Skip to main content
|

Αλ. Τσίπρας: Θα απέχουμε από τις ψηφοφορίες στη Βουλή, να προκηρυχθούν άμεσα εκλογές

ΑΠΕ-ΜΠΕ/ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ/ANDREA BONETTI

SHARE

ΜΟΙΡΑΣΟΥ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟ

Χρόνος ανάγνωσης :
14'

Την άμεση διάλυση της Βουλής και την προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία, εντός τριών εβδομάδων το λιγότερο, όπως το Σύνταγμα ορίζει, ζήτησε ο Αλέξης Τσίπρας, με δηλώσεις του από το Ζάππειο.

Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης σημείωσε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ ζητά «ο ελληνικός λαός να είναι αυτός που θα απαντήσει άμεσα, και όχι οι πιθανώς εκβιαζόμενοι βουλευτές της ΝΔ, στο κρίσιμο, στο υπαρξιακό ερώτημα που ετέθη προχθές στο κοινοβούλιο: Με τη δημοκρατία ή την εκτροπή». Παράλληλα ανακοίνωσε ότι «όσο ο κ. Μητσοτάκης θα αρνείται να πράξει το αυτονόητο, να προσφύγει στη κρίση του ελληνικού λαού για όσα εναντίον της δημοκρατίας και του Κράτους Δικαίου διέπραξε, ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ δε θα νομιμοποιεί το νομοθετικό έργο μιας κυβέρνησης της εκτροπής» και ότι, συνεπώς, «από εδώ και στο εξής, με εξαίρεση τη συμμετοχή μας για ευνόητους λόγους στην αντιμετώπιση της προσπάθειας να επανέλθει στο προσκήνιο η εγκληματική συμμορία των νεοναζί, -με εξαίρεση τη συμμετοχή μας σε αυτή τη διαδικασία αν υπάρξει νομοθετική διαδικασία για αυτό-, θα απέχουμε από κάθε ψηφοφορία στη Βουλή».

Ειδικότερα, ασκώντας έντονη κριτική στον πρωθυπουργό, ο κ. Τσίπρας ανέφερε στις δηλώσεις του ότι «τα αδιάψευστα πλέον στοιχεία για τις παρακολουθήσεις από την ΕΥΠ με ευθύνη του πρωθυπουργού, παρακολουθήσεις που αφορούσαν τη στρατιωτική ηγεσία, υπουργούς, αρχηγό κόμματος, ευρωβουλευτές και δημοσιογράφους», καθώς και η εξέλιξη της συζήτησης στη Βουλή, «δημιουργούν νέα δεδομένα που κανείς πια δε δικαιούται να αγνοεί». Υποστήριξε ότι η συζήτηση και η κατάληξη της πρότασης δυσπιστίας που κατέθεσε ο ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ προς την κυβέρνηση, «πέραν της ενοχής του πρωθυπουργού αποκάλυψε ότι η διάβρωση των θεσμών της δημοκρατίας, αλλά και η παράλληλη και επικίνδυνη διάβρωση της κοινωνικής συνοχής, έχουν δυστυχώς προχωρήσει πολύ βαθιά».

Μίλησε για «κακοποίηση του κράτους δικαίου» που «έρχεται να επιβάλει και να καλύψει μια τεράστια αναδιανομή πλούτου υπέρ λίγων και ισχυρών και σε βάρος της κοινωνικής πλειοψηφίας», προσθέτοντας ότι «η αισχροκέρδεια, που κοστίζει δραματικά στα νοικοκυριά, νομιμοποιείται και προστατεύεται με τον πιο απροσχημάτιστο και προκλητικό τρόπο». Ανέφερε ότι «οι ισχυροί γίνονται ισχυρότεροι, τα ουρανοκατέβατα  κέρδη γίνονται κανονικότητα, ενώ η κοινωνική πλειοψηφία, η μεσαία τάξη, οι εργαζόμενοι, ωθούνται στο περιθώριο της ανασφάλειας, της φτώχειας και της αγωνίας για το αύριο». Επιπλέον κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι η διαφθορά χαρακτηρίζει κάθε πράξη της, «όπως δείχνουν τα συνεχή σκάνδαλα διασπάθισης του δημόσιου χρήματος, το όργιο των απευθείας αναθέσεων, και οι τελευταίες θλιβερές αποκαλύψεις για διαπλοκή τομέων του κράτους ακόμα και με το οργανωμένο έγκλημα».

Ανέφερε ότι «ποτέ άλλοτε μια κυβερνητική πλειοψηφία δεν ήταν τόσο εκτεταμένα συνδεδεμένη με τόσο σοβαρές περιπτώσεις διαφθοράς. Ονόματα κυβερνητικών στελεχών, Πάτσης, Στάσης, Χειμάρας, Μαραβέγιας, Νικολάου, Πέτσας, είναι σήμερα συνώνυμα με μεγάλα κυβερνητικά σκάνδαλα».

Μιλώντας για την υπόθεση των παρακολουθήσεων σημείωσε ότι η εκτίμηση του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ είναι πως «το δίκτυο των υποκλοπών που στήθηκε επιμελώς μέσα στο Μέγαρο Μαξίμου, υπό την ευθύνη του ίδιου του πρωθυπουργού, δεν ήταν μια αστοχία, ένα λάθος, μια τυχαία εξέλιξη», αλλά «ένα συνειδητό και πολύπλοκο σχέδιο που ήθελε να συμπληρώσει και να καλύψει τα δίκτυα της κλοπής και της διαφθοράς». Σχολίασε ότι «αυτός ο ζόφος των δικτύων της διαφθοράς και της ασέλγειας στο Κράτος Δικαίου είναι αυτό ακριβώς που από τη πρώτη στιγμή ονομάσαμε 'καθεστώς Μητσοτάκη'».

Στο ίδιο πλαίσιο χαρακτήρισε τον κ. Μητσοτάκη «καταχραστή της δημοκρατικής εξουσίας που του παραχώρησε ο ελληνικός λαός», «αποδεδειγμένα πια και με τη βούλα της αρμόδιας κατά το Σύνταγμα ανεξάρτητης αρχής». Σχολίασε δε ότι είναι «αμετανόητος καταχραστής», «όπως απέδειξε η στάση του από την πρώτη μέρα που άρχισε να αποκαλύπτεται η δράση του παρακράτους». Διότι, συνέχισε, «οι αποδείξεις που η αρμόδια αρχή περισυνέλλεξε από τους τηλεπικοινωνιακούς παρόχους είναι μονάχα η κορυφή του παγόβουνου, καθώς οι νομότυπες επισυνδέσεις αφορούσαν μονάχα σε περιπτώσεις στόχων που για κάποιο λόγο δεν ενεργοποιούσαν το κακόβουλο λογισμικό, δεν απαντούσαν στα μηνύματα-παγίδες που λάμβαναν στο κινητό τους. Και οι στόχοι ήταν δεκάδες». Είπε ότι «η ιδιωτική ζωή του πολίτη έγινε βορά ενός εγκληματικού δικτύου υπό την εποπτεία και την καθοδήγηση του ίδιου του Πρωθυπουργού, με προφανή στόχο τον εκβιασμό, την διανομή των ιματίων του κράτους, τη χειραγώγηση των πολιτικών εξελίξεων, τη φαλκίδευση της λαϊκής βούλησης», ενώ σημείωσε ότι «η εθνική ασφάλεια, που συνεχώς επικαλείται ο κ. Μητσοτάκης για να δικαιολογήσει τις τεράστιες εξοπλιστικές δαπάνες των τελευταίων τριών χρόνων, έγινε δυστυχώς και αυτή θύμα παιγνίων εξουσίας και χρήματος με μεθόδους μαφίας». Ανέφερε ότι ακολούθησε μια «πρωτοφανής επιχείρηση συγκάλυψης με κάθε μέσο, με ψέματα, με εκβιασμούς, με τρομοκράτηση, με χειραγώγηση της δικαιοσύνης, με επίκληση του απορρήτου, με δολοφονίες χαρακτήρα» και πως ήταν «τελευταίο σκαλοπάτι στη σκάλα του Κακού η προηγούμενη Παρασκευή». Είπε ότι «ο κ. Μητσοτάκης κατάφερε να μετατρέψει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία σε όργανο αυτής της εκτροπής» και ότι «εξουδετέρωσε τη Βουλή και εκμηδένισε τον αναντικατάστατο ρόλο της στον έλεγχο της εκτελεστικής εξουσίας και την προστασία των θεσμών και της δημοκρατίας».

Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ σχολίασε ότι «το θέαμα μιας πλειοψηφίας που ομόφωνα εγκρίνει την κατάχρηση εξουσίας από τον αρχηγό της, αποτελεί σήμα κινδύνου για κάθε δημοκράτη πολίτη», ότι «το θέαμα ‘στόχων' της ΕΥΠ, που στηρίζουν στην ουσία την παρακολούθησή τους, παραμένουν στις θέσεις τους, συντάσσονται με τους αυτουργούς των υποκλοπών, παράγει αποτροπιασμό και πολιτική παρακμή». Τόνισε ότι «μια τέτοια κατάσταση σήψης και πολιτικής παρακμής, δεν μπορεί και δεν πρέπει να γίνει ανεκτή από κανένα δημοκρατικό άνθρωπο».

Κατόπιν αυτών ο Αλέξης Τσίπρας δήλωσε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ «ως αξιωματική αντιπολίτευση και ως ο μεγάλος κορμός της δημοκρατικής παράταξης στον τόπο μας, δε θα νομιμοποιήσουμε αυτή τη πρωτοφανή εκτροπή, ακόμη και αν 156 βουλευτές της ΝΔ αποφάσισαν την περασμένη Παρασκευή να τη νομιμοποιήσουν». Πιο συγκεκριμένα είπε ότι «μετά τις αποκαλύψεις των αποδείξεων της εκτροπής, μετά την άρνηση του πρωθυπουργού να δώσει έστω και μια απάντηση στη Βουλή, αυτή η κυβέρνηση για εμάς και για κάθε δημοκρατικό πολίτη είναι ηθικά και πολιτικά έκπτωτη, δε μπορεί να παραμείνει ούτε στιγμή παραπάνω και να ασκεί εξουσία, να αποφασίζει για κρίσιμες αποφάσεις που αφορούν τον ελληνικό λαό». «Ζητάμε, συνεπώς, την άμεση διάλυση της Βουλής και τη προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία, όπως το Σύνταγμα ορίζει, άμεσα, εντός τριών εβδομάδων το λιγότερο. Ζητάμε ο ελληνικός λαός να είναι αυτός που θα απαντήσει άμεσα, και όχι οι πιθανώς εκβιαζόμενοι βουλευτές της ΝΔ, στο κρίσιμο, στο υπαρξιακό ερώτημα που ετέθη προχθές στο κοινοβούλιο: Με τη δημοκρατία ή την εκτροπή».

Ο κ. Τσίπρας είπε ότι «μεταφέρουμε την πρόταση δυσπιστίας από το κοινοβούλιο στο λαό, τον ανώτατο κριτή. Γιατί στη δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα» και δήλωσε ότι «όσο ο κ. Μητσοτάκης θα αρνείται να πράξει το αυτονόητο, να προσφύγει άμεσα στην κρίση του ελληνικού λαού για όσα εναντίον της δημοκρατίας και του Κράτους Δικαίου διέπραξε, ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ δεν θα νομιμοποιεί το νομοθετικό έργο μιας κυβέρνησης που αποδεδειγμένα πια είναι κυβέρνηση της εκτροπής». Σημείωσε ειδικότερα ότι «από εδώ και στο εξής, με εξαίρεση τη συμμετοχή μας για ευνόητους λόγους στην αντιμετώπιση της προσπάθειας να επανέλθει στο προσκήνιο η εγκληματική συμμορία των νεοναζί, -με εξαίρεση τη συμμετοχή μας σε αυτή τη διαδικασία αν υπάρξει νομοθετική διαδικασία για αυτό-, θα απέχουμε από κάθε ψηφοφορία στη Βουλή».

Παράλληλα ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ σημείωσε ότι «από σήμερα ξεκινάμε τη πορεία μας προς τον ελληνικό λαό γιατί μόνο αυτός μπορεί και έφτασε η ώρα να υπερασπιστεί τη δημοκρατία και τη κοινωνική δικαιοσύνη». 

Τέλος, κάλεσε όλα τα δημοκρατικά κόμματα, τους κοινωνικούς φορείς, την  αυτοδιοίκηση, τα συνδικάτα, «να παραμερίσουν τις όποιες διαφορές και να δημιουργήσουν ένα συμπαγές τείχος προστασίας της δημοκρατίας». Κάλεσε «τους δημοκρατικούς πολίτες να πάρουν την υπόθεση της δημοκρατίας στα χέρια τους». «Με την πεποίθηση ότι η δημοκρατία υπάρχει και ζει όσο η υπεράσπισή της είναι υπόθεση του κάθε πολίτη ξεχωριστά», τόνισε καταληκτικά.

 

Ο πρωθυπουργός να προκηρύξει άμεσα εκλογές έτσι ώστε να διεξαχθούν εντός του Φλεβάρη προκειμένου να αποκατασταθεί η “ δημοκρατική τάξη”

Τη θέση του ΣΥΡΙΖΑ ότι κινήθηκε θεσμικά στο θέμα των υποκλοπών υποστήριξε ο Αλέξης Τσίπρας απαντώντας σε σχετική ερώτηση. Όπως είπε, η αξιωματική αντιπολίτευση από την αρχή ζήτησε απαντήσεις από όλους τους αρμόδιους θεσμούς και η «επιμονή» αυτή ήταν που οδήγησε στις «αποδείξεις» που έλαβε από την αρμόδια Αρχή, την ΑΔΑΕ. Σε αυτό το πλαίσιο έβαλε και την πρόταση δυσπιστίας, παρόλο που όπως είπε, δεν αναμενόταν να υπερψηφιστεί. Επίσης, ανέφερε πως αντίστοιχα η απόφαση για αποχή από τις ψηφοφορίες για το νομοθετικό έργο εφόσον υπάρξουν, είναι μια πράξη «ισχυρού συμβολισμού» γιατί η κυβέρνηση αυτή «δεν δικαιούται να συνεχίσει». «Ο ελληνικός λαός πρέπει να είναι ο κριτής» σημείωσε, τονίζοντας πως ο πρωθυπουργός οφείλει να προκηρύξει άμεσα εκλογές έτσι ώστε να διεξαχθούν εντός του Φλεβάρη προκειμένου «να αποκατασταθεί η δημοκρατική τάξη».

Απαντώντας σε ερώτηση δημοσιογράφου του ξένου Τύπου, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ σημείωσε πως απευθύνεται στη δημοκρατική κοινή γνώμη, τόσο εντός όσο και εκτός της χώρας, καθώς υπάρχει παραβίαση και του ευρωπαϊκού κεκτημένου. «Η δημοκρατία κακοποιείται βάναυσα», τόνισε ενώ αναφέρθηκε στις κινήσεις που έχει ήδη κάνει απευθυνόμενος στους ευρωπαϊκούς θεσμούς, όπως στην επίτροπο Αξιών και Διαφάνειας Βιέρα Γιούροβα και στην αρμόδια επιτροπή του Ευρωκοινοβουλίου. Σημείωσε, δε, ότι θα συνεχίσει το επόμενο διάστημα τις παρεμβάσεις προκειμένου να διεθνοποιήσει το ζήτημα, ωστόσο, το σημαντικό, είπε, είναι «να αποφανθεί ο ελληνικός λαός». Συνεχίζοντας, παρέπεμψε και στις προτάσεις που έχει κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ για θέματα όπως την αποκατάσταση του κράτους δικαίου, τον πλουραλισμό στην ενημέρωση αλλά και την ίδια την ΕΥΠ.

Ο Αλ. Τσίπρας απάντησε και για την αύξηση των επισυνδέσων την περίοδο που ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ κυβέρνηση, υποστηρίζοντας πως ο λόγος ήταν η προσφυγική κρίση και οι επισυνδέσεις είχαν σκοπό την εθνική ασφάλεια και την καταπολέμηση της τρομοκρατίας σε μία περίοδο που είχαν γίνει επιθέσεις σε ευρωπαϊκές χώρες. Όπως εξήγησε, οι ελληνικές αρχές έκαναν το καθήκον τους και ενημέρωναν για κάθε υποψία παραβατικής συμπεριφοράς. Επίσης, είπε, τότε έγιναν σοβαρές προσπάθειες για την αντιμετώπιση του «οργανωμένου εγκλήματος εντός της Αστυνομίας». «Επί ΣΥΡΙΖΑ η ΕΥΠ παρακολουθούσε την Greek Mafia, από το 2019 και μετά την ΕΥΠ τη διοικούσε η Greek Mafia», υπογράμμισε, επαναλαμβάνοντας τη φράση που είπε στη Βουλή.

 

Αντί να δώσει εξηγήσεις ο κ. Μητσοτάκης προσπάθησε με φθηνό αντιπερισπασμό να πει ότι δεν υπήρχαν ονόματα στην επιστολή Ράμμου

«Γίναμε όλοι μάρτυρες στη Βουλή μια σκηνής θεάτρου του παραλόγου, αντί ο κ. Μητσοτάκης να δώσει εξηγήσεις για τις αποδείξεις των παρακολουθήσεων, προσπάθησε με φτηνό αντιπερισπασμό να μου πει ότι δεν υπήρχαν ονόματα στην επιστολή Ράμμου», είπε ο Αλέξης Τσίπρας απαντώντας σε σχετικές ερωτήσεις.

Τόνισε ότι στην ΑΔΑΕ απευθύνθηκε στις 7 Δεκεμβρίου, μετά την επίσκεψη του στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου από τον οποίο είχε ζητήσει έρευνα στους παρόχους, και πως το ίδιο ζήτησε από την ανεξάρτητη Αρχή. «Ο μεν κ. Ντογιάκος παρέπεμψε αυτή την έρευνα στις καλένδες», είπε, προσθέτοντας ότι ο κ. Ράμμος και η ανεξάρτητη Αρχή τού ζήτησαν περαιτέρω διευκρινίσεις, να στείλει αίτημα πιο συγκεκριμένα για ποιους ακριβώς ζητά στοιχεία, -δεδομένου, όπως είπε, ότι ήταν πολύ μεγάλο το σύνολο όλων όσοι είχαν αναφερθεί σε δημοσιεύματα ότι παρακολουθήθηκαν-, για να είναι εφικτό πρακτικά να διεξαχθούν οι έρευνες στους παρόχους. Ο κ. Τσίπρας είπε ότι επέλεξε να ζητήσει για έξι πρόσωπα, αποστέλλοντας ως προς αυτό συμπληρωματική επιστολή, και σημείωσε ότι στην απαντητική επιστολή του ο κ. Ράμμος αναφέροντας ότι απαντά στην επιστολή του κ. Τσίπρα για τα έξι πρόσωπα είπε ότι και για τα έξι υπάρχουν ευρήματα.

Ο κ. Τσίπρας σημείωσε ότι επέλεξε να ζητήσει στοιχεία για τα έξι συγκεκριμένα πρόσωπα με κριτήριο τη θεσμική τους ιδιότητα, δηλαδή για πέντε ανώτατους αξιωματικούς μεταξύ των οποίων και δύο επικεφαλής των εξοπλιστικών προγραμμάτων, και του υπουργού κ. Χατζηδάκη. «Είναι δυνατόν να έρχεται στη Βουλή ο πρωθυπουργός και να προσπαθεί να ευτελίσει τη συζήτηση αρνούμενος ότι υπάρχουν ονόματα;», σχολίασε. Τόνισε ότι ο επικεφαλής της ΑΔΑΕ τον ενημέρωσε τηρώντας τη διαδικασία του απορρήτου που ορίζει ο νόμος και πως «από κει και πέρα ήταν δική μου ευθύνη στο Κοινοβούλιο να μάθει την αλήθεια ο λαός».

Σχολίασε ότι η ερευνητική δημοσιογραφία στη χώρα μας είναι ακόμα ζωντανή και έχει επιτυχίες όπως στο εξωτερικό και πως όταν συμβαίνει στο εξωτερικό, δίνουμε εύσημα.

Ο κ. Τσίπρας κληθείς να διευκρινίσει αναφορές του ότι οι υποκλοπές έγιναν για να ελεγχθεί η ροή του χρήματος, τόνισε ότι «η απάντηση μας είναι ότι θεωρούμε ότι είναι πολύ πιθανό -τις απαντήσεις οφείλει να τις δώσει η κυβέρνηση- οι παρακολουθήσεις αυτές να έγιναν για τη ροή του χρήματος». Σημείωσε ότι στα ερωτήματα που έθεσε και «έμειναν αναπάντητα», με σαφήνεια εκτίμησε ότι οι πέντε ανώτατοι αξιωματικοί δεν παρακολουθούνται για λόγους εθνικής ασφάλειας. «Αν ίσχυε κάτι τέτοιο, αν ο κ. Φλώρος ήταν ύποπτος για κατασκοπεία και είχαν βρεθεί στοιχεία που αφορούν κάτι τέτοιο, θα μπορούσε να του ανανεωθεί η θητεία για ακόμη έναν χρόνο;», σχολίασε, τονίζοντας «προφανώς δεν τους παρακολουθούσαν για κατασκοπεία» και πως «είναι ντροπή να αιωρούνται τέτοια ερωτήματα πάνω από άξιους αξιωματικούς των ΕΔ». Έθεσε συνεπώς το ερώτημα «ποιος και γιατί ήθελε να τους έχει στο χέρι» σε μια κρίσιμη περίοδο και σε μια περίοδο «που η κυβέρνηση είχε αποφασίσει να προχωρήσει σε εξοπλιστικά προγράμματα 15 δισ. ευρώ. Προσέθεσε ότι ο μεν κ. Λάγιος μόλις υπέγραψε τα Rafale «ξαφνικά βρέθηκε μια θέση γι' αυτόν στο εξωτερικό, που δεν υπήρχε, ο δε κ. Αλεξόπουλος που τον αντικατέστησε, κι αυτός ετέθη υπό παρακολούθηση ενδεχομένως γιατί ήταν ενοχλητικές οι παρεμβάσεις του προς τη γαλλική εταιρεία...».

 

«Η υπόθεση δημοκρατικής εκτροπής είναι άμεσα συνδεδεμένη με τη αλλαγή κυβέρνησης και πολιτικής»

Ερωτηθείς σχετικά με το κατά πόσο απασχολεί τους πολίτες, πραγματικά, το θέμα των υποκλοπών, με αφορμή κάποιες μετρήσεις, τόνισε πως τα μεγάλα ζητήματα, όπως η ακρίβεια, η αισχροκέρδεια, η μείωση εισοδήματος «οφείλονται σε πολιτικές επιλογές» και πως «αυτές οι παρακρατικές, αντιδημοκρατικές, άθλιες μέθοδοι χρησιμοποιήθηκαν για να εφαρμοστεί μια άθλια πολιτική».

Επανέλαβε ότι για τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ είναι ένα μοντέλο διακυβέρνησης προκειμένου να «περάσουν δίχως αντιδράσεις» αυτές οι «κατάφωρα αντιλαϊκές πολιτικές».

Αναφέρθηκε, δε, σε δημοσίευμα που «έχει μείνει αναπάντητο» σχετικά με ρουμανική εταιρεία που είχε έρθει το 2018 «να κάνει αυτό που έκανε ο Τραμπ στην Κλίντον», δηλαδή να χρησιμοποιηθούν παράνομα προσωπικά δεδομένα για τη χειραγώγηση της κοινής γνώμης. Έκανε λόγο, μάλιστα για μια «αδίστακτη εγκληματική ομάδα», τονίζοντας πως δεν φεύγουν από την ατζέντα τα μεγάλα ζητήματα της καθημερινότητας αλλά η «υπόθεση δημοκρατικής εκτροπής είναι άμεσα συνδεδεμένη με τη αλλαγή κυβέρνησης και πολιτικής».

Απαντώντας σε άλλη ερώτηση, τόνισε πως παραμένει στόχος του ΣΥΡΙΖΑ η ”πρωτιά” από την πρώτη Κυριακή των εκλογών, διεκδικώντας μία «κυβέρνηση νικητών», σε αντίθεση με τον Κυριάκο Μητσοτάκη, όπως σημείωσε, που «προεξοφλεί» ότι «η λαϊκή ετυμηγορία δεν θα οδηγήσει πουθενά». Χαρακτήρισε, δε, επαμφοτερίζουσα τη στάση του Νίκου Ανδρουλάκη και του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, σχολιάζοντας ότι ενώ δήλωσε πως θέλει μια σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση, ταυτόχρονα άφησε να εννοηθεί ότι θα στηρίξει όποιο κόμμα βγει πρώτο προκειμένου να υπάρχει κυβέρνηση από την πρώτη Κυριακή. Αυτός, είπε, είναι ένας ακόμα λόγος για τον ΣΥΡΙΖΑ, όπως έχει ξεκαθαρίσει από την πρώτη στιγμή, να βγει στην πρώτη θέση.

 

«Έχουμε έναν αντίπαλο, τη δεξιά πολιτική και το κόμμα που την εφαρμόζει, τη ΝΔ του κ. Μητσοτάκη»

«Εμείς δεν έχουμε καμία κόντρα και κανένα μέτωπο με τις άλλες προοδευτικές δυνάμεις παρά τις όποιες πολιτικές διαφορές που μπορεί να έχουμε. Έχουμε ένα μέτωπο, έναν εχθρό, έναν αντίπαλο, τη δεξιά πολιτική και το κόμμα που την εφαρμόζει, τη ΝΔ του κ. Μητσοτάκη», σημείωσε ο Αλέξης Τσίπρας ερωτηθείς αναφορικά με τις σχέσεις ΣΥΡΙΖΑ-ΠΑΣΟΚ.

Σε άλλη ερώτηση τόνισε ότι «εμείς δεν θεωρούμε κανέναν εκβιαζόμενο, αλλά είναι σαφές ότι και στην περίπτωση του κ. Ανδρουλάκη -δεν τα είπα εγώ, δεν τα είπε η κυρία Τσαπανίδου χτες- τα είπε ο ίδιος ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ, δήλωσε ότι παρακολουθείται για να είναι το κόμμα του σε ομηρία, ότι η απόπειρα παγίδευσης του τηλεφώνου του ήταν απόπειρα για παγίδευση για εκβιασμό τού ίδιου και του κόμματός του». Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ είπε ότι «το αν θα εκβιαστεί κανείς ή όχι έχει να κάνει με τον χαρακτήρα του, τις αντοχές του και προς Θεού δεν προδικάζω σε καμία περίπτωση ότι το μισό πολιτικό σύστημα θα υποκύψει στον εκβιασμό». Προσέθεσε ότι «είναι προφανές ότι υπάρχει απόπειρα εκβιασμού. Θυμάστε ποιες ήταν οι αρχικές δικαιολογίες για την παρακολούθηση Ανδρουλάκη από την ΕΥΠ; Έκαναν διαρροές ότι είναι κατάσκοπος, τέτοια παραμύθια μας έλεγαν».

Ο κ. Τσίπρας υποστήριξε ότι για την επόμενη 5ετία η πολιτική και οικονομική ζωή του τόπου θα είναι υπό καθεστώς ομηρίας, θέτοντας το ερώτημα: «πού βρίσκονται τώρα αυτές οι πληροφορίες των συνδιαλέξεων, των επαφών, των συζητήσεων, σε ποια χέρια βρίσκονται;». Διευκρινίζοντας ότι αυτό δεν αφορά μόνο πολιτικούς αλλά και οικονομικούς παράγοντες και δημοσιογράφους, σχολίασε ότι αν κάποιοι δεν θεωρούν ότι αυτό δεν είναι μείζον ζήτημα για τη δημοκρατία και την πολιτική ζωή του τόπου ή συμβιβάζονται με την ιδέα, «εμείς θεωρούμε ότι είναι μείζον». «Άρα δεν αφορά μόνο τον κ. Ανδρουλάκη, αφορά όλους όσοι παρακολουθήθηκαν», πρόσθεσε.

 

«Κανένα μέλος ανεξάρτητης Αρχής δεν μπορεί να πολιτευθεί» - «Αθλιότητα και δολοφονία χαρακτήρων»

Για «κατάχρηση εξουσίας» κατηγόρησε ο Αλ. Τσίπρας για ακόμη μία φορά την εισαγγελέα της ΕΥΠ, κυρία Βλάχου, απαντώντας σε σχετική ερώτηση. Επισήμανε ότι η ίδια υπέγραφε δεκάδες διατάξεις για παρακολουθήσεις υποστηρίζοντας πως δεν μπορεί να υπαχθεί σε κάποιον έλεγχο και διερωτήθηκε αν είναι μέρος κι αυτή του «ρυπαρού δικτύου» και γιατί ο πρωθυπουργός δεν την έχει φωνάξει να ζητήσει εξηγήσεις. «Το θέμα των ρυπαρών, εγκληματικών δικτύων οφείλει να το απαντήσει ο κ. Μητσοτάκης», τόνισε.

Ερωτηθείς για την επόμενη μέρα της ΕΥΠ, είπε πως στόχος του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι να διαλύσει τη «διαλυμένη ΕΥΠ», αλλά να την ανασυγκροτήσει έτσι ώστε να καταστεί εκ νέου αποτελεσματική στη βασική της κατεύθυνση που είναι «η εθνική ασφάλεια και η αντιμετώπιση του οργανωμένου εγκλήματος» με «λογοδοσία» και «διαφάνεια».

Ερωτηθείς για το αν θα είναι υποψήφιος με τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ ο Χρήστος Ράμμος ή άλλο μέλος της ανεξάρτητης Αρχής, ξεκαθάρισε πως πρόκειται για «αθλιότητα των τελευταίων ημερών» και έκανε λόγο για «δολοφονία χαρακτήρων σε κάθε λειτουργό που εντίμως κάνει αυτό που επιτάσσει το Σύνταγμα και η συνείδηση του».

Σχολίασε, ότι ”κρέμασαν στα μανταλάκια” τον πρόεδρο της ΑΔΑΕ γιατί «δεν υπέκυψε στον εκβιασμό» και «τόλμησε να πράξει αυτό που το Σύνταγμα επιτάσσει». Ως εκ τούτου, τόνισε, πως σύμφωνα με το Σύνταγμα, «κανένα μέλος ανεξάρτητης Αρχής δεν μπορεί να πολιτευθεί» την περίοδο αυτή και σημείωσε πως η τρομοκράτηση του προσώπου αυτού αποτελεί «ισότιμο ατόπημα» με την εκτροπή προκειμένου να «κρατηθούν όλα στο σκοτάδι».

 

«Η επόμενη προοδευτική κοινοβουλευτική πλειοψηφία δεν θα αφήσει το θέμα των παρακολουθήσεων χωρίς έλεγχο όλων των πτυχών του»

«Κινηθήκαμε θεσμικά, αναδείξαμε με όλες μας τις δυνατότητες την εκτροπή και τις λεπτομέρειες της, κινηθήκαμε μέσα στο πλαίσιο των νόμων και του Συντάγματος και της κοινοβουλευτικής μας παρουσίας. Είναι σαφές ότι ο λαός θα δώσει την απάντηση του στο ερώτημα ”Δημοκρατία ή εκτροπή”, όμως δεν θα κλείσει το θέμα αυτό», τόνισε ο Αλέξης Τσίπρας. Είπε ότι αναμένει με ενδιαφέρον την έρευνα της Δικαιοσύνης και υπογράμμισε ότι «η επόμενη προοδευτική κοινοβουλευτική πλειοψηφία δεν θα αφήσει το θέμα αυτό χωρίς να ελέγξει όλες τις πτυχές του και σε απόλυτο βάθος».

Ο κ. Τσίπρας είπε ότι τόσο ο Χρήστος Σπίρτζης όσο και η Όλγα Γεροβασίλη έχουν προσφύγει στη Δικαιοσύνη για παρακολούθηση των τηλεφώνων τους από το predator, ενώ στο ερώτημα αν και ο ίδιος έχει ελέγξει αν το τηλέφωνο του ήταν στη λίστα του predator και αν θα προσφύγει στη Δικαιοσύνη, σχολίασε: «Να απευθυνθώ εγώ στη Δικαιοσύνη γιατί άκουγαν κι εμένα όταν συνομιλούσα μαζί τους (σ.σ. με τους Σπίρτζη-Γεροβασίλη), τότε θα έπρεπε να απευθυνθεί στη Δικαιοσύνη η μισή Ελλάδα, γιατί όσοι παρακολουθούνταν μιλούσαν με εκατοντάδες ανθρώπους».

Ερωτηθείς για την υπόθεση ”Greek mafia”, ο κ. Τσίπρας δήλωσε βαθιά προβληματισμένος μετά τις αποκαλύψεις που είδαν το φως τής δημοσιότητας στο ”ΒΗΜΑ της Κυριακής” και το δελτίο ειδήσεων του Mega, «γιατί επιβεβαιώνονται οι χειρότεροι φόβοι μας». Είπε ότι στην κυβερνητική θητεία του ΣΥΡΙΖΑ η ΕΥΠ διεξήγαγε πολύ μεγάλη έρευνα για τους επίορκους εντός της ΕΛΑΣ και ότι με δική του εντολή ο τότε διοικητής της ΕΥΠ έστειλε τα ευρήματα της έρευνας στον εισαγγελέα. «Βλέπω ότι 4,5 χρόνια μετά όχι μόνο δεν έγινε χρηστή διαχείριση αυτών των αποδεικτικών στοιχείων για να αποτελούν νόμιμα αποδεικτικά στοιχεία στην ελληνική Δικαιοσύνη, αλλά στο μεσοδιάστημα πρόσωπα που εμπλέκονταν άμεσα με αυτά τα δίκτυα, όχι μόνο δεν περιθωριοποιήθηκαν αλλά προήχθησαν στην ΕΛΑΣ». Προσέθεσε ότι αυτό που του προξένησε αποτροπιασμό και προβληματισμό είναι οι αποκαλύψεις διαλόγων «όπου στα δημοσιεύματα αφήνεται να εννοηθεί ότι συνομιλούσαν με ανώτατους παράγοντες της ΕΛΑΣ και σήμερα της πολιτικής ηγεσίας». Τόνισε ότι «αν αυτό ισχύει, όχι ο κ. Θεοδωρικάκος, ο κ. Μητσοτάκης οφείλει μια απάντηση». Προσέθεσε ότι επίσης ο κ. Θεοδωρικάκος «οφείλει πολύ συγκεκριμένες απαντήσεις και σε κάθε περίπτωση μετά τα χθεσινά δημοσιεύματα το λιγότερο που θα μπορούσε να κάνει -για λόγους εντιμότητας και αξιοπρέπειας, που γνωρίζω ότι διαθέτει- είναι να παραιτηθεί».

Ερωτηθείς, τέλος, για το θέμα Κασιδιάρη, επισήμανε ότι τόσο η κυβέρνηση όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ έχουν καταθέσει στον δημόσιο διάλογο προτάσεις. Τόνισε ότι «κοινό σημείο είναι ότι κανείς δεν επιθυμεί να επανεμφανιστεί στο πολιτικό προσκήνιο με άλλο προσωπείο η εγκληματική οργάνωση της Χρυσής Αυγής και όσοι έχουν καταδικαστεί ως πρόσωπα για τη συμμετοχή τους σε αυτή την εγκληματική οργάνωση». Ωστόσο είπε πως οποιαδήποτε νομοθετική παρέμβαση πρέπει να βρίσκεται στο πλαίσιο που ορίζει το Σύνταγμα, γιατί αν ψηφιστεί μια αντισυνταγματική διάταξη τότε αντί να πετύχεις τον στόχο σου θα πετύχεις το αντίθετο. Προσέθεσε ότι οποιαδήποτε νομοθετική πρωτοβουλία δεν θα πρέπει να είναι γενική και αόριστη αλλά θα πρέπει να προσδιορίζεται σαφώς η δραστηριότητα αυτού του κόμματος ως ναζιστική, ρατσιστική, εθνικιστική και άρα να υπάρξει ένας σαφής προσδιορισμός. Είπε ότι η κυβερνητική πλειοψηφία αρνείται αυτόν τον προσδιορισμό, «το γιατί δεν το γνωρίζω». Ανέφερε ότι είδε πως στον δημόσιο διάλογο έχουν κατατεθεί κι άλλες απόψεις, όπως του κ. Αλιβιζάτου, «εμείς θα είμαστε ανοικτοί να συζητήσουμε τέτοιες σκέψεις και προτάσεις, δεν αποκλείουμε τη συζήτηση ώστε να υπάρξει μια κοινή κατάληξη». Όμως, σημείωσε, «περιμένουμε να δούμε ποιες θα είναι οι προτάσεις που θα φέρει η κυβέρνηση στο Κοινοβούλιο».

 

 

ΑΠΕ - ΜΠΕ

SHARE

ΜΟΙΡΑΣΟΥ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟ

Διαβάστε επίσης
Άρθρα απο την ίδια κατηγορία
Όλες οι προσεχείς εκδηλώσεις