Επιθανάτιος ρόγχος για το ιστορικό κτίριο Στεφάνου Βρανίδου στην Αγιάσο
Γράφει ο Παναγιώτης Μιχ. Κουτσκουδής
Ο περίπατος στην ανοιξιάτικη φύση της Αγιάσου σε αναζωογονεί, καθώς η πλάση τέτοια εποχή θαυματουργεί. Η ζωή ξεπηδά μέσα από το θάνατο και όλα ανασταίνονται μέσα σε μελίσματα και μοσχοβολιές.
Η ομορφιά της αναγεννημένης φύσης μαγαρίστηκε όμως από τις θλιβερές εικόνες μιας πρόσφατης καταστροφής! Ένας κόμπος σφίγγει την καρδιά σου αντικρίζοντας το αναπάντεχο θέαμα. Η στέγη του ιστορικού κτιρίου του κληροδοτήματος Στεφάνου Βρανίδου που πύργωνε το μπόι του στο Φολίδι, πίσω από τον ξακουστό Κήπο της Παναγίας, κατέρρευσε! Το υπέροχο αυτό αρχιτεκτόνημα, θύμα της πολύχρονης ανθρώπινης εγκατάλειψης και του πανδαμάτορα χρόνου, κατάντησε θλιβερό απολειφάδι. Μέσα στα τέσσερα πετρόχτιστα ντουβάρια του σωριάστηκαν τα συντρίμμια μιας μακρόχρονης ιστορίας και κοινωνικής προσφοράς. Ακόμα και η σωκρατική ρήση «Λίθοι και πλίνθοι και ξύλα και κέραμοι ατάκτως ερριμμένα» ωχριά μπροστά στην εικόνα της απίστευτης τραγωδίας.
Αισθάνομαι την ανάγκη να γράψω λίγα λόγια για την ιστορία αυτού του κτιρίου, ακριβώς όπως νιώθω την εσωτερική ανάγκη να αποχαιρετήσω με μια νεκρολογία έναν αγαπημένο ή σημαίνοντα άνθρωπο που φεύγει απ’ τη ζωή.
Ο ευεργέτης-δωρητής Στέφανος Βρανίδης γεννήθηκε στην Αγιάσο το 1859. Ο πατέρας του Βασίλειος Βράνης (1817-1882), γνωστός και ως Βρανίδης ή Βρανιάδης, ήταν δάσκαλος, ο πρώτος ιστοριογράφος της Αγιάσου, συγγραφέας διδακτικών – σχολικών βιβλίων, πρόδρομος της νεοελληνικής ηθογραφίας. Ο Στέφανος από νωρίς ασχολήθηκε με τα κοινά. Για περισσότερα από 40 χρόνια υπηρέτησε την Αγιάσο, άλλοτε ως Γραμματέας και ως μέλος της Δημογεροντίας και άλλοτε ως Γραμματέας της Εκκλησίας. Διατέλεσε και Έφορος των Σχολείων Αγιάσου. Πέθανε στις 22 Αυγούστου 1938 στη γενέτειρά του και άφησε το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του στο Ιερό Προσκύνημα της Παναγίας για τον εξωραϊσμό του παρεκκλησίου της Ζωοδόχου Πηγής και του περιβάλλοντος χώρου του. Ανακηρύχτηκε Μέγας Ευεργέτης από την Επιτροπεία του Προσκυνήματος. Ένα μέρος της περιουσίας του άφησε και στο Γηροκομείο Αγιάσου. Παραχώρησε και την μεγάλη οικοδομή του, που βρισκόταν δίπλα από το καφενείο του Κήπου Παναγίας, για να χρησιμοποιηθεί ως αίθουσα θεάτρου!
Από την παραχώρησή του και μέχρι το 1975 εκεί ανέβαιναν οι θεατρικές παραστάσεις του Αναγνωστηρίου, των Σχολείων και του Γυμναστικού Συλλόγου «Όλυμπος».
Το κτίριο αυτό χρησιμοποιήθηκε και ως κινηματογράφος. Την πρώτη επιχείρηση κινηματογράφου στην Αγιάσο την ίδρυσε ο ακάματος πρωτεργάτης της κοινωνικής προσφοράς Στρατής Π. Τζίνης και επί 27 χρόνια περίπου, απ’ το 1946 μέχρι το 1973, την είχαν συνεταιρικά με το Στρατή Αλαμανέλη. Ο χειμερινός κινηματογράφος ονομαζόταν «Όλυμπος» και στεγαζόταν στο προαναφερόμενο ακίνητο του Στέφανου Βρανίδη στο «Φολίδι». Το καλοκαίρι μετέφερνε τα μηχανήματα στον Κήπο της Παναγίας, όπου λειτουργούσε θερινό σινεμά με την ονομασία «Η Όασις». Σμάρι μικροί και μεγάλοι κατακλύζαμε την αίθουσα για να θαυμάσουμε τους παιδικούς μας ήρωες.
Στο χώρο του χειμερινού κινηματογράφου είχε διαμορφωθεί μια μικρή σκηνή, που παραχωρούνταν δωρεάν στους τοπικούς φορείς για την πραγματοποίηση των θεατρικών τους παραστάσεων. Έτσι, ο Στρατής Τζίνης, εκτός από τον κινηματογράφο, που αποτελούσε τότε μια σημαντική μορφή κοινωνικής ψυχαγωγίας, συνέβαλε και στην ανάπτυξη του ερασιτεχνικού μας θεάτρου.
Το ακίνητο του Στέφανου Βρανίδη έπαψε να λειτουργεί ως χειμερινό σινεμά και να φιλοξενεί τις θεατρικές παραστάσεις των φορέων του χωριού μας, όταν το 1975 εγκαινιάστηκε η Αίθουσα Πνευματικών και Καλλιτεχνικών Εκδηλώσεων του Αναγνωστηρίου, που έκτοτε λειτούργησε ως κινηματοθέατρο. Αργότερα το ιστορικό αυτό κτίριο νοικιάστηκε σε διάφορους ιδιώτες και η τελευταία του χρήση ήταν αποθήκη και σχιστήριο ξυλείας.
Όλα τα πράγματα, έμψυχα και άψυχα, διαγράφουν έναν κύκλο ζωής που κάποτε κλείνει. Όμως, αυτός ο κύκλος μπορεί να είναι μεγαλύτερος ή μικρότερος ανάλογα με το ενδιαφέρον που δείχνουν οι άνθρωποι. Ακριβώς όπως η ζωή ενός ασθενούς μπορεί να σωθεί με την παρέμβαση της ιατρικής επιστήμης και να παραταθεί για σημαντικό χρονικό διάστημα με τη φροντίδα της κοινωνικής πρόνοιας.
Η δωρεά κάποιου ευεργέτη για την εξυπηρέτηση κοινωφελούς σκοπού φορτώνει με ένα βαρύ ηθικό χρέος τους κληρονόμους του, που πρέπει - τιμώντας τη μνήμη του - να πραγματώσουν την στερνή του επιθυμία. Η εμπειρία δείχνει ότι η περιουσία των κληροδοτημάτων, αργά ή γρήγορα, κατά κανόνα σχολάζει. Το κτίριο αυτό έπρεπε πριν από χρόνια να προσελκύσει το ενδιαφέρον όχι μόνο της διοικούσας επιτροπής του κληροδοτήματος (υφίσταται άραγε;), αλλά και άλλων τοπικών φορέων, προεξαρχούσης της Εκκλησίας. Ίσως και η Τοπική Αυτοδιοίκηση να μπορούσε να συνδράμει στην έγκαιρη παραπέρα αξιοποίησή του. Τώρα ο επιθανάτιος ρόγχος του άρχισε πια να σιγοσβήνει… Δυο αδιάφορες κουβέντες μέσα στους καφενέδες όλος κι όλος ο επικήδειος αποχαιρετισμός! Τι κρίμα!