Λίγες αράδες, αφιερωμένες στη Γυναίκα
Γράφει ο Μιχάλης Στρατάκης
Λίγες αράδες, αφιερωμένες στη Γυναίκα.
Κόντευε να προβάλει ο ήλιος κι εμείς ακόμη κουβεντιάζαμε στο μιτάτο.
Εγώ του 'λεγα πως θεωρώ τους Ανωγειανούς παλικάρια, παρά την ξεροκεφαλιά και τον εγωισμό τους.
Εκείνος άργησε να μου αποκριθεί.
Τρεις κούπες κρασί αδειάσαμε ίσαμε να μου ξαναμιλήσει.
''Κρατείς μυστικό;'' με ρώτησε.
''Κρατώ'' του απάντησα.
''Θα σου πω μια κουβέντα, αλλά ορκίσου μου πως δεν θα μολοήσεις πως εγώ σου το 'πα'', μου 'πε.
''Ορκίζομαι στο κρασί που πίνομε'' του' πα.
Βαρύς όρκος.
Ξαναγέμισε τις κούπες , έχυσε λίγο κρασί στο χώμα, ήπιε μονοκοπανιάς το ποδέλοιπο και μου ξομολογήθηκε.
''Μη μου λες και μου ξαναλές για εμάς τους Ανωγειανούς. Για τις Ανωγειανές να λες. Αυτές είναι καπετάνισσες και αυτές μας έκαμαν παλικάρια. Άμα δεν ήτανε οι Ανωγειανές, εμείς πράμα δεν θα 'ν ήμασταν. Γροικάς ίντα σου λέω; Παλικάρι είναι το ανωγειανό κορμί, μα σαν δεν κουβαλά και καπετάνισσα ψυχή, ανάθεμα την παλικαροσύνη του. Ε, η ψυχή που κουβαλούμε είναι τση γυναίκας μας,τση μάνας μας, τση γιαγιάς μας, κατάλαβες ίντα σου λέω;''. Συγκλονίστηκα.
Μέχρι που βούρκωσα.
Πρώτη φορά στη μίζερη ζωή μου άκουσα μια πραγματικά παλικαρίσια κουβέντα, από ένα πραγματικό παλικάρι.
Από έναν πραγματικό Ανωγειανό.