ΣΥΝΑΞΑΡΙΑ: Βίοι Λέσβιων Λαϊκών Αγωνιστών
Του Γιώργου Μιχαηλάρη
Το νέο δίτομο έργο του Μυτιληνιού Παναγιώτη Κουτσκουδή είναι ακριβώς αυτό που λέει και ο τίτλος του, ούτε κάτι παραπάνω ούτε κάτι λιγότερο.
Πώς μπορεί κανείς όμως να παρουσιάσει μια ακάματη έρευνα τουλάχιστον 25 χρόνων που με κόπο συμπύκνωσε σε 1360 σελίδες για τους λαϊκούς αγωνιστές, κομμουνιστές, αντιφασίστες και απλούς ανθρώπους όχι οποιουδήποτε τόπου αλλά του νησιού της Λέσβου;
Με μια αγωνιστική παράδοση που ξεκινάει από τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα, με τον χαρακτηρισμό «το κόκκινο νησί» να το ακολουθεί αλλά να μην αποτελεί απλά μια φράση. Αντιλαμβάνεται κανείς και μόνο ξεφυλλίζοντας ότι ο τίτλος αυτός έχει αποκτηθεί μετά από θυσίες αναρίθμητων αγωνιστών που γαλουχήθηκαν στον συγκεκριμένο τόπο. Κυρίως όμως αντιλαμβάνεται ότι όλοι αυτοί οι απλοί, αγνοί αγωνιστές δεν ξεπήδησαν από το νησί έτσι απλά ή επειδή έτυχε.
Υπήρχαν αιτίες και δεν ήταν άλλες από το ότι στο νησί αυτό, από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας ακόμα, μαζί με την φτωχή αγροτιά δημιουργήθηκε και εργατική τάξη στις βιοτεχνίες που στήθηκαν, με την απάνθρωπη εκμετάλλευση από τους εργοδότες να αποτελεί καθεστώς.
Και σ’ αυτούς αργότερα ήρθαν να προστεθούν οι πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία με καταστάσεις εκμετάλλευσης ίσως και μεγαλύτερες από αυτές που βιώνουν οι σημερινοί που φτάνουν στο νησί.
Οι ταξικοί αγώνες που δόθηκαν στη Λέσβο ήταν αναμενόμενοι όπως και αναπόφευκτη η συσπείρωση στο ΚΚΕ, στην Εθνική Αντίσταση κατά την διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, στο Δημοκρατικό Στρατό Μυτιλήνης στον Εμφύλιο, στην ΕΔΑ αμέσως μετά μέχρι και μετά την μεταπολίτευση όπου μέχρι σήμερα εκλέγεται στη Λέσβο κομμουνιστής βουλευτής. Συνδεμένη η ιστορία του κινήματος στη Λέσβο με το ΚΚΕ, γι’ αυτό ο Παναγιώτης Κουτσκουδής με σεβασμό αφιέρωσε τη δουλειά του στα 100χρονα του κόμματος.
Ο Παναγιώτης Κουτσκουδής κατάφερε με πολύ προσωπικό κόπο και έρευνα να συγκεντρώσει και να παραδώσει αυτή την ιστορία την οποία συνέλεξε άνθρωπο τον άνθρωπο, συγγενή τον συγγενή μαζί με φωτογραφίες και έγγραφα από κάθε εποχή. Μέσα από αυτούς τους δύο τόμους αναδεικνύει πρόσωπα και γεγονότα που ίσως πολλοί δεν γνώριζαν. Αποτελεί ουσιαστικά ένα εγχειρίδιο για παλιούς και νέους, μοναδικό για την ιστορία του νησιού και του λαϊκού και κομμουνιστικού κινήματος, που πραγματικά έλειπε.
Αρκεί λοιπόν ένα ξεφύλλισμα για να ανακαλύψει κανείς πώς γεννήθηκε και πώς ανδρώθηκε το εργατικό κίνημα στη Λέσβο με την κάθε γενιά να δημιουργεί το υπόβαθρο και να αφήνει παρακαταθήκες για να συνεχίσει η επόμενη.
Έτσι, ξεκινώντας κανείς να μελετά τα Συναξάρια θα ανακαλύψει τις ρίζες του λεσβιακού εργατικού κινήματος από την ίδρυση των πρώτων επαγγελματικών οργανώσεων, όπως η «Εργατική Αδελφότης Μυτιλήνης» το 1887, με διαλέξεις «περί εργασίας και εργάτου» το 1888, με την ίδρυση του Εργατικού Κέντρου Μυτιλήνης το 1928 και δεκάδων εργατικών Σωματείων να ξεπηδούν στη συνέχεια, όπως το «Σωματείο εργατών γης Αγιάσου» το 1928, το «Σωματείο εργαζομένων στα λιοτρίβια» το 1934 κ.ά.
Τις πρώτες εργατικές απεργίες, με πιο χαρακτηριστικές αυτή του 1930 στο χωριό Παλαιοχώρι από οικοδόμους που απαιτούσαν 8ωρο και μεροκάματα και την αστυνομία με την απειλή όπλων να τους κλείνει στο κοινοτικό γραφείο και να τους χτυπάει, την απεργία των υφαντουργών το 1929, των καπνεργατών το 1930, τις πρώτες μαζικές εκτοπίσεις του 1931 από τον Ελευθέριο Βενιζέλο, τις χιλιάδες συλλήψεις που ακολουθούν, τις εξορίες αγωνιστών του νησιού από την φασιστική δικτατορία του Μεταξά.
Όλα τα παραπάνω φυσικά ήταν αποτέλεσμα της εμφάνισης του κομμουνιστικού κινήματος στη Λέσβο γύρω στο 1920 με τις πρώτες μικροομάδες των τριών – πυρήνες με τα μέλη του κόμματος να φορούν τραγιάσκες και κόκκινες γραβάτες - και χώρους δουλειάς, τα καπνομάγαζα, τους τσαγκάρηδες, τους εργαζόμενους στην Ηλεκτρική Εταιρεία, όπως μαθαίνουμε από το βιβλίο.
Με τους πρώτους κήρυκες της επανάστασης στο νησί να μην είναι άλλοι από τους Λέσβιους στρατιώτες που στάλθηκαν στην εκστρατεία της Ουκρανίας να καταπνίξουν τη Ρώσικη επανάσταση και όταν απολύθηκαν επέστρεψαν στα χωριά του νησιού μεταφέροντας αυτά που είδαν και άκουσαν …για τους φτωχούς που ξεσηκώθηκαν.
Ήταν σπόρος που άνθισε ιδιαίτερα στην Κατοχή με κορωνίδα την παραμονή των Χριστουγέννων του Δεκέμβρη του 1944 που όλο το νησί σύσσωμο στο λιμάνι είπε στους Βρετανούς «go home» και απέκρουσε την προσπάθεια απόβασης τους στέλνοντας πίσω τα πλοία με τα αποικιοκρατικά στρατεύματα.
Συνάμα το νησί είχε να αναδείξει σπουδαίους αγωνιστές – προοδευτικούς διανοούμενους ειδικά την περίοδο του Μεσοπολέμου. Ταγμένοι στο στρατόπεδο των δημοτικιστών, όπως ο Μυριβήλης και ο Βενέζης, έδωσαν το δικό τους στίγμα.
Το πώς έφτασε το νησί το 1931, όπως περιγράφει ο Κώστας Βασάλος, μέλος της εκλογικής επιτροπής τότε, ο υποψήφιος βουλευτής του ΚΚΕ Αχιλλέας Κοντάρας να λάβει 4.750 ψήφους, ο οποίος φυσικά αμέσως συνελήφθη και στάλθηκε εξορία στη Γυάρο με βάση το ιδιώνυμο. Τότε ήταν που η ΚΕ του ΚΚΕ έδωσε το χαρακτηρισμό «το κόκκινο νησί».
Φυσικά όλα τα παραπάνω αποτελούν ιστορικά στοιχεία. Η ιστορία όμως γράφεται από ανθρώπους και αυτοί αναφέρονται μαζί με τους βίους τους και σε πολλές περιπτώσεις με μαρτυρίες τους. Είναι ενδεικτικό ότι η πλειοψηφία των αγωνιστών και αυτό δεν είναι τυχαίο προέρχονται από δύο συγκεκριμένα χωριά τον Μανταμάδο και την Αγιάσο, χωρίς φυσικά κανείς να υποτιμάει την προσφορά χιλιάδων αγωνιστών από τα υπόλοιπα δεκάδες χωριά του νησιού.
Στο βιβλίο λοιπόν θα εντοπίσει κανείς πρόσωπα από τον Νίκο Πασαλή (1884–1985), τον «πρώτο κομμουνιστή στη Λέσβο», πρόδρομη μορφή του λαϊκού κινήματος στη Λέσβο, τους πρώτους αγωνιστές στις αρχές του 1900, πολλούς στρατιωτικούς και μετέπειτα μέλη του ΕΛΑΣ. Είναι ενδεικτικό ότι το 1922 ιδρύθηκε με πρωτοβουλία στελεχών του ΚΚΕ «Ένωση Παλαιών Πολεμιστών».
Ο γνωστός αγωνιστής δάσκαλος και δήμαρχος Μυτιλήνης από το Μανταμάδο Απόστολος Αποστόλου. Εκλέχτηκε δήμαρχος το 1956 ως υποψήφιος της ΕΔΑ, επανεκλέγεται το 1959 και το 1964, μέχρι που τον έπαυσε η Χούντα για να επανέλθει το 1975 όπου εκλέγεται για τέταρτη φορά δήμαρχος και ξανά το 1978 για να αποχωρήσει το 1982.
Ο Κώστας Βασάλος, ο παλαίμαχος κομμουνιστής, δύο φορές βουλευτής του ΚΚΕ στις εκλογές του 1977 και 1981.
Ο Ορφέας Οικονομίδης, δημοσιογράφος, αρχισυντάκτης του Ριζοσπάστη, ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ. Στον Οικονομίδη οφείλεται η διάσωση του γνωστού λόγου του Άρη Βελουχιώτη στη Λαμία, στις 29 Οκτωβρίου 1944, τον οποίο δημοσίευσε στις εφημερίδες «Ρούμελη» και «Νέο Δρόμο».
Ο Νίκος Βαβούδης, ναυτεργάτης στη Μυτιλήνη, εθελοντής στον Ισπανικό εμφύλιο, του οποίου - στην εισβολή του 1951 στην Καλλιθέα - εντόπισαν τον παράνομο ασύρματο και την επόμενη ημέρα τον ίδιο. Πρόλαβε όμως να κάψει όλα τα έγγραφα και να αυτοκτονήσει. Κατηγορήθηκε μαζί με τον Πλουμπίδη τότε από το ΚΚΕ και αποκαταστάθηκε χρόνια μετά.
Ο Ακίνδυνος Αλβανός, ηγετική μορφή της ΟΠΛΑ Θεσσαλονίκης, που όταν εξαρθρώθηκε η οργάνωση πήρε όλη την ευθύνη της δράσης της πάνω του και ύστερα από μια συγκλονιστική απολογία στο στρατοδικείο (που δημοσιεύεται ολόκληρη στο βιβλίο) εκτελέστηκε στο Γεντί Κουλέ τον Οκτώβρη του 1947.
Η θρυλική αντάρτικη μορφή του Κυριάκου Πασχαλιά από την Αγιάσο, ο φόβος και ο τρόμος των κυβερνητικών την περίοδο του εμφυλίου. Ήταν αγωνιστής του Δημοκρατικού Στρατού με μεγάλη φήμη στο νησί και έπεσε μαχόμενος το 1950 στην τελευταία ουσιαστικά μάχη του ΔΣΛ, όπου σκοτώθηκαν και οι τελευταίοι καπεταναίοι του.
Ο Δημήτρης Βέης για πολλά χρόνια πρόεδρος του «κόκκινου» Μανταμάδου από το 1978 μέχρι και το 1990, το χωριό που ακόμα και σήμερα αποτελεί για το ΚΚΕ απόρθητο κάστρο.
Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι στο συγκεκριμένο χωριό ειδικά την περίοδο της Χούντας είχε τοποθετηθεί ένας υπερεθνικόφρονας ενωμοτάρχης, ο περιβόητος Νίκος Μαυρωνάς, ο οποίος εξουσίαζε το χωριό με κάθε τρόπο.
Ο Βασίλης Δουκάκης ο οποίος κατάφερε να κάνει μεγάλη ακαδημαϊκή καριέρα σπουδάζοντας μετά τα 36 του χρόνια, έχοντας στο βιογραφικό του και τη μυθιστορηματική απόδραση από τις φυλακές Βούρλων το 1955 μαζί με 27 στελέχη του ΚΚΕ. Το 1960 δικάστηκε μαζί με τον Χαρίλαο Φλωράκη και τον Κώστα Λουλέ στη δίκη των 42 στελεχών του ΚΚΕ για κατασκοπεία.
Οι Γιώργος Σκούφος και Κώστας Αχλιόπτας, οι δύο τελευταίοι αντάρτες που παραδόθηκαν το 1955 και ελευθερώθηκαν αμέσως μετά τα μέτρα επιείκειας της κυβέρνησης Παπάγου.
Το πέρασμα του Άρη Βελουχιώτη από την Λέσβο το 1934, ο οποίος στάλθηκε με απόφαση του ΚΚΕ για να βοηθήσει στην ανάπτυξη του κινήματος στο νησί, που μαζί με τη Καβάλα και τον Βόλο θεωρούνταν οι πλέον αγωνιστικοί τόποι.
Ο Άρης, ως Θανάσης Μιζέριας, είχε συλληφθεί μάλιστα στη Λέσβο για πλαστά έγγραφα. Ο ερχομός του Θανάση Κλάρα συντέλεσε στην μεγάλη αύξηση της επιρροής του ΚΚΕ. Το 1935 το ΚΚΕ πήρε στις εκλογές 4.565 ψήφους (13,74%) και στη Μυτιλήνη αλλά και σε άλλα χωριά ήρθε πρώτο με διπλάσιους ψήφους από τις προηγούμενες εκλογές.
Στο βιβλίο γίνονται μεγάλες αναφορές σε όλους τους τόπους εξορίας από τους οποίους δεν έλλειψε κανένας Μυτιληνιός, αλλά και στους έξι αγωνιστές του νησιού που ήταν μεταξύ των 200 κομμουνιστών που εκτελέστηκαν στην Καισαριανή την Πρωτομαγιά του 1944.
Επίσης η μεγάλη συμβολή μέρους του Κλήρου στην Εθνική Αντίσταση, με προεξέχουσα προσωπικότητα τον Μητροπολίτη Μηθύμνης Διονύσιο και άλλους.
Τις ημέρες απελευθέρωσης της Λέσβου από τους Γερμανούς, 9-10 Σεπτέμβρη 1944, αλλά και ιστορίες όπως αυτή της ανατίναξης του νταμιού της Τσερκέζας. Όταν η εκ Τουρκίας μεγαλοκτηματίας την παραμονή Πρωτοχρονιάς του 1948 κάλεσε τους τελευταίους αντάρτες να φάνε και να πιούνε και τους ανατίναξε.
Αμέσως μετά την περίοδο με τους Λαμπράκηδες, με τις μαζικές οργανώσεις που δημιουργήθηκαν και τις συγκλονιστικές υποδοχές του Μίκη Θεοδωράκη σε Αγιάσο και Μανταμάδο. Και στη συνέχεια η Χούντα όπου οι δύο πρώτοι συλληφθέντες στο νησί δεν ήταν άλλοι από τους δύο βουλευτές της ΕΔΑ στη Λέσβο Θεόφραστο Παπά και Νίκο Γανίτη και το νεκρό του Πολυτεχνείου το 1973, τον Μιχαήλ Μυρογιάννη, ηλεκτρολόγο από τη Μυτιλήνη, ο οποίος δολοφονήθηκε εν ψυχρώ από τον γνωστό Ντερτιλή.
Ίσως όμως την καλύτερη περιγραφή δίνει με το δικό του γλαφυρό τρόπο ο ίδιος ο συγγραφέας Παναγιώτης Κουτσκουδής ο οποίος στον πρόλογό του σημειώνει:
«Συναξάρια λέγονται τα ειδικά λειτουργικά βιβλία που περιλαμβάνουν σύντομες ή εκτενείς διηγήσεις του βίου γενικά και των μαρτυρίων που υπέστησαν οι άγιοι και οι οσιομάρτυρες της χριστιανοσύνης. Όμως, μυριάδες ακόμα είναι αυτοί που μαρτύρησαν για την πίστη και την ιδεολογία τους. Ατέλειωτες είναι οι εκατόμβες των θυμάτων των απελευθερωτικών, των αντιφασιστικών, των ταξικών αγώνων. Αυτών που θυσίασαν τη ζωή τους για έναν καλύτερο κόσμο. Που στήθηκαν στο εκτελεστικό απόσπασμα, που πέθαναν από τα βασανιστήρια και τις κακουχίες στις εξορίες και στις φυλακές, που έπεσαν στις τάξεις του ΕΛΑΣ και του ΔΣΕ ή από τα δολοφονικά χτυπήματα της εργοδοσίας και της κρατικής καταστολής. Αλλά κι εκείνων που βάδισαν τον ίδιο πολύπαθο δρόμο, όμως, από τύχη και όχι από υποχώρηση στις αρχές τους, κατάφεραν να επιβιώσουν, κρατώντας ψηλά ως το τέλος τα αιματοβαμμένα φλάμπουρα του ταξικού αγώνα.
Συναξάρια, λοιπόν, βαφτίσαμε κι εμείς – συμβολικά - αυτό το δίτομο βιβλίο που περιλαμβάνει αντιπροσωπευτικές βιογραφίες και νεκρολογίες Λέσβιων Λαϊκών Αγωνιστών, η ζωή των οποίων, εμπνεόμενη από τα σοσιαλιστικά ιδεώδη, αναλώθηκε στο βωμό της ταξικής πάλης για την επαναστατική ανατροπή της καπιταλιστικής σκλαβιάς και την οικοδόμηση του σοσιαλισμού. Ο τίτλος αυτός προσδίδει μιαν «ιερότητα» στην έκδοση και ενεργοποιεί τα δημοκρατικά αισθήματα του αναγνώστη».
Παναγιώτης Μιχ. Κουτσκουδής
Γεννήθηκε το 1963 στη Μυτιλήνη και μένει μόνιμα στην Αγιάσο Λέσβου. Είναι συνταξιούχος αυτοδιοικητικός υπάλληλος.
Έχει πολύχρονη θητεία στα κοινά και ιδιαίτερα στα πολιτιστικά δρώμενα της Αγιάσου, με αιχμή του δόρατος το πατροπαράδοτο καρναβάλι. Την περίοδο 2003-2010 είχε την οργανωτική ευθύνη των πολιτιστικών εκδηλώσεων του Δήμου Αγιάσου Λέσβου και συνέβαλε στην υλοποίηση σημαντικών έργων και δράσεων τουριστικής του προβολής.
Επί σειρά ετών είναι γενικός γραμματέας του Αναγνωστηρίου Αγιάσου «Η Ανάπτυξη», ενός από τα πιο ιστορικά σωματεία του αιγαιοπελαγίτικου χώρου με τεράστια εθνική, κοινωνική και πολιτιστική προσφορά, και ενεργό μέλος τοπικών μαζικών φορέων, εθελοντικών ομάδων και συλλογικοτήτων. Αρθρογραφεί σε λεσβιακές εφημερίδες και περιοδικά και συμμετέχει στην πραγματοποίηση έντυπων και ψηφιακών εκδόσεων, καθώς και εκδηλώσεων σχετικών με πολιτιστικά και ιστορικά θέματα.
Έχει γράψει τα βιβλία:
- «Πνευματικό Κέντρο Αναγνωστήριο Αγιάσου ‘Η Ανάπτυξη’. Ανέσπερο φως στο μετερίζι του λαϊκού πολιτισμού» (Ιστορικό Λεύκωμα, σελ. 218). Εκδότης: Αναγνωστήριο Αγιάσου «Η Ανάπτυξη». Μυτιλήνη 2006
- «Το αγιασώτικο καρναβάλι. Οι ρίζες του και η πορεία του στο διάβα του χρόνου». Α΄ τόμος (σελ. 816) Μυτιλήνη 2009. Β΄ τόμος (σελ. 816) Μυτιλήνη 2011. Εκδότης: Αναγνωστήριο Αγιάσου «Η Ανάπτυξη»
- «Μιχάλης Λιαρούτσος. Από ώρας πρώτης έως εσχάτης» (ιστορική βιογραφία, σελ. 432) Εκδόσεις ΚΨΜ, Αθήνα 2017
Επίσης με το Βασίλη Καλογερά συνέγραψαν τα βιβλία:
- «Δημοκρατικός Στρατός Λέσβου. Συνοπτική Ιστορία – Μαρτυρολόγιο – Τόποι Μαρτυρίου.» Α΄ έκδοση (σελ. 148) Αθήνα 2002. Β΄ έκδοση (σελ. 176) Μυτιλήνη 2013. Εκδότης: Λεσβιακή Εφημερίδα «Νέο Εμπρός».
- «Γιώργος Αθ. Σκούφος. Σελίδες του Αγώνα.» Α΄ έκδοση (σελ. 256) Μυτιλήνη 2007. Β΄ έκδοση (σελ. 256) Μυτιλήνη 2009. Εκδότης: Λεσβιακή Εφημερίδα «Νέο Εμπρός».
*Η έκδοση έχει γίνει από τον ίδιο τον συγγραφέα Παναγιώτη Κουτσκουδή. Η πρώτη έκδοση του βιβλίου εξαντλήθηκε σχεδόν αμέσως και πριν λίγες ημέρες τυπώθηκε και η δεύτερη και διατίθεται σε επιλεγμένα βιβλιοπωλεία ή μετά από παραγγελία στο email: pmmkoutsk@gmail.com