O Αργύρης Χατζημαλλής κρατά ζωντανή την τέχνη του αργαλειού στη Λέσβο
Η τέχνη του αργαλειού αναβιώνει, με δημιουργούς όπως ο Αργύρης Χατζημαλλής να δίνουν νέα πνοή σε μια παράδοση που αντιστέκεται στον χρόνο. Στο άρθρο του BHMAgazino, τρεις γενιές υφαντών μοιράζονται τις ιστορίες τους, αναδεικνύοντας την ανάγκη ένταξης του αργαλειού σε ένα σύγχρονο πλαίσιο. Ο Αργύρης Χατζημαλλής και η Λέσβος: Βιβλιοθηκονόμος και συντηρητής έργων τέχνης, ο Αργύρης γοητεύτηκε από την υφαντική μέσα από τον παραδοσιακό χορό και την επαφή του με τις χειροποίητες φορεσιές. Στη Λέσβο, όπου η υφαντική έχει βαθιές ρίζες, ξεκίνησε να εξερευνά τον αργαλειό, παρά την παρακμή της τέχνης. Μετά από πεντάχρονη μαθητεία και προσωπική αναζήτηση, ίδρυσε το εργαστήριο LEBADES μαζί με τον Άλπερ Μπαμπάντοστου, σε ένα ιστορικό κτίριο της Μυτιλήνης. Το όνομα LEBADES, εμπνευσμένο από το παραδοσιακό νυφικό γιλέκο της Αγιάσου, αντικατοπτρίζει την αγάπη του για την τοπική κληρονομιά. Με υπομονή και αφοσίωση, ο Αργύρης όχι μόνο δημιουργεί, αλλά διδάσκει την τέχνη σε νέους, προάγοντας τη μοναδικότητα του χειροποίητου ενάντια στην ομοιομορφία της fast fashion.Το αφιέρωμα αναδεικνύει πώς ο Αργύρης και άλλοι δημιουργοί συνδέουν το παρελθόν με το μέλλον, κρατώντας ζωντανή μια τέχνη που μιλά στην ψυχή.
Αναλυτικά το σχετικό αφιέρωμα:
Να διαβάσει πίσω από τις γραμμές ήθελε ο Αργύρης Χατζημαλλής. Να αποδομήσει και να ερευνήσει τους τρόπους με τους οποίους δημιουργήθηκαν και διακοσμήθηκαν οι παραδοσιακές φορεσιές στη Βαλκανική Χερσόνησο.

Η σχέση του με τους παραδοσιακούς χορούς μετουσιώθηκε σε αγάπη για τον ανεξερεύνητο, μέχρι εκείνη τη στιγμή, κόσμο της κλωστής. «Σε ηλικία 12-13 ετών ήμουν μέλος σε χορευτικές ομάδες παραδοσιακών ελληνικών χορών και τώρα διδάσκω πλέον.
Η ενασχόλησή μου με τον παραδοσιακό χορό με έφερε σε επαφή με την παραδοσιακή ενδυμασία. Άρχισα να παρατηρώ και να με ενδιαφέρει το ύφασμα. Έτσι ξεκίνησα. Στην αρχή έμαθα να πλέκω με τις βελόνες, μετά έμαθα να κεντάω και να ράβω με τη ραπτομηχανή.
Για το τέλος άφησα το πιο δύσκολο που όντως ήταν ο αργαλειός. Ο αργαλειός θέλει υπομονή, θέλει προσοχή. Η μόνη εικόνα που είχα ως παιδί σε σχέση με το ράψιμο και την υφαντική ήταν η γιαγιά μου που έραβε. Ήταν πολύ γνωστή μοδίστρα του νησιού», αναφέρει ο Αργύρης Χατζημαλλής στο ΒΗΜΑ.
Θέλησε να μάθει περισσότερα για την τέχνη του αργαλειού. Η Λέσβος, τόπος καταγωγής και τόπος διαμονής του, έχει μεγάλη ιστορία στην υφαντική ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα. Στα χωριά του νησιού.
Εκεί πίστευε ότι θα βρει την άκρη του νήματος. Ο αρχικός ενθουσιασμός δεν καταλάγιασε, ανακόπηκε όμως στοιχειωδώς βλέποντας ότι ο αργαλειός χάνεται στη λήθη.
«Θέλησα να εξερευνήσω τι σημαίνει αργαλειός. Ήξερα ότι στην ύπαιθρο της Λέσβου θα έβρισκα τις πληροφορίες που αναζητούσα. Μετά λύπης μου διαπίστωσα ότι η υφαντική στον αργαλειό έχει πεθάνει.

Συνάντησα κάποιες πολύ ηλικιωμένες γυναίκες άνω των 80 και 90 ετών, οι οποίες είχαν κάποιες πληροφορίες να μου δώσουν, αλλά δεν ήταν κάτι που μπορούσε να με βοηθήσει. Μου δώρισαν μάλιστα έναν αργαλείο, τον οποίο θα πετούσαν. Βρήκα και κάποιες κλωστές και ξεκίνησα να δοκιμάζω.
Δεν μπορούσα να κάνω αυτά που ήθελα γιατί μου έλειπε η εξειδικευμένη εκπαίδευση. Ύστερα από προσωπική αναζήτηση και πεντάχρονη μαθητεία στην Αθήνα αποφάσισα να κυνηγήσω το όνειρό μου κι έτσι γεννήθηκε το LEBADES, μαζί με τον Άλπερ Μπαμπάντοστου».
O Άλπερ Μπαμπάντοστου, βιοχημικός με εξειδίκευση στη βιοτεχνολογία, μεγάλωσε στο Αϊβαλί ακούγοντας ιστορίες για την καθημερινότητα και τη ζωή των προγόνων του σε χωριά της Λέσβου. Η γνωριμία του με τον Αργύρη και την τέχνη του, τον οδήγησε να παντρέψει τις νότες με τις κλωστές.
Ο Λιμπαντές, στη Λέσβο, είναι το βελούδινο και χρυσοκέντητο νυφικό γιλέκο που φορούσαν οι γυναίκες στο χωριό της Αγιάσου και σε άλλα μέρη του νησιού. Θέλοντας o Αργύρης να τιμήσει το παραδοσιακό ένδυμα, καθώς και τον τόπο καταγωγής του, στοιχεία που καθημερινά τον εμπνέουν, αποφάσισε να δώσει αυτό το όνομα στο όλο εγχείρημα.
Στην εποχή του fast fashion, της ταχύτητας, του όλα τα θέλω γρήγορα γιατί δεν προλαβαίνω, ο Αργύρης και ο Άλπερ αποφασίζουν να ασχοληθούν με την υφαντική τέχνη. «Τίποτα δεν είναι δύσκολο, αρκεί να επενδύσεις σε αυτό. Να επενδύσεις με τη δουλειά και τον χρόνο σου», επισημαίνει ο Αργύρης.
Πέρα από δημιουργός, ο Αργύρης είναι πια και δάσκαλος της τέχνης με όλο και περισσότερους νέους και νέες να νιώθουν την ανάγκη να στραφούν προς αυτή. Μια εσωτερική ανάγκη για δημιουργία και απόσταση από την ομοιομορφία που γύρω μας θεριεύει.
«Παλαιότερα, ο καθένας φορούσε ένα μοναδικά σχεδιασμένο ρούχο γιατί ήταν χειροποίητο και ο δημιουργός πάντα θα έβαζε την προσωπική του πινελιά. Τώρα φοράμε όλοι τα ίδια. Το χειροποίητο δεν μπορεί ποτέ να είναι το ίδιο».

Χαρακτηριστικό παράδειγμα το καρό, μοτίβο για το οποίο φημιζόταν το νησί. «Το καρό ως σχέδιο απαιτούσε τη μαεστρία της υφάντρας. Η καθεμία προσπαθώντας να διαφοροποιήσει το σχέδιό της, έβαζε και κάτι δικό της με αποτέλεσμα να έχουμε άπειρα περίτεχνα καρό μοτίβα».
Στο LEBADES θα βρει κανείς χρηστικά αντικείμενα που καλύπτουν τις σημερινές ανάγκες μας. «Μέσα στα μπαούλα μας έχουμε από τις γιαγιάδες μας κουρτίνες, κεντήματα, τραπεζομάντηλα. Άρα, γιατί να προσθέσω κάτι τέτοιο, σκέφτηκα.
Μπορώ όμως ένα υφαντό να το φορέσω; Μπορεί να γίνει τσάντα ή θήκη για υπολογιστή; Θέλουμε να καταλάβει ο κόσμος ότι το υφαντό δεν είναι κάτι απαρχαιωμένο αλλά μπορεί να μπει πολύ ενεργά μέσα στην σημερινή μας ζωή και να καλύψει ανάγκες», προσθέτει ο Αργύρης.
Τον ρωτώ για το έμφυλο φορτίο αυτής της τέχνης, χωρίς καθόλου να περιμένω την απάντηση που θα ακολουθούσε. «Ξεκινώντας δεν περίμενα ότι θα αντιμετωπίσω έτσι έναν μικρό σεξισμό. Ο σεξισμός έχει συνήθως έκφραση απέναντι στις γυναίκες. όμως μερικές φορές συμβαίνει και το αντίθετο.
Τον βίωσα, αλλά δεν πειράζει. Δεν με επηρέασε. Ο καθένας μπορεί να πιστεύει ό,τι θέλει, έτσι το σκέφτομαι. Να πούμε βέβαια ότι παραδοσιακά ο αργαλειός, τουλάχιστον σε επίπεδο οικοτεχνίας, ήταν μια δραστηριότητα γυναικεία, στην Ανατολή όμως οι επαγγελματίες ήταν πάντοτε άντρες.
Ο ρατσισμός που δέχτηκα στην αρχή, όταν έπλεκα με τις βελόνες, δεν με πτόησε καθόλου. Σε καμία περίπτωση. Ίσα ίσα με ώθησε να προσπαθήσω περισσότερο γιατί έχω μία ευαισθησία προς τα νέα παιδιά και δεν θα ήθελα να βιώσουν κάτι ανάλογο σε περίπτωση ενασχόλησης με τη συγκεκριμένη τέχνη», επισημαίνει ο Αργύρης Χατζημαλλής.