Από την εφημερία "ΤΑ ΝΕΑ" 23-8-2011 για το Ν. Θέμελη που τόσο νωρίς έφυγε....
Επειτα από 17 χρόνια στενής συνεργασίας με τον Κώστα Σημίτη, ο Νίκος Θέμελης, σύμβουλος του πρωθυπουργού, μπαίνει ουρανοκατέβατος στην αρένα της λογοτεχνίας και κερδίζει στα σημεία με ένα ιστορικό μυθιστόρημα που εγκαινιάζει μια τριλογία για τον Ελληνισμό και την ελληνικότητα
Ηταν η χρονιά που άνοιξε ο δρόμος για την είσοδο της Ελλάδας στην ευρωζώνη και μπήκαν οι βάσεις για την οργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων. Ο Κώστας Σημίτης είχε ανακοινώσει την υποτίμηση της δραχμής κατά 14% προκειμένου η χώρα να ενταχθεί στον μηχανισμό στήριξης ισοτιμιών της ΕΕ και παράλληλα είχε αναλάβει την προεδρία της Εθνικής Επιτροπής για τους Αγώνες του 2004.
Ηταν η χρονιά που πέθανε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και που η κόρη της κομμουνιστοφάγας Φρειδερίκης ξαναπατούσε ύστερα από 17 χρόνια το πόδι της στην Ελλάδα ως βασίλισσα Σοφία της Ισπανίας. Στις ΗΠΑ προήδρευε ο Μπιλ Κλίντον, στη Μ. Βρετανία ο Τόνι Μπλερ, ο σοσιαλδημοκράτης Γκέρχαρντ Σρέντερ κέρδιζε τις εκλογές στην Ομοσπονδιακή Γερμανία, ο πρώην δικτάτορας της Χιλής Αουγκούστο Πινοτσέτ έμπαινε σε κατ' οίκον περιορισμό στο Λονδίνο και ο ΙRΑ ανακοίνωνε επισήμως την παύση πυρός. Η ταινία «Αρμαγεδδών» σάρωνε με εισπράξεις 550 εκατομμυρίων δολαρίων και ο πρώτος «Χάρι Πότερ» (…με τη φιλοσοφική του λίθο) κυκλοφορούσε στην ελληνική αγορά.
Εκείνο το καλοκαίρι, το δεξί χέρι του έλληνα πρωθυπουργού, ο ευρωπαϊστής Νίκος Θέμελης, που ήταν γνωστό ότι είχε ως χόμπι τη ζωγραφική, έκανε τις τελευταίες διορθώσεις στο πρώτο του μυθιστόρημα. Ηταν «Η αναζήτηση» (Εκδ. Κέδρος) που, μόλις κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο, προκάλεσε αναταράξεις τόσο στο πολιτικό όσο και στο λογοτεχνικό σινάφι. Διότι ήταν μια πολύ καλογραμμένη τοιχογραφία εποχής που άνοιγε διάλογο ταυτόχρονα με τη σύγχρονη ιστορία και με την πεζογραφική παράδοση της Ελλάδας, και διότι σάρωσε στις πωλήσεις εκείνη και τις επόμενες χρονιές, έχοντας πουλήσει μέχρι σήμερα 180.000 αντίτυπα.
Ο Θέμελης μεταφέρει τον αναγνώστη στο μεταίχμιο ενός κόσμου που αλλάζει, στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα, για να αναδείξει τον μετασχηματισμό της κοινωνίας. Ξεκινά από τα Ζαγοροχώρια, κάνει στάσεις στη Μυτιλήνη, στον Μόλυβο, στην Πόλη και καταλήγει στη Σμύρνη, παρακολουθώντας με ρεαλιστική γραφή έξι πρόσωπα - τον Νικoλή Εφέντη από τα Ζαγοροχώρια, τον αστό Βάιο, τον δάσκαλο… που γίνονται εναλλάξ και αφηγητές. Με αυτές τις φωνές ως όχημα και πατώντας σε λεπτομερή πραγματολογικά στοιχεία, ζωντανεύει τη λαογραφία αυτών των περιοχών που τροφοδότησαν την ελληνική Διασπορά και τις ισχυρές κοινότητες της Ομογένειας, τη νοοτροπία των καθημερινών ανθρώπων και τις νέες προκλήσεις της εποχής από τα Βαλκάνια έως τη Μικρά Ασία, την πολιτική συγκυρία στην Ελλάδα ή στην Τουρκία, την οικονομία που παίρνει μπροστά με την εκβιομηχάνιση και το διεθνές πλαίσιο.
Ετσι αναδεικνύονται, όπως έγραψε και ο τότε υπουργός Πολιτισμού Ευάγγελος Βενιζέλος, «όλα τα στοιχεία της ελληνικότητας, όλες οι γόνιμες αντινομίες και όλα τα καθοριστικά δίπολα»: παράδοση - νεωτερικότητα, αγροτικός - αστικός κόσμος, μοιρολατρία - βολονταρισμός, επαρχιωτισμός - κοσμοπολιτισμός, Ανατολή - Δύση - όπου η καθ' ημάς Ανατολή εμφανίζεται με δύο όψεις, φιλόξενη και ανεκτική από τη μια, απειλητική και δογματική από την άλλη.
Το μυθιστόρημα του Θέμελη προκάλεσε στην αρχή τη δυσπιστία της οικογένειας των συγγραφέων, αλλά γρήγορα διαδόθηκε το πόσο διέφερε από τα ελληνοκεντρικά ιστορικά μυθιστορήματα της εποχής του και από την παραδοσιακή μικρασιατική πεζογραφία (του Βενέζη, του Δούκα κ.ά.) και το πόσο γλαφυρά απέδιδε τη δυναμική της Ομογένειας.
Οι ανάγλυφοι χαρακτήρες του, το πολυπολιτισμικό στοιχείο, η κριτική διάθεση απέναντι στην ελληνική κοινωνία και ο υπόγειος διάλογος αυτού του βιβλίου με τις πολιτικο-οικονομικο-κοινωνικές προκλήσεις της δεκαετίας του 1990 κέντρισαν εν τέλει όχι μόνο το μαζικό αλλά και το ψαγμένο κοινό, ενώ και αρκετοί ιστορικοί (λ.χ. ο Αντώνης Λιάκος) χρησιμοποίησαν αυτό το μυθιστόρημα ως τεκμήριο στις παρατηρήσεις τους για την πορεία της σύγχρονης Ελλάδας. Ο Θέμελης άνοιγε έναν διάλογο με τον Ελληνισμό και την ελληνικότητα με όρους πολιτικούς και τον συνέχισε στα δύο επόμενα μυθιστορήματά του «Η ανατροπή» και «Η αναλαμπή». Παρότι όμως η επιτυχία της «Αναζήτησης» υπήρξε καταιγιστική και τον καθιέρωσε στην αγορά, ο Θέμελης δεν επέτρεψε να αξιοποιηθεί πολιτικά, και στις επιλεγμένες συνεντεύξεις που έδωσε έκτοτε απέφευγε συστηματικά τα πολιτικά σχόλια.