κυρία μας, ας πούμε και τ' αφέντη.

-Είσαι αφέντης τίμιος κι έχεις μεγάλη χάρη

κι όλος ο κόσμος σ' αγαπά γιατί 'σαι παλικάρι.

-Τι να σου πω αφέντη μου, που είσαι τιμημένος

και περπατάς πάνω στη γη πάντοτε στολισμένος.

-Τρία παιδάκια έμορφα στο πλάι σας κοιμούνται

ο νους σας και ο λογισμός απάνω τους καθούνται.

Έχεις μιαν κόρη έμορφη, λουλούδι δεν της μοιάζει

έχει δυο φρύδια σα σπαθιά με το φεγγάρι μοιάζει.

Είναι κορίτσι νόστιμο είναι μαυροφρυδάτο

έχει ματάκια πλουμιστά, κορμάκι ντελικάτο.

Εσύ 'σαι κόρη μ' έμορφη σαν ήλιος σαν φεγγάρι

να σε χαρεί η μανούλα σου που σ' έχει ένα κλωνάρι.

Ένα κλωνί βασιλικό μέσα στο περιβόλι

σένα κοιτάζ' η μάνα σου κι όλο σε καμαρώνει.

-Είπαμε για την κόρη σας, ας πούμε για το γιο σας.

Εσένα πρέπει γιόκα μου δαμασκηνό τραπέζι

όταν ανθεί δαμασκηνιά ν' ανθεί και το τραπέζι.

Σου πρέπει και στη μέση σου μεταξωτό ζωνάρι

να το φορείς να χαίρεσαι, που είσαι παλικάρι.

Και πάλι ξαναπρέπει σου στ' άλογο καβαλάρης

να κυνηγάς τις όμορφες και κείνη που θα πάρεις.

Παρακαλώ τη μάνα σου μη σε παντρέψει ακόμα

και προξενιά θα φέρουμε από μεγάλη χώρα.

Πηγές:

  • Άλκη Κυριακίδου – Νέστορος. «Οι 12 μήνες. Τα λαογραφικά». Ζωγραφιές Χρόνη Μπότσογλου. Εκδόσεις Μάλλιαρης Παιδεία. Θεσσαλονίκη 1981.
  • Παναγιώτη Μιχ. Κουτσκουδή. Νάματα από τη βρυσομάνα της αγιασώτικης λαογραφικής παράδοσης. Εκδόσεις Παράγραφος. Αθήνα 2022.
  • Ειρήνη Σιδερή-Κουτσκουδή. «Στης Αγιάσου τις ανηφοριές. Τραγούδια». Εικονογράφηση: Θεολογία Γιανναρέλλη. Μυτιλήνη 2000.

 

 

SHARE

ΜΟΙΡΑΣΟΥ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟ

Διαβάστε επίσης
Άρθρα απο την ίδια κατηγορία