Το Αγόρι
του Μάκη Μπεκιάρη *
Η κυρία Κατερίνα στάθηκε στην μέση της αίθουσας ,ανέβασε τα γυαλάκια της ψηλά στα μαλλιά της και με δυνατή και ευχάριστη φωνή, ανακοίνωσε στα πεμπτάκια πως για την καλοκαιρινή παράσταση του σχολείου, τα παιδιά για πρώτη φορά θα ετοίμαζαν ένα θεατρικό έργο ,με δικούς τους διαλόγους και ζωγραφιές και πως θα καλούσαν στην μεγάλη αίθουσα του σχολείου ,γονείς και φίλους για να την παρακολουθήσουν.
Ξεσηκώθηκε όλη η τάξη, οι ερωτήσεις η μια μετά την άλλη. Άλλα σήκωναν το χέρι άλλα μιλούσαν με τους διπλανούς και τους μπροστινούς τους, ενώ άλλα σηκώθηκαν και γυρόφερναν την δασκάλα τους ,μπας και εκείνα πρώτα μάθουν λεπτομέρειες.
Όλα αυτά, μέχρι που η κυρία Κατερίνα, με την ήρεμη και σιγανή φωνή της έφτασε και στο «επίμαχο» σημείο- που εδώ που τα λέμε- ούτε που το φαντάζονταν τα παιδιά και που δεν ήταν άλλο από το ότι, όλη αυτή η περιβόητη γιορτή θα είχε συγκεκριμένο θέμα που θάταν .. «τα ιδιαίτερα ξεχωριστά παιδιά στο σχολείο»
Άφωνα έμειναν! «Ποια ξεχωριστά και ποια ιδιαίτερα παιδιά…;» τόση χαρά που είχαν πάρει και τώρα…; τι σήμαιναν τούτες οι λέξεις άραγε;
«Μα πάλι θα πρέπει να διαβάσουμε κυρία ;» άρχισαν οι πιο ανυπόμονοι, «ακόμα και για την γιορτή θα πρέπει να ψάχνουμε σε εγκυκλοπαίδειες και βιβλία; που να ψάξουμε και να βρούμε αυτά τα ιδιαίτερα παιδιά …;»
«Σαν εκείνες τις βαρετές εκπομπές της τηλεόρασης ακούγεται αυτό κυρία, ή σαν τότε που μας βάλατε να μαζέψουμε κουκούτσια και φύλλα από διάφορα δέντρα, που δεν τα είχαμε δει ποτέ στην ζωή μας από κοντά…». Οι πιο δυναμικοί συμπλήρωναν «Κυρία δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι άλλο; Ας πούμε με θέμα το καλοκαίρι, τις διακοπές ή τα ταξίδια σε ξένες χώρες; οτιδήποτε άλλο εκτός από αυτό».
Είδε και έπαθε να τα ηρεμήσει η δασκάλα και χρειάστηκε να χτυπήσει 2-3 φορές τα χέρια της –πράγμα που σπάνια έκανε-για να μπορέσει να ακουστεί η φωνή της. «Είναι πολύ πιο εύκολο από όσο φαντάζεστε. Την Παρασκευή δεν θα έχουμε μάθημα, και θα φέρω να δούμε μια ταινία, που θα ΄χει όλες μα όλες τις πληροφορίες που θα χρειαστούμε για την γιορτούλα μας. Υπομονή και θα δείτε!»
Δώστου άλλη χαρά και φωνές, αυτή την φορά για το μάθημα που θα έχαναν μα και που θα βλεπαν ταινία και ανακουφισμένα ξεχύθηκαν μελίσσι στον αυλόγυρο με τον ήχο του κουδουνιού.
Παρασκευή πρωί. Μπήκαν στην αίθουσα με την τηλεόραση ,τράβηξαν τις κουρτίνες το σκοτάδι έπεσε και η ταινία άρχισε.
Κάποια χώρα βόρεια και χιονισμένη ο τόπος που διαδραματιζόταν η ταινία. Ώρα διαλλείματος σε ένα σχολείο που θα μπορούσε να ναι και το δικό τους, όπου παιδιά της ηλικία τους ,με σκουφιά και γάντια έπαιζαν στο αυλόγυρο με το χιόνι.
Όλα, εκτός από ένα Αγόρι. Ψιλόλιγνο, ντυμένο γερά, βάδιζε με παράξενα μικρά κοφτά βηματάκια-όμοια με μπαλαρίνας- στις μύτες των ποδιών του, κάνοντας νοητές περιστροφές γύρω από τον εαυτό του, αποφεύγοντας ταυτόχρονα να κοιτάει στα μάτια τα υπόλοιπα παιδιά μα και οποιαδήποτε άγγιγμα ή σωματική επαφή μαζί τους.
Μια μικρή ομάδα παιδιών παίζοντας κυνηγητό κινήθηκε προς το μέρος του Αγοριού. Αυτό ήταν αρκετό για να χαλάσει την αργόσυρτη τελετουργική βόλτα γύρω από τον εαυτό του, πράγμα που το αναστάτωσε τόσο, και το έκανε να φύγει για την αίθουσα της τάξης πολύ πριν τους υπόλοιπους, με σηκωμένους ώμους και με γρήγορο άτσαλο τρέξιμο.
Η δασκάλα δεν είχε μπει ακόμα στην τάξη και τα παιδιά, χαρούμενα μιλούσαν και φώναζαν. Μονάχα το Αγόρι, κρατούσε με τα χέρια του σφικτά τα αυτιά του ενοχλημένο από τον πολύ θόρυβο και την πολυλογία.
Η ταινία προχωρούσε. Υπήρχαν φορές που το μικρό Αγόρι, φαινόταν να φέρεται απίστευτα «φυσιολογικά», μιλώντας με τις ώρες για διάφορα θέματα που το ενδιέφεραν όταν το έφερνε η κουβέντα στην τάξη. Μπορούσε να ξεχωρίσει μερικές δεκάδες διαφορετικών ειδών μηχανών τραίνων, μπορούσε να μιλά με ακρίβεια για πλανήτες και για όσα πράγματα μπορεί να κάνει ένας ηλεκτρονικός υπολογιστής ή να θυμάται λέξεις σε πολλές ξένες γλώσσες. Προπάντων όμως , να θυμάται με ακρίβεια ρολογιού, τι είχε συμβεί στην τάξη –ακόμα και χρόνια πριν- ή στο διάλλειμα , καθώς και την ώρα κάθε συμβάντος και το τι είχε ειπωθεί με κάθε λεπτομέρεια.
Ήταν πολλές φορές που η κινηματογραφική του μνήμη του «εξαντλούσε» την υπομονή συμμαθητών και δασκάλων!
Σε μια σκηνή της ταινίας, τα παιδιά παρακολουθούσαν το Αγόρι να βρίσκεται στο σπίτι του και την οικογένεια του να κάνει ετοιμασίες, για το πάρτυ-έκπληξη των γενεθλίων του. Όμως η κατάληξη ήταν καταστροφική! Με το που μπήκε το Αγόρι στο σπίτι και είδε τον κόσμο να τραγουδά την ευχή, έκλεισε με τα χέρια του σφιχτά τα αυτιά του, αρχίζοντας να βηματίζει γρήγορα και νευρικά και να φωνάζει… «δεν μου είχατε πει ότι θα ΄ρθει κόσμος και ότι θα κάνω γιορτή. Θέλω να φύγουν όλοι! Δεν θέλω αυτή την τούρτα ,θέλω εκείνη που είχα όταν έκλεινα τα έξη μου, με τα αυτοκινητάκια, το κόκκινο με την σημαιούλα και το αγωνιστικό με τα σήματα οδικής κυκλοφορίας …».
Λέγοντας αυτά έτρεξε και κλειδώθηκε στο μπάνιο μέχρι που φυγε και ο τελευταίος καλεσμένος.
Οι εποχές και οι σχολικές γιορτές διαδέχονταν η μια την άλλη στην ταινία, μα το Αγόρι έμενε σταθερά όμοιο στις αντιδράσεις και την συμπεριφορά του. Ψήλωνε μέρα με την μέρα, μα η συμπεριφορά και οι κινήσεις του, πρόδιδαν παιδί τουλάχιστον τρία χρόνια μικρότερο. Εντωμεταξύ και οι συμμαθητές του μεγάλωναν και πια η διαφορετικότητά του ,άρχισε να φέρνει προβλήματα και καθημερινές συγκρούσεις. Η ζωή του στο σχολείο γίνονταν ανυπόφορη κάποιες μέρες-εκείνες δηλαδή που άντεχε και κατάφερνε να πάει για μάθημα-.
Ένα πρωί μπαίνει στην τάξη η Μαργαρίτα που πάντα καθόταν ένα θρανίο μπροστά από το Αγόρι, έχοντας βάλει το πρώτο άρωμα που της χάρισε η νονά της για την γιορτή της. Ήταν απαλό γλυκό , πολύ ευχάριστο άρωμα και δεν πέρασε απαρατήρητο από την όσφρηση του Αγοριού. Την ώρα της ιστορίας-το μισούσε αυτό το μάθημα , έπρεπε να θυμάται ένα σωρό πράγματα, πληροφορίες και λεπτομέρειες που του φαίνονταν ολότελα άχρηστες και βαρετές- και ενώ ταξίδευε με το μυαλό του έφτασε στην μύτη του ακόμα μια φορά η μυρωδιά της κολόνιας .Υπερνικώντας την φυσική δειλία ατολμία και αντικοινωνικότητά του, σηκώνει το χέρι του και όταν του έδωσε τον λόγο η δασκάλα ,με κείνη την λίγο παράξενη φωνή του ακούστηκε να λέει «Κυρία η κολώνια της Μαργαρίτας …βρωμάει!»
Σιγή δευτερολέπτων και από την δασκάλα και από την τάξη και μετά …, μια Μαργαρίτα που έμπηξε τα κλάματα, με τις διπλανές της να την χαϊδολογάνε να ησυχάσει ενώ ταυτόχρονα κατακεραύνωναν τον Αγόρι με τις ματιές τους. Τα αγόρια από την άλλη , ή που έκαναν καζούρα- άλλο που δεν ήθελαν δηλαδή-
« άκου αρώματα και κουραφέξαλα…, εδώ ένα δυνατό παίκτη της Εθνικής μας δεν ξέρουν τα κορίτσια …τα αρώματα τις μάραναν» , ή που άρχισαν να σιγοψυθιρίζουν «πάλι τόκανε το θαύμα του ο σπασίκλας, φρικιό είναι, καλά δεν του μιλάει κανείς και κανείς δεν τον κάνει παρέα» και άλλα παρόμοια.
Η φωνή της δασκάλας δυνατή, έβαλε τέρμα στην αναστάτωση της τάξης. Πλησίασε το Αγόρι ήρεμα αποφεύγοντας να το κοιτάξει στα μάτια και το ρώτησε , «πως καταλαβαίνεις όταν μπαίνεις στο σπίτι σου αν το φαγητό που θα φάτε είναι από τα αγαπημένα σου;» Κοιτώντας πάντα το πάτωμα της αίθουσας με ελαφρώς ανασηκωμένες τις ωμοπλάτες του το αγόρι απάντησε χαμηλόφωνα, « από το πώς βρωμάει…» . Τα παιδιά άρχισαν πάλι γέλια , κοροϊδίες και η δασκάλα αφού τους είπε να ησυχάσουν, απευθύνθηκε και πάλι στο Αγόρι : « το φαγητό μυρίζει, τα λουλούδια μυρίζουν, το φρέσκο ψωμί και το κέικ στο φούρνο μυρίζουν. Βρωμάνε, τα αφημένα μέρες σκουπίδια, ένα ξεχασμένο πολλές μέρες στην τσάντα σου φρούτο που έχει πια σαπίσει». Τελειώνοντας σκύβει και το ρωτάει χαμηλόφωνα : «η κολώνια της Μαργαρίτας μυρίζει ή βρωμάει; Για σκέψου με τα παραδείγματα που σου είπα πριν». «..Μμυρίζει;…» απάντησε ψελλίζοντας διστακτικά το Αγόρι περιμένοντας να δει τις αντιδράσεις της. «Ναι, σωστά μυρίζει!» είπε η δασκάλα και βάλθηκε για μια ακόμα φορά να επαναφέρει την τάξη της σε κείνες τις «έρμες» σελίδες του βιβλίου της ιστορίας.
Το επεισόδιο δεν έμελλε να λήξει όμως εκεί . Στην επόμενη σκηνή της ταινίας, στον αυλόγυρο ένα τσούρμο παιδιών πλησίασε το Αγόρι. Έκαναν ένα κύκλο γύρω του και άρχισαν τα πειράγματα. « Ζήτω που καήκαμε με σένα. Μυαλό δεν έχεις; Έ; Το σχολείο τι το θέλεις..;» Το Αγόρι όμως δεν μπορούσε να κατανοήσει, ούτε τις μεταφορές ούτε τις παρομοιώσεις –όσο φιλότιμες προσπάθειες και αν έκανε η δασκάλα όλα αυτά τα χρόνια- . Ακόμα και στα διαλλείματα το κρατούσε μαζί της στην αίθουσα και προσπαθούσε να το βοηθήσει να τα καταλάβει.
Μαζεύοντας όλο το κουράγιο του και κοιτώντας πάντα τις μύτες των ποδιών του λέει σιγανά. «Πιάσαμε φωτιά και καήκαμε και φωνάζετε και Ζήτω;;;…., δεν καταλαβαίνω τι λέτε». Αυτό ήταν! Ένα από τα αγόρια ,του πήρε το μπουκάλι με το νερό που κρατούσε και ρίχνοντάς το τον έκανε μούσκεμα , ένα άλλο πήρε το κολατσιό του και άρχισε να φωνάζει, «το τόστ σου βρωμάει, το τόστ σου βρωμάει…».
Το Αγόρι κλείστηκε στις τουαλέτες των αγοριών και χρειάστηκε ώρα και πολλά παρακάλια από την δασκάλα για να το πείσει να βγεί. Οι δικοί του το πήγαν σπίτι , κλείστηκε στο δωμάτιό του, από όπου και αρνιόταν να βγεί για να πάει σχολείο. Αυτός ο κόσμος εκεί έξω που δεν πολυκαταλάβαινε, οι άνθρωποι που δεν ακριβολογούσαν όταν μιλούσαν, η συνήθεια τους να αγγίζονται ,να μιλάνε δυνατά να κάνουν θόρυβο, να κάνουν τα ίδια πράγματα καθημερινά αλλά με διαφορετικούς τρόπους, οι αλλαγές στα ρούχα και στα παπούτσια τους, τούφερναν πανικό, φόβο και αγωνία. Η μόνη σιγουριά και εγγύηση γαλήνης για κείνο ήταν ο χώρος του δωματίου του και η μοναξιά του .
Το Αγόρι της ταινίας, για κείνη τουλάχιστον την χρονιά δεν ξαναπήγε στο σχολείο. Την μέρα των απολυτηρίων άσκοπα ακούστηκε και το δικό του όνομα για να πάρει το χαρτί και κείνο το όμορφο άλμπουμ με φωτογραφίες όλων των παιδιών που με φροντίδα και επιμέλεια είχε φτιάξει όλη η τάξη με την βοήθεια της δασκάλας-άλλωστε θάχε αρνηθεί έτσι και αλλιώς να φωτογραφηθεί με τα υπόλοιπα παιδιά της τάξης, όπως είχε κάνει και τις προηγούμενες χρονιές μιας και μισούσε τις φωτογραφίες και την αναφορά στο όνομά του -.
Η ταινία τέλειωσε, οι κουρτίνες τραβήχτηκαν και το κουδούνι του διαλλείματος χτύπησε . Η κυρία Κατερίνα, είπε στα παιδιά να βγούνε στην αυλή και ότι θα συζητούσαν μετά τα όσα είδαν. Για πρώτη φορά τα παιδιά άφηναν την αίθουσα μουδιασμένα χωρίς φωνές, σπρωξίματα, αγκωνιές και πειράγματα. Μα και στον αυλόγυρο η ατμόσφαιρα ήταν βαριά και μουντή. Σαν όλα νάθελαν κάτι να πουν χωρίς να ξέρουν τι, ούτε που ήξεραν από πού να αρχίσουν να συζητάν τα όσα είδαν.
Πρώτη φορά ένοιωθαν έτσι. Πρώτη φορά, άρχισαν να αναρωτιούνται αν κάτι παρόμοιο είχε συμβεί και στο δικό τους σχολείο μα δεν του είχαν δώσει προσοχή. Αν είχαν φερθεί και κείνα με ανάλογο τρόπο σε κάπως «ξεχωριστούς» συμμαθητές τους που ίσως μιλούσαν ή έγραφαν παράξενα, ή που δεν μπορούσαν να μάθουν κάτι εύκολα ή και καθόλου, και που μοναχικοί έστεκαν στον αυλόγυρο στα διαλλείματα.
Το κουδούνι χτύπησε. Τα παιδιά μπήκαν στην τάξη και η κυρία Κατερίνα, που σ΄όλο το διάλλειμα, κάνοντας βόλτες στο προαύλιο τα παρατηρούσε, ξέροντας πολύ καλά πως ένοιωθαν , έσπασε την σιγή.
«Ξέρω πως έχετε πολλές απορίες με όσα παρακολουθήσατε στην ταινία αλλά σιγά-σιγά θα τις λύσουμε όλες. Ήθελα να δείτε την ταινία πριν αρχίσουμε τις ετοιμασίες για την γιορτή μας, για τα ιδιαίτερα ξεχωριστά παιδιά. Εκείνο που θέλω τουλάχιστον για σήμερα να πω, και αυτό να σκεφτείτε μέχρι αύριο που θα αρχίσουμε να δουλεύουμε είναι αυτό: «το κάθε ανθρώπινο πλάσμα είναι ξεχωριστό και μοναδικό. Πόσο μάλλον τα παιδιά που είναι ότι πιο όμορφο, ελπιδοφόρο γεμάτο ζωή και ελπίδα υπάρχει στην γη. Και τα ιδιαίτερα αυτά παιδιά, εκείνα που σας φαίνονται κάπως παράξενα είναι ίδια σαν και σας. Έχουν ανάγκη από τροφή, αγάπη ,αποδοχή, αφοσίωση. Έχουν ανάγκη από ένα χαμόγελο, μια κουβέντα, κάποιον να τα υποστηρίζει και να παλεύει για τα δικαιώματά τους, ότι χρώμα και αν έχουν ότι γλώσσα και αν μιλάν. Ένα από αυτά τα δικαιώματά τους είναι εκείνο στην εκπαίδευσης, όποια προβλήματα ένταξης και μάθησης αν έχουν.
Θέλω να το θυμάστε καλά αυτό, « η εκπαίδευση είναι δικαίωμα κάθε ανθρώπου, είναι δικαίωμα κάθε παιδιού».
* Με αφορφή την Παγκόσμια Ημέρα για τα Δικαιώματα του Παιδιού / 20 Νοεμβρίου
Η Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού, που αποτελεί το πλέον αποδεκτό κείμενο για τα ανθρώπινα δικαιώματα παγκοσμίως, υιοθετήθηκε από τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ στις 20 Νοεμβρίου του 1989. Την έχουν επικυρώσει όλα τα κράτη του κόσμου, εκτός των ΗΠΑ και της Σομαλίας (η χώρα μας την επικύρωσε στις 2 Δεκεμβρίου 1992 με τον νόμο 2101), και τα 54 άρθρα της καλύπτουν όλα τα δικαιώματα των παιδιών που χωρίζονται σε 4 τομείς: Δικαιώματα Επιβίωσης, Ανάπτυξης, Προστασίας και Δικαιώματα Συμμετοχής.
Παρά τα διεθνή κείμενα προστασίας των παιδιών, που σε πολλές χώρες αποτελούν κενό γράμμα, εκατομμύρια παιδιά εξακολουθούν να υποφέρουν από τη φτώχεια και να στερούνται της στοιχειώδους σχολικής εκπαίδευσης, εκατοντάδες χιλιάδες υφίστανται τις τραγικές συνέπειες συρράξεων και οικονομικού χάους, δεκάδες χιλιάδες ακρωτηριάζονται στους πολέμους και πολλά ακόμη ορφανεύουν ή και σκοτώνονται από τον ιό του AIDS και από άλλες ασθένειες. Τα στοιχεία και οι αριθμοί είναι καταπέλτης στο εφησυχασμό της συνείδησης.