Το «Πάσχα» των αρχαίων Ελλήνων: Τα Αδών(ε)ια Μυστήρια
Γράφει ο Παναγιώτης Μιχ. Κουτσκουδής
Είναι νομοτέλεια η διαλεκτικότητα της ζωής μας, η εμφάνιση αντίθετων καταστάσεων μέσα στον αδιάκοπο ρου της ιστορίας. Ακμή - παρακμή, άνθηση – μαρασμός, γέννηση – θάνατος… Μέσα από το ένα ξεπηδά το άλλο. Μέσα από την ατέρμονη διαδοχή των αντιθέτων προχωρά η εξέλιξη. Καμιά μορφή ζωής δεν είναι αθάνατη. Καμιά κατάσταση δεν είναι μόνιμη. Κανένα δημιούργημα δεν αποφεύγει τη φθορά του πανδαμάτορα χρόνου. Απλά, τα διάφορα πράγματα έχουν διαφορετικά όρια ζωής. Φεύγει το παλιό, για να ’ρθει το καινούργιο. Μέχρι να παλιώσει κι αυτό και να δώσει τη θέση του στο νεότερο. Πάσχα, Ανάσταση, Λαμπρή… Όποια ονομασία κι αν δώσει κανείς στην κορυφαία γιορτή του χριστιανικού κόσμου, ο συμβολισμός της είναι πάντα ο ίδιος: η νίκη της ζωής πάνω στο θάνατο. Η Σταύρωση εγκυμονεί την Ανάσταση, ο θάνατος (του παλιού) φέρνει τη (νέα) ζωή, το πένθος δίνει τη θέση του στη χαρά… «Ο θεός πεθαίνει, κηδεύεται μέσα στην οργιαστική ανθοφορία της φύσης, θάβεται κάτω από σωρούς λουλουδιών, ενώ ο κόσμος ξαναγεννιέται. Θάνατος γονιμοποιός!» γράφει η λαογράφος Μιράντα Τερζοπούλου.
Οι σχετικές αρχέγονες τελετουργίες αποτυπώθηκαν στις μυθολογίες όλων των λαών και βασίζονται στην έννοια της «Ανάστασης», ως απόπειρας ερμηνείας των επαναλαμβανόμενων κύκλων της φύσης και της ζωής. Με τις σχετικές τελετουργίες ο άνθρωπος γιόρταζε την αναγέννηση της γης την άνοιξη, υμνούσε το φως του ήλιου και εξέφραζε την ανάγκη καλυτέρευσης της ζωής του. Τα έθιμα αυτά έχουν χαρακτήρα αφενός γονιμικό (προσπαθούν με μαγικό τρόπο να ενισχύσουν τη γονιμότητα της γης και να εξασφαλίσουν την καλή σοδειά) και αφετέρου αποτρεπτικό (προσπαθούν με μαγικό τρόπο να διώξουν τους κινδύνους που απειλούν τη βλάστηση αυτή την εποχή).
Τα χριστιανικά θρησκευτικά δρώμενα του εορτασμού του Πάσχα από την Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία μοιάζουν σε μεγάλο βαθμό στις τελετουργικές πρακτικές των αρχαίων ελληνικών παραδόσεων και ιδιαίτερα στη γιορτή των Αδωνίων.

Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, κάποια στιγμή ο θεός Άρης έστειλε έναν αγριόχοιρο που κατάφερε θανατερό πλήγμα στην ηβική χώρα του πανέμορφου Άδωνη. Η θεά Αφροδίτη άκουσε τον γοερό βόγγο του αγαπημένου της και έπεσε επάνω του θρηνώντας για τον χαμό του. Αμέσως μετά παραίνεσε τους ανθρώπους να καθιερώσουν γιορτή προς τιμή του εραστή της, σε αιώνια ανάμνηση του δικού της θρήνου, και καθώς περιέρραινε το σώμα του με νέκταρ κατήλθε από τον ουρανό λευκό σύννεφο και ο Άδωνης αναλήφθηκε με αυτό στα ουράνια δώματα των αθανάτων…
Τα Αδών(ε)ια ή Αδώνια μυστήρια ήταν ετήσια γιορτή σε ανάμνηση του θανάτου και της ανάστασης του Άδωνη σε όλες σχεδόν τις πόλεις της Αρχαίας Ελλάδας. Ο θάνατος και η ανάσταση του Άδωνη είχε σχέση με τον ετήσιο κύκλο της βλάστησης και της καρποφορίας. Κρατούσαν συνήθως δυο μέρες, αλλά δεν γιορτάζονταν παντού την ίδια εποχή του έτους.
Οι πρώτες ημέρες της γιορτής (αφανισμός) ήταν πένθιμες. Οι γυναίκες, που μόνο αυτές έπαιρναν μέρος στη γιορτή, είχαν την επιμέλεια της κηδείας του θεού και θρηνούσαν το χαμό του. Μετά με λυμένα μαλλιά και γυμνόστηθες γυρνούσαν στους δρόμους περιφέροντας κέρινα και πήλινα ομοιώματα του θεού και έψελναν πένθιμους ύμνους με τη συνοδεία αυλού (γίγγρα). Το πρωί της επόμενης μέρας πετούσαν ομοιώματα του θεού σε πηγές ή σε ποτάμια. Μετά την πάροδο των πένθιμων ημερών οι πιστοί γιόρταζαν με οργιαστική χαρά την ανάστασή του (εύρεσις) με χορούς και πλούσια γεύματα.
Στα αθηναϊκά Αδώνια, οι γυναίκες θρηνούσαν μπροστά σε δύο νεκροκρέβατα που ήταν τοποθετημένα στις εισόδους των σπιτιών. Πάνω στα νεκροκρέβατα έβαζαν ξύλινα ομοιώματα του Άδωνη και της Αφροδίτης. Γύρω από τα ειδώλια τοποθετούσαν τους "κήπους του Άδωνη" (Ἀδώνιδος κῆποι), δηλαδή γλάστρες με φυτά που αναπτύσσονταν γρήγορα, τα οποία αργότερα τοποθετούσαν πάνω στις στέγες των σπιτιών για να μεγαλώσουν γρήγορα με τη βοήθεια του ήλιου. Η ανάπτυξη των φυτών αποτελούσε σημάδι της ανάστασης του θεού. Κοντά στον επιτάφιο (νεκροκρέβατο) τοποθετούσαν κούκλες που παρίσταναν έρωτες και πουλιά και δίπλα στο ομοίωμα του Άδωνη άφηναν πλακούντες και γλυκίσματα. Η γιορτή τέλειωνε με θυσίες αγριόχοιρων.

Κατά την διάρκεια της Άνοιξης και πιο συγκεκριμένα της εαρινής ισημερίας (21 Μαρτίου), όπου και τελούνταν αυτές οι εορτές, ο ήλιος ανέρχεται σταδιακά από το νότιο ημισφαίριο της γης που κυριαρχεί το ψύχος και το σκοτάδι, κατάσταση παρόμοια με το σκότος του Άδη και μετέρχεται προς την επικράτηση του φωτός και της θερμότητας. Η αναγέννηση της φύσης σηματοδοτεί και την αντίστοιχη αναγέννηση της ανθρώπινης πνευματικότητας.
Οι Πατέρες της Εκκλησίας καταδίκαζαν ήδη από την πρώιμη χριστιανική περίοδο τα αρχαία ταφικά τελετουργικά δρώμενα, όπως για παράδειγμα το θρήνο, την περιφορά του νεκρού, ακόμη και τα μνημόσυνα που σήμερα θεωρούμε δεδομένο ότι αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της χριστιανικής πίστης. Δεν αντιμάχονταν βέβαια τόσο τα ίδια τα έθιμα, όσο την παγανιστική τους καταγωγή, αφού η τήρηση των εθίμων αυτών είχε ως αποτέλεσμα να διατηρούνται εν ισχύ τα τελετουργικά της ελληνικής θρησκείας. Με το πέρασμα των αιώνων η προσήλωση του ελληνικού λαού στα έθιμα αυτά ήταν ακλόνητη, γεγονός που εξανάγκασε τους Πατέρες της Εκκλησίας να τα εγκολπώσουν τελικά στην χριστιανική πίστη.


Πηγές:
Άλκη Κυριακίδου-Νέστορος «Οι 12 μήνες. Τα λαογραφικά». Ζωγραφιές Χρόνη Μπότσογλου. Εκδόσεις Μάλλιαρης Παιδεία. 1982.
Παναγιώτη Μιχ. Κουτσκουδή «Νάματα από την αστείρευτη βρυσομάνα της αγιασώτικης λαογραφικής παράδοσης». Εκδόσεις «παράγραφος». Αθήνα 2022