Η Αφροδίτη της Σμύρνης: Η απίστευτη ιστορία του Νικόλαου Λάσκαρη και του αρχαίου αγάλματος που κρύβει μυστικά
Απο την Ιόλη Μπέη-Κωνσταντινίδη/in.gr
Το Αθέατο Μουσείο, μια πλουραλιστική από άποψη βάθους και ιστορικών αντικειμένων δράση του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου που μετρά δέκα χρόνια ζωής, υποδέχθηκε τον Δεκέμβριο του 2024 τη «μόνη της ζωής του Αφροδίτη», την οποία έφερε από τη Σμύρνη στην Ελλάδα, ο Νικόλαος Λάσκαρης.
Πρόκειται για ένα θραύσμα ενός μαρμάρινου αγαλματίου που αναπαριστά τη γυμνή θεά Αφροδίτη με προέλευση από την Προύσα της Μικράς Ασίας. Το αρχαίο γλυπτό, το οποίο βρισκόταν στην αποθήκη του μουσείου για σχεδόν έναν αιώνα, παρέδωσε στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο ο λαμπρός νεαρός επιμελητής αρχαιοτήτων Νικόλαος Λάσκαρης, παραμονές της Μικρασιατικής Καταστροφής.
Ωστόσο, η ταυτοποίηση του αποδείχθηκε ένα τιτάνιο έργο. Όπως μας αναφέρει χαρακτηριστικά η Δρ Χρυσάνθη Τσούλη «στο βιβλίο [του μουσείου] ήταν γραμμένο ότι το αγαλματίδιο παραδόθηκε από τον Λάσκαρη αλλά είχε σβηστεί το νούμερο καταγραφής που θα βοηθούσε να το ταυτοποιήσουν».
Η επιλογή του Νικόλαου Λάσκαρη, γεννηθέντα το 1901, να φέρει μαζί του μια μικρή Αφροδίτη των ύστερων ελληνιστικών χρόνων δεν ήταν τυχαία: αφενός το μέγεθος του αγαλματιδίου του επέτρεπε να το τοποθετήσει κάπου ώστε να έρθει αλώβητο, αφετέρου η Αφροδίτη συνιστά το σύμβολο του έρωτα που συνεπαίρνει τους ανθρώπους.

Από τη Σμύρνη στην Ελλάδα
«Στο πλαίσιο της Μικρασιατικής εκστρατείας και της διοίκησης της περιοχής της Σμύρνης από το ελληνικό κράτος και μετά από την αποβίβαση του στρατού στην Σμύρνη στάλθηκαν και διάφορα κλιμάκια Ελλήνων δημοσίων υπαλλήλων ώστε να επανδρωθεί η διοίκηση της περιοχής. Ένα από αυτά λοιπόν ήταν το τμήμα αρχαιοτήτων που ξεκίνησε την λειτουργία του τον Οκτώβριο του 1919. Στην αρχή είχε μόνο έναν αρχαιολόγο, τον Γεώργιο Οικονόμου, έφορο αρχαιοτήτων στην Ελλάδα ο οποίος είχε υπηρετήσει σε διάφορες θέσεις με την τελευταία να είναι στην Μακεδονία. [Ο Οικονόμου] έμεινε επικεφαλής του τμήματος για περίπου έναν χρόνο. Μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου του 1920, όταν άλλαξε η διοίκηση αντικαταστάθηκε από τον γνωστό αρχαιολόγο Κωνσταντίνο Κουρουνιώτη, ο οποίος ανέλαβε στην Σμύρνη τον Ιανουάριο του 1921. Για ένα εξάμηνο περίπου ήταν μόνος του και από τον Ιούλιο του ίδιου χρόνου αποσπάστηκε για να τον βοηθήσει ο Νικόλαος Λάσκαρης, ένας νεαρός αρχαιολόγος που βρισκόταν ήδη στην Μικρά Ασία στρατευμένος από τον Μάρτη της ίδιας χρονιάς», μας εξηγεί η κα. Τσούλη, η οποία άρχισε να καταπιάνεται με την αναγνώριση του μικρού αγαλματίου πριν από δύο χρόνια, με αφορμή το αφιέρωμα του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου στις αρχαιότητες από τη Μικρά Ασία.
«Ο στόχος του τμήματος αρχαιοτήτων ήταν να οργανώσει κάποιες αρχαιολογικές συλλογές που ήδη υπήρχαν στην περιοχή. Η πιο μεγάλη και γνωστή ήταν στην Ευαγγελική Σχολή, ένα πνευματικό ίδρυμα το οποίο είχε ιδρυθεί από Έλληνες με δωρεές διαφόρων Συλλεκτών. [Η Ευαγγελική Σχολή] αποτελείτο από βιβλιοθήκη, σχολεία, και ένα μουσείο. Το τμήμα αρχαιοτήτων, αφού έδωσε σε ξένους ακαδημαϊκούς φορείς την άδεια να εκπονήσουν ανασκαφές στην περιοχή, προχώρησε και σε τρείς ανασκαφές Ελλήνων αρχαιολόγων. Μια από αυτές πιστώνεται στον Κουρουνιώτη, ο οποίος ήταν επικεφαλής του Τμήματος της Σμύρνης, και στον βοηθό του, τον Νικόλαο Λάσκαρη. Οι δύο αρχαιολογοι πραγματοποίησαν μια ανασκαφή στην Αρχαία Νύσσα, όπου είχε γίνει μια επιφανειακή έρευνα στις αρχές του 20ού αιώνα από Γερμανοαυστριακούς. Γνώριζαν λοιπόν ότι εκεί υπάρχουν αρχαία, στάδιο, βιβλιοθήκη, και οι ίδιοι έσκαψαν το Γεροντικό δηλαδή το βουλευτήριο, την έδρα των Γερόντων της πόλης. Τον Μάιο και τον Ιούνιο του 1922, οι αρχαιολόγοι έκαναν μια μεγάλη περιοδεία στην ενδοχώρα, μέχρι εκεί που είχε φτάσει ο ελληνικός στρατός. Κατέγραψαν τότε τα αρχαία που ήταν παραμελημένα και όσα μπορούν να μεταφερθούν για να προστατευτούν, τα μετέφεραν στην Σμύρνη και στα Μουδανιά».
»Σε αυτή την περιοδεία θεωρούμε ότι παραδόθηκε και το αγαλματάκι της Αφροδίτης στον Λάσκαρη, γιατί η ένδειξη που έχουμε στο ευρετήριο μας είναι ότι ο Λάσκαρης το έφερε αφού του είχε παραδοθεί από την στρατιωτική διοίκηση της Προύσας», συμπληρώνει.
«Γνωρίσαμε ανθρώπους που δεν θα μπορούσες να συναντηθείς μαζί τους γιατί απέχεις έναν αιώνα, αλλά που έχεις την πεποίθηση πώς αν ήταν ζωντανοί θα σε συγκινούσαν και αυτό γιατί κινούμαστε στα βήματα τους, έχουμε την ιδιότητα τους, εργαζόμαστε κι εμείς στο ίδιο κτήριο με εκείνους, στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο
Το μικρό άγαλμα που κατάφερε να φέρει μαζί του από τη Σμύρνη ο νεαρός Νικόλαος Λάσκαρης κρύβει μια ιδιαιτερότητα όπως μας αναφέρει χαρακτηριστικά η κα. Τσούλη.
«Πρόκειται για ένα αγαλματάκι, ο κορμός στην ουσία με τα σκέλη μιας μικρής γυμνής Αφροδίτης. Δίπλα της, πάνω στο πόδι της σώζεται το χεράκι από μια δεύτερη μικρότερη μορφή, που θεωρούμε ότι πρέπει να είναι ένας μικρός Έρωτας. Στο ένα του χέρι κρατάει ένα φύλλο κισσού και κρύβει το αιδοίο της. Πρόκειται για μια πρωτότυπη λεπτομέρεια. Ενώ είναι συνηθισμένα τέτοια συμπλέγματα Αφροδίτης με Έρωτα, δεν έχει εντοπιστεί ξανά κάτι παρόμοιο. Η γυμνή Αφροδίτη, καταλαβαίνουμε ότι συνδέεται με το λουτρό και τον γυναικείο καλλωπισμό. Και από άλλες αρχαιότητες που σώζονται, υπάρχουν τέτοιοι τύποι [γλυπτών στα οποία] η Αφροδίτη έχει σηκωμένα ψηλά τα χέρια και είτε στύβει τα μαλλιά της βγαίνοντας από το λουτρό, είτε φοράει κάποιο κόσμημα στα μαλλιά ή το λαιμό» υποστηρίζει.

Η χρυσή γενιά των αρχαιολόγων
«Ο Νικόλαος Λάσκαρης άνηκε στην πρώτη χρυσή γενιά των Ελλήνων αρχαιολόγων, μια παρέα νέων ανθρώπων που σπούδασαν μεταξύ 1916-1921, και ήταν αυτοί που αργότερα θα γράφονταν με μεγάλα γράμματα στις μεγάλες ανασκαφές και δημοσιεύσεις στην δημιουργία των μεγάλων αρχαιολογικών υποδομών, των μουσείων», μας λέει ο Δρ Κώστας Πασχαλίδης.
«Ήταν οι άνθρωποι που έκαναν τις μεγάλες ανασκαφές. Οι άνθρωποι που ήταν δάσκαλοι των δασκάλων μας», συμπληρώνει.
Σε αυτή την παρέα άνηκε ο Σπυρίδων Μαρινάτος, ο Χρήστος Καρούζος που έχει συνδέσει το όνομα του με τον Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, η Σέμνη Καρούζου (το γένος Παπασπυρίδη) και η Ειρήνη Βαρούχα-Χριστοδουλοπούλου.
O Νικόλαος Λάσκαρης έμεινε στην Αθήνα και υπηρετούσε στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο από το Φθινόπωρο του 1922 που ήρθε από την Σμύρνη, μέχρι και την τελευταία μέρα της ζωής του, τον Νοέμβριο του 1924.
«Ο πατέρας του [ήταν] ο Αγαθοκλής Λάσκαρης, ένας καθηγητής φυσικομαθηματικών, ο οποίος το 1919 παραιτήθηκε από την εκπαίδευση και έγινε παππάς και ιερουργούσε μέχρι τα βαθιά γεράματα, μέχρι το 1952. Η μητέρα του Λάσκαρη, η Μαριέττα, είχε αποκτήσει με τον Αγαθοκλή έντεκα παιδιά. Ο Νικόλαος ήταν ο δεύτερος. Αν παρακολουθήσει κανείς τη ζωή τους, [αλλά και από όσα] γνωρίζουμε από τους απογόνους τους, όλα τα παιδιά της οικογένειας διακρίθηκαν και προκόψανε στη ζωή τους» αναφέρει ο κ. Πασχαλίδης.
Πίσω στη Μικρά Ασία
Στη Μικρά Ασία, ο Λάσκαρης είχε τη πλήρη στήριξη και εκτίμηση του Κουρουνιώτη, με τους δυο αρχαιολόγους να έχουν δημιουργήσει δεσμούς εμπιστοσύνης και στενής συνεργασίας.
«Ο Λάσκαρης είχε πρωτοστατήσει σε ένα επεισόδιο παράνομης εξαγωγής αρχαιοτήτων από Αμερικανούς ανασκαφείς τον Απρίλιο του 1922 εφαρμόζοντας τον νόμο. Επρόκειτο να γίνει μια λαθραία εξαγωγή αρχαίων από τις Σάρδεις προς την Σμύρνη και κατόπιν στις Ηνωμένες Πολιτείες. Τους σταμάτησαν μαζί με τον στρατό στον σιδηροδρομικό σταθμό. Ο Λάσκαρης το ανέφερε στον Κουρουνιώτη ταχυδρομικά. Ο Κουρουνιώτης του απάντησε ΄πράξατε σύμφωνα με τον νόμο’. Είναι μια μελανή ιστορία, διότι γνωρίζουμε ότι οι Αμερικανοί [ασκώντας] πολιτική πίεση πήραν ότι ήθελαν -και πήραν πολλά πράγματα. Τον Ιούλιο μέχρι τον Αύγουστο του 1922 μεταφέρθηκαν στο Μητροπολιτικό Μουσείο και επέστρεψαν έπειτα από πιέσεις την Τουρκικής Δημοκρατίας και του Ατατούρκ προσωπικά. [Αυτό είναι] ενδεικτικό του ότι όσο περνούσε από το χέρι των αρχαιολόγων, η νομιμότητα ήταν η πιο υψηλή αρχή τους. Και ο Λάσκαρης ήταν ένας νέος άνθρωπος με όλον τον ενθουσιασμό της εφαρμογής των σωστών μεθόδων», αναφέρει ο κ. Πασχαλίδης, αναλογιζόμενος το ήθος και το λαμπρό έργο του Νικόλαου Λάσκαρη.

Το τέλος
Η τελευταία ημέρα της υπηρεσίας και της σύντομης ζωής του Νικόλαου Λάσκαρη ήταν τη Δευτέρα 3 Νοεμβρίου του 1924.
«Ήρθε το πρωί στο Μουσείο, ανέλαβε τα έγγραφα που είχε χρεωθεί, όπως κάνουμε καθημερινά στο μουσείο [ακόμη και σήμερα] όλοι μας. Ενδέχεται να συνάντησε τον παλιό συμφοιτητή του από την χρυσή παρέα [των αρχαιολόγων] Γιάννη Μηλιάδη, όπως γνωρίζουμε από τα ρεπορτάζ των εφημερίδων, ο οποίος υπηρετούσε πιθανότατα εκείνον τον καιρό στο μουσείο, και τον ρώτησε ‘Τι έχεις Νίκο;’ και εκείνος ως συνήθως δεν του απάντησε σύμφωνα με τον Μηλιάδη. Πήρε το τρένο των δώδεκα από την Πλατεία Λαυρίου, στην αρχή της 3ης Σεπτεμβρίου και πήγε στο Μαρούσι, όπου συνέφαγε με την μητέρα του, όπως λένε τα ρεπορτάζ, και στη συνέχεια πλύθηκε, χτενίστηκε, μπήκε στο δωμάτιο του και αυτοπυροβολήθηκε, ώρα 4 το απόγευμα, ξεψυχώντας στην αγκαλιά της μητέρας του δέκα λεπτά μετά».
»Οι εφημερίδες βούιξαν εκείνη την εβδομάδα. Κάλυψαν η μία μετά την άλλη [το γεγονός] με ρεπορτάζ, ρωτώντας πιθανότατα συγγενείς, οικείους ή οποιονδήποτε. Και κάνοντας αυτό που κάνουν πάντα οι εφημερίδες και τα μέσα ενημέρωσης, άλλες ήταν πιο κοντά στην αλήθεια, άλλες ήταν πιο κοντά στον σεβασμό της κάλυψης του πράγματος, άλλες έκαναν ανυπόστατες διατυπώσεις, πολλές από τις οποίες ήταν λανθασμένες ή βιαστικές. Είναι πιθανό, ο εθνικός διχασμός, ο οποίος ακόμα ήταν πολύ ψηλά, να επηρέασε και ορισμένες εφημερίδες. Διότι φαίνεται ότι η Βραδυνή είναι η πιο προσεκτική, ενώ η Σκριπ που είναι βενιζελική, είναι εκείνη που έχει τα πιο ανυπόστατα και ενδεχομένως προσβλητικά πράγματα, όπως για παράδειγμα την απόδοση της αυτοκτονίας σε ερωτικά κίνητρα», αναφέρει ο κ. Πασχαλίδης.
Ο πατέρας του Λάσκαρη, ο Αγαθοκλής, ήταν κουμπάρος του βασιλιά (ο οποίος είχε βαφτίσει το δεύτερο παιδί της οικογένειας), οπότε η οικογένεια είχε χαρακτηριστεί φιλοβασιλική. Έτσι, τα δημοσιεύματα από πολιτικά αντίπαλα στρατόπεδα που έστηναν ψευδή ρεπορτάζ για τον αυτόχειρα, αντικατόπτριζαν το κοινωνικοπολιτικό χάος της εποχής.
Ωστόσο, όπως μας εξηγεί ο κ. Πασχαλίδης «η παρέα των κάπως φωτισμένων, όπως αποκαλούσε η Σέμνη Παπασπυρίδη τη συντροφιά των συμφοιτητών της, ήταν προοδευτικοί. Την ίδια στιγμή ο δημόσιος λόγος της εποχής δια των εφημερίδων είχε – όπως σε κάθε εποχή -την προχειρότητα και την ατζέντα του φορέα της κάθε φωνής, είτε επρόκειτο για κακόβουλους δημοσιογράφους, είτε αφορά τις συζητήσεις των καφενείων. Αυτός ήταν ο λόγος που ο Λεωνίδας Πτέρης, προσωπικός φίλος του Λάσκαρη, από τον αθλητικό όμιλο Αμαρουσίου, όπου ήταν και ο ίδιος αθλητής, έδωσε στην δημοσιότητα, στην Βραδυνή, την Τετάρτη 5 Νοεμβρίου, το σημείωμα του αυτόχειρα, δηλαδή το σημείωμα που άφησε στον πατέρα του».
Στο σημείωμα, ο Λάσκαρης ζητά από τον πατέρα του όχι μόνο να τον συγχωρέσει που θα του σπαράξει τη καρδιά, αλλά και να τον ξεχάσουν όσο πιο γρήγορα γίνεται για να μην πονούν.
Ο νεαρός αρχαιολόγος, αποκάλυψε σε εκείνο το γράμμα πως από πολύ μικρός ήταν βουτηγμένος στη στεναχώρια και ότι πολλάκις σκέφτηκε να αφαιρέσει μόνος του τη ζωή του, αλλά το ανέβαλε. Όμως, η πίκρα τον κυρίευσε, και πια δεν μπορούσε να τη σταματήσει.
Όσοι από την χρυσή παρέα δεν βρίσκονταν στην Αθήνα, πληροφορήθηκαν το θάνατο του είτε από τις εφημερίδες είτε από ιδιωτική αλληλογραφία. Ο στενός του φίλος του Λάσκαρη, Ευστράτιος Παρασκευαΐδης, ο οποίος τότε υπηρετούσε στην Μυτιλήνη, έμαθε για το τραγικό γεγονός από ένα γράμμα ενός κοινού τους συμφοιτητή, του Γιάννη Αναγνωσταρά.
«Ο ίδιος [ο Παρασκευαΐδης] λέει ότι το πληροφορήθηκε λίγο πριν πάει στο σχολείο [να διδάξει]. Μάλιστα, η συντριβή του ήταν τέτοια που δεν μπορούσε να το κρύψει από τους μαθητές του, οι οποίοι συγκινήθηκαν, και λίγο μετά του άφησαν ένα δώρο στο σπίτι», μας λέει ο κ.Πασχαλίδης.
Ο Παρασκευαΐδης πέρασε ημέρες και νύχτες στα χωράφια, σκεπτόμενος τον θάνατο του επιστήθιου φίλου του και διαβάζοντας τα γράμματα που αντάλλασσαν με τον Λάσκαρη.
«Γνωρίσαμε ανθρώπους»
«Ασχοληθήκαμε με ένα χρονικό που αφορά τους Έλληνες αρχαιολόγους στη Μικρά Ασία που δεν ήταν γνωστό σε πολύ κόσμο, καθώς έχουν γραφτεί ελάχιστα πράγματα, δουλέψαμε πολύ με αφορμή τις εκθέσεις στο Αθέατο Μουσείο και μια μεγάλη εκδοτική προσπάθεια που έχουμε κάνει και βρίσκεται σε εξέλιξη, και συναντήσαμε πολλά πράγματα στα οποία επιλέξαμε να εμβαθύνουμε λίγο παραπάνω. Γνωρίσαμε ανθρώπους που δεν θα μπορούσες να συναντηθείς μαζί τους γιατί απέχεις έναν αιώνα, αλλά που έχεις την πεποίθηση πώς αν ήταν ζωντανοί θα σε συγκινούσαν και αυτό γιατί κινούμαστε στα βήματα τους, έχουμε την ιδιότητα τους, εργαζόμαστε κι εμείς στο ίδιο κτήριο με εκείνους, στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Με έναν τρόπο μας είναι ανοίκειο, μας ενοχλεί να αναφέρεται ότι δεν ξέρουμε τίποτα για αυτόν. Είναι σκληρό να πεις ότι έζησε ένας λαμπρός άνθρωπος, ακόμα και αν ήταν για λίγο, και ότι εκατό χρόνια αργότερα κανείς δεν ξέρει ότι υπήρξε. Οπότε η δουλειά μας αφορά τις αρχαιότητες αλλά δεν μπορεί να αποστασιοποιηθεί και από τους ανθρώπους που τις πήραν στα χέρια τους», καταλήγει ο κ. Πασχαλίδης.
«Η μόνη της ζωής του Αφροδίτη» παρουσιάζεται στην Αίθουσα του Βωμού (αιθ. 34) ως τη Δευτέρα 10 Μαρτίου 2025