Skip to main content
|

Κούνιες: Το παιχνίδι της Άνοιξης του έρωτα και της υπαίθρου

Την Λαμπροτρίτη οι Καλλονιάτες πήγαιναν στο εκκλησάκι του Χριστού στο Μετόχι .

SHARE

ΜΟΙΡΑΣΟΥ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟ

Χρόνος ανάγνωσης :
7'
Λέξεις Κλειδιά :
Σταύρος ΒαλτάςΛαογραφία

Γράφει ο Σταύρος Βαλτάς

 

ΚΟΥΝΙΕΣ: ΤΟ ΠΑΙΓΝΙΔΙ ΤΗΣ ΑΝΟΙΞΗΣ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ & ΤΗΣ ΥΠΑΙΘΡΟΥ

Θέλω ν' ανέβω στα ψηλά, καλέ, θέλω ν' ανέβω στα ψηλά, καλέ  στ' άγιου Γιωργιού το δώμα, στ' άγιου Γιωργιού το δώμα                                                                 να κόψω δυο γαρίφαλα, να  πλέξου φρουκαλιούδα
να φροκαλώ τη θάλασσα, ν' αράζουν τα καΐκια.
Ένα καΐκι άραξε στου βασιλιά την πόρτα,
ο βασιλιάς δεν ήτανε μόν' τρεις βασιλοπούλες.
H μια κεντάει τον ουρανό κι η άλλη το φεγγάρι
κι απ' όλες η μικρότερη κεντάει το μαντηλάκι.
Kέντα το κόρη μ', κέντα το, του 'ρβωνιασ'τκού σ' μαντήλι
να βάλεις μέσα ζάχαρη και κόκκινη μαστίχα
να το πηγαίνεις στο σχολειό κι απ' το σχολειό στο σπίτι.
Kι αν δεν είν' πόρτα ανοιχτή, ρίχτ' απ' το παραθύρι,
να βγει ο γαμπρός με τ' άρματα κι η νύφη με τ' ασήμια,νά βγει κι ου συμπέθεροςμί τά χρυσά μαντήλια.   (Μυρσίνη Παπαδοπούλου Καλλονή Λέσβου)                                                         

Με μικρές  παραλαγές  τραγουδιώτανε στο Κεράμι και στο Σκουτάρο της Λέσβου όπου το κατέγραψε η Δόμνα Σαμίου από τη δεκάχρονη Φιλισία Βουρτζούμη και τη γιαγιά της, το 1975   

Στη Καλλονή, ανήμερα του Πάσχα, μετά τη Δεύτερη Ανάσταση κίναγαν μπουλούκια μπουλούκια γελαστές και χαρούμενες κοπέλες απ όλες τις γειτονιές του χωριού, με κατεύθυνση τον πλάτανο του Λουτρού.Καταπόδι μελισσολόι τα μικρά παιδιά με τραγούδι και φωνές. Παλικάρια δεκαοκτάχρονα , μεγαλύτερα και μικρότερα. Ακόμη και γυναίκες μεγάλες απ τις γύρω γειτονιές ερχόταν να απολαύσουν το θέαμα του εθίμου της κούνιας.Σκάλωναν μεγάλα και χοντρά σχοινιά στα δυνατά μπράτσα του πλάτανου, τα έδεναν στη βάση και περνούσαν ανάμεσα κάποιο σκαμνί μ ένα μαξιλάρι. Πάνω του καθόταν κάποια όμορφη κοπέλα και οι άλλες με δύναμη έπιαναν τα σχοινιά και την κουνούσαν με τη συνοδεία χαρούμενων τραγουδιών. Συνήθως άρχιζαν με το «Χριστός Ανέστη», όπως το καλούσε η μέρα . Ύστερα συνέχιζαν με διάφορα επίκαιρα τραγούδια. Ξεφωνητά ανάμεικτα από χαρά αλλά και από φόβο έβγαζαν οι κοπέλες σε κάθε κούνημα. Για μια στιγμή το σώμα βρισκόταν σχεδόν στη γη και την άλλη κρεμόταν αρκετά μέτρα πάνω απ την κοίτη του ποταμού. Τα παλικάρια σιγοντάριζαν κι αυτά το τραγούδι και πολλές φορές παίρναν την πρωτοβουλία για κανένα λιανοτράγουδο. Συνάμα πείραζαν τις κοπέλες με διφορούμενα πειράγματα ή «τσαντίσματα», όπως τα έλεγαν. Εκείνες κοκκίνιζαν από ντροπή ή και ευχαρίστηση. Το αεράκι έπερνε τη φούστα λίγο ψηλότερα κι αποκάλυπτε το πόδι τα γραμμένα. Στις κούνιες μπλεκόταν και πολλά ειδύλια που κάποτε είχαν και ευτυχή κατάληξη. Έτσι οι κούνιες ήταν καλοδεχούμενες φέρνανε τραγούδι και χαρά και συχνά άφηναν ωραίες ανανμήσεις. Τα σουξέ της εποχής ακουγόταν κατά κόρον και ανάμεσα στα πιο αγαπημένα ήταν το «Αστα τα μαλλάκια σου», «Της θάλασσας της έταξα μεταξωτές κορδέλες»,  «Θαλασσάκι μου» κι άλλα πολλά.

(Αγλαϊα Γκαγκανέλλη Καλλονή Λέσβου )

 

Το δρώμενο αυτό έχει άμεση σχέση με την «αιώρα» των Αθηναίων παρθένων κατά τη διάρκεια της εορτής των Ανθεστηρίων και θεωρείται κατάλοιπό τους . Πανάρχαιο παιχνίδι που στην αρχαία Ελλάδα το συναντούμε με την ονομασία αιώρα ή σειρά, στο Βυζάντιο ως αιώρα κρεμάστρα, ενώ σήμερα είναι γνωστό ως κούνια. Παιζόταν κυρίως από κορίτσια και μικρά αγόρια. Το παιχνίδι αυτό υποκρύπτει και εμπεριέχει έντονες θρησκευτικές αλληγορίες και από τους μύθους που το συνοδεύουν διαπιστώνουμε ότι όλη η ιστορία της είναι ταυτισμένη με τη διονυσιακή λατρεία και την αποδοχή της εκ μέρους των Αθηναίων.                                        

Στην αρχαιότητα μάλιστα η αιώρηση είχε καθαρτική λειτουργία που επιτυγχανόταν μέσω του αέρα. Το έθιμο μάλιστα της αιώρησης συνδεόταν με ένα μύθο που σχετιζόταν με τον Διόνυσο και έναν ήρωα τον Ικάριο,  καταγόμενο από τον  Δήμο της Αττικής Ικαρία (Διόνυσος).
Δεν πρόκειται δηλαδή για ένα απλό παιχνίδι ή ψυχαγωγία των ανθρώπων, αλλά για μια συνήθεια όχι σπάνια σε πολλές αγροτικές εορτές, που είχε αρχικά μαγικό μάλλον χαρακτήρα και αποσκοπούσε στην επίτευξη ευφορίας των καρπών και γονιμότητας των γυναικών.  Το δρώμενο,  που είχε στην αρχή μαγικό και ευχετικό χαρακτήρα, ήταν άρρηκτα συνδεδεμένο με την ανάγκη των ανθρώπων για γονιμότητα της γης και για προσωπική ευτυχία και ευμάρεια. Αυτό καταδεικνύεται από την εαρινή περίοδο τέλεσης του δρωμένου.

Χειμώνα δε φοβόμαστι

μήτι βουργιά κι χιόνια

καλώς τα πάλι τα πουλιά

καλώς τα χελιδόνια ( Καλλονή Λέσβου).


Ο μαγικός και ευχετικός χαρακτήρας του δρώμενου επιβεβαιώνεται και από τα τραγούδια που το συνόδευαν και είχαν συγκεκριμένο περιεχόμενο, ανάλογο πάντα με το πρόσωπο που αιωρείτο και τις κρυφές του επιθυμίες. Για την νέα ανύπαντρη κοπέλα και τον ελεύθερο νέο η ευχή μέσω του τραγουδιού ήταν να καλοπαντρευτούν, ενώ για τις νιόπαντρες να γυρίσει σύντομα ο καλός τους από τα ξένα .

Πάνω στην κούνια κάθουντι

τέσσιρα μαύρα μάτια

τέσσιρα χείλια κόκκινα

κι δυό κουρμιά δρουσάτα  (Αγία Παρασκευή Λέσβου).

Ο αρχικός όμως μαγικός χαρακτήρας αντικαταστάθηκε σταδιακά από την ανάγκη των ανθρώπων για κοινωνικότητα, αλλά και επίδειξη και το δρώμενο μετατράπηκε σε πανηγύρι. Οι κοπέλες, συνήθιζαν να βγαίνουν στις κούνιες ντυμένες με τα γιορτινά  τους, που καταδεικνύουν πόσο σημαντική ήταν γι' αυτές αυτή η μέρα, καθώς τους δινόταν η ευκαιρία να δουν από κοντά κάποιους νέους που ποθούσαν. Αν λάβουμε υπόψη μας την κοινωνική θέση της γυναίκας(19ος αιώνας μέχρι τα μέσα του 20ου) την εποχή εκείνη και τις ελάχιστες δημόσιες εμφανίσεις της, μπορούμε να καταλάβουμε τη σημασία αυτής της γιορτής για τις νέες κοπέλες που όλο το χρόνο ζούσαν κάτω από ένα καθεστώς κοινωνικών συμβάσεων και καθωσπρεπισμού . Άρα οι κούνιες ήταν συνδεδεμένες με ένα είδος ξεφαντώματος και γλεντιού, απελευθέρωσης αλλά και ευκαιρίας για νέες γνωριμίες και για άνθιση νέων πλατωνικών ερώτων, που στέκονταν αφορμή για τις προξενιές που θα ακολουθούσαν.


Γιατί κατά τη διάρκεια του δρωμένου συχνά τα κορίτσια άφηναν να φανεί κάποιο κρυφό χαμόγελο ή ένα γλυκό βλέμμα σε κάποιο συγκεκριμένο νεαρό. Έτσι, δικαιολογείται και το υπερβολικό στόλισμα των κοριτσιών.Στις κούνιες αιωρούνταν συνήθως νέοι και νέες, αλλά και οι νιόπαντροι και οι αρραβωνιασμένοι. Αυτοί οι τελευταίοι μάλιστα εύρισκαν έτσι μια ευκαιρία για να κυκλοφορήσουν μαζί δημόσια, αφού η συντηρητική κοινωνία εκείνων των χρόνων απαγόρευε την συνεύρεσή τους πριν το γάμο .Η αιώρηση συνοδευόταν συχνά από μελωδικά τραγούδια, τα τραγούδια της κούνιας. Συχνά το δρώμενο έπαιρνε κωμικό και σατυρικό χαρακτήρα και τα στιχάκια που ακούγονταν διακωμωδούσαν τον αιωρούμενο, ιδιαίτερα αν αυτό το άτομο ήταν μεγάλης ηλικίας στην οποία δεν ταίριαζαν τέτοιες διασκεδάσεις.

Μέσα στην κούνιαν έκατσες,

σαν την περιπλοκάδα!

Τσι περιλέκεις τα βουνά,

τσι βγάζιν πρασινάδα   (Πέτρα και Σκουτάρος Λέσβου)

Το Πάσχα συνηθίζουνε να φτιάχνουν κούνιες με σκοινιά που δένουν ψηλά στα κλαριά των δέντρων.(Κατά προτίμηση στα πλατάνια).  Παλιά, οι νέοι έφτιαχναν μια κούνια σε κάθε γειτονιά και κουνούσαν όλους όσοι κάθονταν και περίμεναν στη σειρά τραγουδώντας τραγούδια «της κούνιας». Κατά αφήγηση της Καλλονιάτισσας Μυρσίνης Παπαδοπούλου δημοσιευμένη στο βιβλίο του Χρήστου Τραγέλλη  Τα λαογραφικά της Καλλονής Λέσβου (Αθήνα 1982, σελ. 127): «Ξώλαμπρα κάναμι κούνις, τσ' οὕλις οἱ κοπέλις τ' μαχαλαδιοῦ μπαίναμι στ' κούνια μί τ' σειρά τσί λέγαμι λουγιώ-λουγιώ τραγούδια»  Tο παιχνίδι αυτό, ιδιαίτερα αγαπητό στα παιδιά, κράταγε ως της Αναλήψεως. Τη  Λαμπροδευτέρα οι Δαφιώτες πήγαιναν έξω απ το χωριό στη περιοχή «Πλατανέλια» όπου έφτιαχναν κούνιες.             

                                                                                                                            

Την Λαμπροτρίτη οι Καλλονιάτες  πήγαιναν στο εκκλησάκι του Χριστού στο Μετόχι και αναβίωναν το έθιμο της κούνιας, ενώ από την κοσμοσυρροή έπρεπε να περιμένεις ώρες ώσπου να έρθει η σειρά σου να ανέβεις.                                                                                                     

    "Στο λατρευτικό τόξο του Παρθένη, στο Μετόχι των Αγίων Αναργύρων, όπου δίπλα του βρίσκεται το παλιό εξωκκλήσι της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Χριστού του 16ου αιώνος.  Εκεί πηγαίναμε πιτσιρικάδες κάθε Λαμπροτρίτη για το έθιμο της «Κούνιας» και συναγωνιζόμασταν ποιος θα πετάξει ψηλότερα τις Καλλοναίες. Ο κόσμος πηγαίνει ακόμα στο παλιό Μετόχι, στον «Χριστό» και τραγουδά τον «Βασιλιά»: Θέλω ν' ανέβω στα ψηλά, καλέ... (Από το κείμενο του Αριστείδη Κυριαζή στο Λεσβιακό Ημερολόγιο 2012, "Η Αχερώνη του Αχερώνα και οι Καλληνείς των Καλλιστείων").                                                                     

Όταν έφτανε η ώρα και έκριναν ότι αρκετά είχε κουνηθεί το κορίτσι της κούνιας, δίνοντας μια γερή σπρωξιά την τελευταία τραγουδούσαν.

Μιαν αψλή, μια χαμλή,

ώσπου να φτάσει στο τσαρσί.

Το τσαρσί το λεν κρουστάλι,

έβγα συ να μπει και άλλη.

Μια κουλούρα με τ' αυγό,

έβγα συ να μπώκι εγώ   (Αγλαϊα Γκαγκανέλλη Καλλονή Λέσβου )

...Τού γυαλί τού λέν' κρουστάλι

Έβγα σύ νά μπει τσ' η γιάλ'.

Μιά αψ'λή, μιά κουντή...

Τσι τότι κατιβαίναμι απ' τ' κούνια. ( Μυρσίνη Παπαδοπούλου Καλλονή Λέσβου)   

Οι κούνιες, η τελετουργική αιώρηση στο πλαίσιο αγροτικών(εαρινών) γιορτών, είναι συνήθεια διαδεδομένη σε πολλούς πολιτισμούς από αρχαιότατους χρόνους.                          

Ο λαός μας την έχει συνδέσει με την γιορτή του Αγίου Γεωργίου,  επειδή εορτάζεται μετά το Πάσχα και πιστεύει ότι με την τέλεση του εθίμου αυτού θα εξασφαλίσει την υγεία, την ευκαρπία και την ευφορία.  

Το δέντρο σύγκορμο θα κουνήσει τη γη κι εκείνη θα ακούσει και θα δώσει στον λικνιζόμενο ό,τι ζητήσει. Ίσως ακόμα και με το λίκνισμα της κούνιας θα προκληθούν και ευεργετικοί για τη γεωργία άνεμοι... !   

SHARE

ΜΟΙΡΑΣΟΥ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟ

Διαβάστε επίσης
Άρθρα απο την ίδια κατηγορία
Όλες οι προσεχείς εκδηλώσεις