45 χρόνια από το Νόμπελ του Ελύτη!
Στις 18 Οκτωβρίου 1979 έγινε η αναγγελία από τη Σουηδική Ακαδημία (και στις 10 Δεκεμβρίου η απονομή) του βραβείου Νόμπελ στον Οδυσσέα Ελύτη!
Το ΒΗΜΑ έγραφε:
«Στον Οδυσσέα Ελύτη απονεμήθηκε χθες το Βραβείο Νόμπελ της Λογοτεχνίας για το 1979. Στη Στοκχόλμη, στις δύο το απόγευμα, η Σουηδική Ακαδημία ανακοίνωσε την απονομή του Βραβείου στον Έλληνα ποιητή «για την ποίησή του, που με βάση και πλαίσιο την ελληνική παράδοση περιγράφει με αισθησιακή διορατικότητα τον αγώνα του σύγχρονου ανθρώπου για την ελευθερία και τη δημιουργία».
Οι αντίπαλοι
»Πριν από δεκαέξι χρόνια, τον Οκτώβριο του 1963, το Βραβείο Νομπέλ είχε απονεμηθεί για πρώτη φορά σε Έλληνα δημιουργό – στον Γιώργο Σεφέρη. Την φορά αυτή, παρά τις πληροφορίες που κυκλοφορούσαν από μερικούς ήδη μήνες -και τις οποίες “ΤΟ ΒΗΜΑ” είχε πρώτο δημοσιεύσει τον Ιούλιο- αβεβαιότητα επικρατούσε ως την τελευταία στιγμή. Οι κύριοι αντίπαλοι του Ελύτη για το βραβείο ήσαν δύο διάσημοι μυθιστοριογράφοι – ο Άγγλος Γκράχαμ Γκρην και ο Τούρκος Γιασάρ Κεμάλ.
H δήλωση του Ελύτη
«Όπως καταλαβαίνετε είναι πολύ φυσικό η απόφαση της Σουηδικής Ακαδημίας να με έχει συγκινήσει.
»Ήξερα ότι είχε τεθεί η υποψηφιότητά μου, εφέτος για πρώτη φορά, ωστόσο δεν πίστευα ότι είχα πολλές πιθανότητες να τιμηθώ με το Νόμπελ.
»Και τούτο γιατί είχα ακούσει τις φήμες για το Νόμπελ, ότι χρειάζονται προετοιμασίες πολλών ετών, διασυνδέσεις, γνωριμίες, δηλαδή πράγματα ακατάλληλα για μένα και εντελώς ασυμβίβαστα με τον χαρακτήρα μου.
»Ιδού όμως ότι όλα αυτά αποδεικνύονται μύθος. Και θα ευχόμουν να γίνει ένα είδος δίδαγμα για τους νεώτερους ότι αρκεί να κάνουν σωστά τη δουλειά τους και μια μέρα ο μόχθος τους θα ανταμειφθεί.
»Πιστεύω, ότι με την εφετινή της απόφαση η Σουηδική Ακαδημία, θέλησε να τιμήσει ενδεικτικά στο πρόσωπό μου ολόκληρη την μετά τον Γιώργο Σεφέρη σύγχρονη ελληνική ποίηση, που πραγματικά βρίσκεται σε πολύ υψηλό επίπεδο.
»Θέλησε δηλαδή η Σουηδική Ακαδημία να επισύρει την προσοχή της παγκόσμιας κοινής γνώμης στο γεγονός ότι η ελληνική ποίηση, στο σύνολό της, έχει την παλαιότερη παράδοση, αφού από τον Όμηρο ως τις μέρες μας δεν εσταμάτησε ποτέ».
»Γι’ αυτό η τιμή δεν είναι αποκλειστικά δική μου, ανήκει σε όλους. Η δική μου χαρά είναι ότι και μ’ αυτόν τον τρόπο μπόρεσα να προσφέρω μια υπηρεσία στον τόπο μου».
«ΤA NEΑ», 19.10.1979, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» | «ΤΑ ΝΕΑ»
»Ευχαριστώ τη Σουηδική Ακαδημία και για λογαριασμό μου και για λογαριασμό της χώρας μου και ως ποιητής και ως Έλληνας».
Απαντώντας στο πως σκεφτόταν να χρησιμοποιήσει το ποσό των 190.000 δολαρίων που συνόδευε το Βραβείο Νομπέλ ανέφερε:
«Δεν έχω σκεφτεί ακόμα. Περισσότερο με απασχολεί αυτή τη στιγμή ο λόγος που πρέπει να γράψω, για να εκφωνήσω κατά το καθιερωμένο στην τελετή της απονομής του βραβείου στη Στοκχόλμη, κι όπου φυσικά πρόκειται να παραστώ».
Για το πώς αντιλαμβανόταν ο ίδιος την ποίηση, ο Ελύτης απάντησε:
«Θεωρώ την ποίηση σαν μια πηγή αθωότητας, που είναι γεμάτη από επαναστατικές δυνάμεις. Αποστολή μου είναι να κατευθύνω αυτές τις δυνάμεις εναντίον ενός κόσμου που η συνείδησή μου δεν μπορεί να αποδεχθεί, έτσι ώστε να φέρω αυτόν τον κόσμο, μέσω συνεχών μεταμορφώσεων, σε μεγαλύτερη αρμονία με τα όνειρά μου».
------
Αφιέρωμα
Σπάνια ένας τόπος μικρός, όπως το νησί που γέννησε τη Σαπφώ, μπορεί να συγκροτεί μέσα στον χρόνο μια τόσο πλούσια τοιχογραφία σε πολιτικά προοδευτικές κινήσεις αλλά πρωτίστως σε δημιουργούς (ποιητές, συγγραφείς και καλλιτέχνες). Με αποκορύφωμα εκείνο του εκλεκτότερου τέκνου του, του δημιουργού της «Μαρίας Νεφέλης», του τιμημένου με το βραβείο Νομπέλ.
«Πουθενά σε κανένα άλλο μέρος του κόσμου, ο Ηλιος και η Σελήνη δεν συμβασιλεύουν τόσο αρμονικά, δεν μοιράζονται τόσο ακριβοδίκαια την ισχύ τους, όσο επάνω σε αυτό το κομμάτι γης που κάποτε, ποιος ξέρει σε τι καιρούς απίθανους, ποιος θεός, για να κάνει το κέφι του, έκοψε και φύσηξε μακριά, ίδιο πλατανόφυλλο καταμεσής του πελάγους. Μιλώ για το νησί, που αργότερα, όταν κατοικήθηκε, ονομάστηκε Λέσβος και που η θέση του, όπως τη βλέπουμε σημαδεμένη στους γεωγραφικούς χάρτες, δεν μοιάζει να ανταποκρίνεται και πολύ στην πραγματικότητα. Μπορεί να φαίνεται παράξενο, αλλά μια δυο ώρες αφού το πλοίο της γραμμής εγκαταλείψει τη Χίο είναι σαν να εγκαταλείπει ολόκληρο τον γνωστό κόσμο. Μπαίνει σε θάλασσες που άξαφνα μοιάζουν ανεξερεύνητες και ο απροειδοποίητος ταξιδιώτης, που ταλαντεύεται με το ρυθμό της πρωινής φουσκοθαλασσιάς, κρατημένος από τα κάγκελα της γέφυρας, ατενίζει τον ορίζοντα με το ίδιο αίσθημα που θα είχε σε καιρούς αλλοτινούς ένας τυχερός θαλασσοπόρος».
Αν χρειαζόταν να εξηγήσει κανείς γιατί ο Οδυσσέας Ελύτης είναι ο δημιουργός μιας καινούργιας γλώσσας, θα αρκούσε το απόσπασμα αυτό από το μελέτημά του «Ο ζωγράφος Θεόφιλος», που μας αποκαλύπτει, αν και πεζό κείμενο, την ουσιαστική υφή της ποίησής του. Ενας κόσμος γνωστός, συχνά εξαντλημένος, αποκτά την παρθενικότητα και την επαναμάγευσή του χάρη στον ποιητή, που ταιριάζει με τέτοιον τρόπο τις λέξεις ώστε να μας παραδίδει τα πράγματα - την ίδια τη ζωή - στην αρχέγονη, μυστηριώδη τους σημασία. Οπως θα παραμείνει ο κόσμος αυτός έως της συντελείας των αιώνων, όσες αλλαγές κι αν πρόκειται να γνωρίσουν τα πράγματα στην επιφάνεια.
Αν και πρόκειται για ένα στοιχείο που, μαζί με άλλα πολλά, διατρέχει σύνολη την ποίηση του Ελύτη, εντυπωσιάζει βαθιά να το συνειδητοποιούμε τόσο άμεσα σε ένα μελέτημά του για τον ζωγράφο Θεόφιλο που, επόμενο είναι, να τον κάνει να αναφέρεται στη Μυτιλήνη. Γιατί όμως να πιστώνεται η Μυτιλήνη ως γενέτειρα του Ελύτη που, αν και μεγάλωσε και έζησε όλη τη ζωή στην Αθήνα, γεννήθηκε στην Κρήτη; Για τον απλούστατο λόγο ότι τόσο ο πατέρας του όσο και η μητέρα του υπήρξαν γέννημα-θρέμμα της Μυτιλήνης (στη συνέχεια θα σημειώσουμε πώς «συγκροτεί» ο ίδιος ο Ελύτης τη σχέση του με το νησί που αναφέρεται συχνά και ως Λέσβος).
Ο πατέρας του Παναγιώτης (Αλεπουδέλης) αλλά και τα αδέλφια του πατέρα του, η Μαριγώ, η Βικτωρία και ο Θρασύβουλος, είχαν γεννηθεί στο χωριό Παναγιούδα, στο ίδιο χωριό όπου είχαν γεννηθεί και ο παππούς του Θόδωρος και η γιαγιά του Αμερσούδα. Ενα παραθαλάσσιο ψαροχώρι η Παναγιούδα, απέναντι από τις μικρασιατικές ακτές, θα χρησιμεύσει ως βάση για την έναρξη της επιχειρηματικής δραστηριότητας του πατέρα τού ποιητή Παναγιώτη σε συνεργασία με τον αδελφό του Θρασύβουλο. Με τη συνδρομή του ελαιοκτηματία πατέρα τους, του Θόδωρου, θα κτίσουν στην Παναγιούδα εργοστάσιο σύνθλιψης ελαιών, δραστηριότητα που στα τέλη του 19ου αιώνα θα τη μεταφέρουν στο Ηράκλειο της Κρήτης.
Ο,τι είναι το χωριό Παναγιούδα για τον πατέρα του ποιητή, είναι το χωριό Παπάδος (της Μυτιλήνης) για τη μητέρα του Μαρία. Εδώ θα γεννηθεί η ίδια και τα αδέλφια της Πηνελόπη και Στρατής, όπως στον Παπάδο είχε γεννηθεί και ο πατέρας τους, ο Βρανάς Νικολάου - Χατζημιχαλάκης, ενώ η μητέρα τους Μελισσηνή Χατζηβασιλείου είχε γεννηθεί στο χωριό Μεσαγρός. Γονείς και παππούδες αλλά και προπάπποι από την καρδιά της Μυτιλήνης, επόμενο ήταν ο Ελύτης να τη λογαριάσει ως γενέτειρά του και να αναπτύξει μαζί της τους δεσμούς που μας είναι ήδη γνωστοί. Δεσμοί που δεν θα πάψουν να εκπλήσσουν ως προς την αποκαλυπτική δύναμη ενός νησιού, που ο Ελύτης το μετέβαλε από ένα γεωγραφικό σημείο σε «τόπο» ποιητικό, δηλαδή συμπαντικό. Φτάνει να διαβάσουμε λίγους στίχους «Της Σελήνης της Μυτιλήνης»: «Τόσο μου ομόρφηνες τη δυστυχία - που ξέρω: / Μόνο σε Σένα θα το πω παλιά θαλασσινή Σελήνη μου. / Ητανε στο νησί μου κάποτες κει που αν δεν γελιέμαι / Πριν χιλιάδες χρόνους η Σαπφώ κρυφά / Σ' έφερε μέσ' στον κήπο του παλιού σπιτιού μας / Κρούοντας βότσαλα μέσ' στο νερό ν' ακούσω / Πώς σε λένε Σ ε λ ά ν α και πως εσύ κρατείς / Επάνω μας και παίζεις τον καθρέφτη του ύπνου». Θα αρκούσε το ποίημα αυτό για να έχει «καθαρίσει» τους λογαριασμούς του με τη Μυτιλήνη ο Ελύτης. Αλλά ο δημιουργός των «Προσανατολισμών» ήταν ταυτόχρονα ένας γήινος άνθρωπος, που μέσα από τη φιλία του με ανθρώπους που αγαπούσε ήθελε να γίνεται ποικιλότροπα χρήσιμος και αποτελεσματικός. Ετσι, ανάμεσα στο πρώτο ταξίδι στη Μυτιλήνη, το καλοκαίρι του 1915, ενώ είναι 4 μόλις χρονών, και το τελευταίο του που έγινε τον Σεπτέμβριο του 1986 για να παρευρεθεί στα εγκαίνια της παραλιακής οδού, που είχε ονομασθεί Λεωφόρος Οδυσσέα Ελύτη, θα παρεμβληθούν πολλά ακόμη ταξίδια στο νησί των προγόνων του. Ταξίδια που συνδέονται στο σύνολό τους με κρίσιμες περιστάσεις της ζωής και της δημιουργίας του, σε βαθμό που θα έλεγε κανείς ότι αποτελούσαν μια ευκαιρία προκειμένου να αναζωογονηθεί και να σχεδιάσει άλλου τύπου εξορμήσεις.
Δεν γράφουμε ότι το χρειαζόταν το ταξίδι στη γενέτειρά του για να εμπνευστεί, γιατί για τον Ελύτη δεν χρειαζόταν καμιά μετακίνηση προκειμένου να γράψει. Αν και δύσκολα κατανοείται, η τρομακτική έμπνευσή του συνδυαζόταν με μια μάλλον «ασάλευτη ζωή», αφού τα ταξίδια του (με ηχηρότερο εκείνο στη Σουηδία για την παραλαβή του Νομπέλ) υπήρξαν ελάχιστα, ώστε θα έλεγε κανείς πως ακόμη και κλεισμένος διαρκώς στο ασκητικό του διαμέρισμα, το έργο του θα ήταν αυτό ακριβώς που είναι. Η ελαχιστότερη μετακίνηση άλλωστε του προκαλούσε μεγάλη ταραχή και κατάπληκτος ρωτούσε τον φίλο του, τον σπουδαίο σκηνογράφο Διονύση Φωτόπουλο, πώς γίνεται ένας άνθρωπος, όπως ο ίδιος ο Φωτόπουλος, να ταξιδεύει τόσο πολύ χωρίς να χάνει τον μπούσουλα της ζωής του και της εργασίας του. Την απαθανατισμένη με τόσους τρόπους σχέση του Οδυσσέα Ελύτη με τη Μυτιλήνη την ενισχύει ιδιαίτερα μια αποστροφή του ίδιου, αμέσως μετά την απονομή σ' αυτόν του Νομπέλ: «Οι αρχαίοι Αιολείς βλέπανε τα πάντα μέσα από τη φύση κι έτσι εξηγούν οι αρχαιολόγοι το γεγονός ότι στη Λέσβο δεν βρίσκουνε μνημεία. Η Αιολίδα κρατούσε επαφή με τις Σάρδεις, το Παρίσι της εποχής. Γι' αυτό και οι γυναίκες στη Λέσβο είχαν ελεύθερα ήθη, ήταν αισθησιακές και κομψά ντυμένες και γι' αυτό μπόρεσε να υπάρξει και η Σαπφώ. Είναι μια παράδοση που έφτασε κατά μυστηριώδη τρόπο ώς τις μέρες μας. Εγώ, που μεγάλωσα στην Αθήνα και όχι στη Μυτιλήνη, όπως λένε, έχω αυτή την αίσθηση, σύμφωνα με κάποιον μυστηριώδη νόμο. Ετσι, ένας φίλος μού είχε πει ότι, όταν διαβάζει τα ποιήματά μου, βλέπει τη Μυτιλήνη».
Το έργο του όμως, η κατάθεση της ψυχής του, ο αγώνας του για την αληθινή Ελλάδα υπάρχει, καθώς «Δεν επρόκειτο για το θάνατο ακριβώς ειπείν αλλά για την υπέρβασίν του..». Σήμερα η Ελλάδα, η χώρα που ύμνησε κι αγάπησε χρειάζεται πιο πολύ από ποτέ έναν Ελύτη που με το λόγο του να την κάνει να πιστέψει ξανά στις δυνάμεις της και να σηκωθεί από την πτώση. Δεν έχει τόση σημασία το βιογραφικό του Ποιητή, τη γενιά του 30, τον υπερρεαλισμό και την ποιητική του τέχνη. Μπορεί να είναι αυτές οι πληροφορίες σημαντικές αλλά, όπως δεν με νοιάζει να μάθω τα συστατικά και τον τρόπο που εικάζουμε πώς φτιάχτηκε ένα ωραίο γλυκό ή ένα υπέροχο άρωμα, έτσι δεν με ενδιαφέρουν και αυτές οι λεπτομέρειες. Αναρωτιόμουν πάντα εξάλλου αν ο ποιητής καθόταν να σκεφτεί όλα αυτά που περιγράφουν οι αναλυτές του για το έργο του. Ούτε στο Νόμπελ θα σταθώ. Γιατί και χωρίς αυτό ο Ελύτης θα ξεχώριζε για τα χρώματα και τις εικόνες που αβίαστα τον πλημμυρίζουν και με ορμή ξεχύνονται, καταδεικνύοντας μια χώρα με ιστορία λαμπρή ανά τους αιώνες. Κι η γλώσσα του; Ελληνική συνέχεια του Ομήρου, απόδειξη της ενότητας ενός πολιτισμού βαθιά ριζωμένου σε αυτή τη γη, σε αυτή τη θάλασσα. Αυτός έβλεπε την ομορφιά της αρχαίας ελληνικής λιτότητας σε πράγματα απλά, καθημερινά ,στους αγρούς που περπατήσαμε, κι εμείς σαν λαός τι κάναμε; Όπως το μικρό παιδί ζηλεύει το βάζο με το γλυκό μα είναι μικρό για να το φτάσει, ζηλέψαμε τα εφήμερα, ζηλέψαμε και γίναμε κακέκτυπο του γίγαντα που το όνομά του είναι «Δύση». Πώς όμως να ταιριάξουν τα μικρά και λιτά με τα πομπώδη ; ( Αθανάσιος Κατσιμπέλης)
Σύντομο βιογραφικό:
Ο Οδυσσέας Ελύτης γεννήθηκε στις 2 Νοεμβρίου του 1911 στο Ηράκλειο της Κρήτης καιΉταν το τελευταίο από τα έξι παιδιά του Παναγιώτη Αλεπουδέλλη και της Μαρίας Βρανά. Ο πατέρας του καταγόταν από τον συνοικισμό Καλαμιάρης της Παναγιούδας Λέσβου και είχε εγκατασταθεί στην πόλη του Ηρακλείου από το 1895, όταν σε συνεργασία με τον αδελφό του ίδρυσε ένα εργοστάσιο σαπωνοποιίας και πυρηνελαιουργίας. Το παλαιότερο όνομα της οικογένειας Αλεπουδέλλη ήταν Λεμονός, και αργότερα μετασχηματίστηκε σε Αλεπός. Η μητέρα του καταγόταν από τον Παπάδο τηςΛέσβου.
Το 1914 ο πατέρας του μετέφερε τα εργοστάσιά του στον Πειραιά και η οικογένεια εγκαταστάθηκε στην Αθήνα.
Ο Οδυσσέας φοίτησε στο ιδιωτικό λύκειο Δ.Ν.Μακρή (1917-1924) με δασκάλους μεταξύ άλλων τους Ι.Μ.Παναγιωτόπουλο, Ι.Θ. Κακριδή και Γιάννη Αποστολάκη. Σε παιδική και νεανική ηλικία ταξίδεψε στην Ελλάδα (κυρίως στα νησιά του Αιγαίου) και την Ευρώπη. Το 1924 γράφτηκε στο Γ΄ Γυμνάσιο Αρρένων στην Αθήνα (από όπου αποφοίτησε το 1928) και άρχισε να γράφει στη Διάπλαση των Παίδων. Το καλοκαίρι του επόμενου χρόνου πέθανε ο πατέρας του από πνευμονία. Από το 1927 ξεκίνησε το εντεινόμενο ενδιαφέρον του για τη λογοτεχνία.
Το 1929 θεωρείται ως ορόσημο στη ζωή του Ελύτη. Τότε ήρθε σε επαφή με τον Υπερρεαλισμό, μέσω της ποίησης του Λόρκα και του Ελυάρ και έγραψε τα πρώτα του ποιήματα. Τον επόμενο χρόνο γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1933 έγινε μέλος της Ιδεοκρατικής Φιλοσοφικής Ομάδας του Πανεπιστημίου, μαζί με τους Κωνσταντίνο Τσάτσο, Π.Κανελλόπουλο, Θεόδωρο Συκουτρή και άλλους. Το 1935 ταξίδεψε στη Μυτιλήνη μαζί με τον Ανδρέα Εμπειρίκο, όπου γνώρισε τη ζωγραφική του Θεόφιλου. Γνωρίστηκε επίσης με τους Κ.Γ.Κατσίμπαλη, Γιώργο Σεφέρη, Γιώργο Θεοτοκά και Α.Καραντώνη, ιδρυτές των Νέων Γραμμάτων, όπου πρωτοδημοσίευσε ποιήματα με το ψευδώνυμο Ελύτης. Το 1936 γνωρίστηκε με τον μετέπειτα στενό φίλο του Νίκο Γκάτσο και στο τέλος του χρόνου κατατάχτηκε στο στρατό, στη σχολή εφέδρων αξιωματικών της Κέρκυρας. Στα τέλη του 1937 μετατέθηκε στην Αθήνα και απολύθηκε το 1938. Το 1940 κατατάχθηκε στη Βόρειο Ήπειρο. Ένα χρόνο αργότερα κινδύνεψε να πεθάνει από κοιλιακό τύφο και γύρισε στην Αθήνα. Το 1945 διορίστηκε διευθυντής προγράμματος της νεοσύστατης τότε Ελληνικής Ραδιοφωνίας με εισήγηση του Γιώργου Σεφέρη (παραιτήθηκε ένα χρόνο αργότερα) και συνεργάστηκε με τα περιοδικά Νέα Γράμματα και Αγγλοελληνική Επιθεώρηση. Από το 1948 ως το 1951 εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, από όπου ταξίδεψε στην Ισπανία, την Ιταλία και την Αγγλία. Στο Λονδίνο γνωρίστηκε με το Mario Vitti και τον Pablo Picasso. Μετά την επιστροφή του στην Αθήνα έγινε μέλος της Ομάδας των Δώδεκα (1952-1953), έγινε μέλος του Δ.Σ. του Θεάτρου Τέχνης(1953), του Ελληνικού Χοροδράματος (1955) και επαναδιορίστηκε στην Ελληνική Ραδιοφωνία (από το 1953 ως τη νέα παραίτησή του το 1954). Συνεργάστηκε με το Εθνικό Θέατρο και το Θέατρο Τέχνης ως μεταφραστής. Το 1960 πέθαναν η μητέρα του και ο αδελφός του Κωνσταντίνος. Από το 1961 ταξίδεψε στην Αμερική, τη Σοβιετική Ένωση, τη Βουλγαρία. Το 1965 χρονολογείται και η έναρξη της ενασχόλησής του με τη ζωγραφική και το κολάζ. Μετά το πραξικόπημα του 1967 κατέφυγε στο Παρίσι (1969) και το 1970 ταξίδεψε για τέσσερις μήνες στην Κύπρο (στην Κύπρο ξαναπήγε το 1973). Το 1974 έγινε πρόεδρος του Δ.Σ. της Ελληνικής Ραδιοφωνίας Τηλεόρασης. Πέθανε το Μάρτη του 1996 στην τελευταία του κατοικία στην οδό Σκουφά.
Η πρώτη επίσημη εμφάνιση του Οδυσσέα Ελύτη στο χώρο της λογοτεχνίας πραγματοποιήθηκε το 1939 με την έκδοση της πρώτης ποιητικής συλλογής του με τίτλο Προσανατολισμοί. Το 1942 δημοσίευσε το δοκίμιο Η αληθινή φυσιογνωμία και η λυρική τόλμη του Ανδρέα Κάλβου και το 1943 εκδόθηκε η ποιητική συλλογή του Ήλιος ο Πρώτος. Ακολούθησαν μεταξύ άλλων το Άξιον Εστί (1959), οι Έξι και μια τύψεις για τον ουρανό (1960), το Μονόγραμμα (στις Βρυξέλλες), το Φωτόδεντρο και η δέκατη τέταρτη ομορφιά και ο Ήλιος ο Ηλιάτορας (1971), η Σαπφώ και ο Μικρός Ναυτίλος (1984), τα Ελεγεία της Οξώπετρας (1991), και οι τελευταίες του συλλογές Δυτικά της λύπης και Ο κήπος με τις αυταπάτες (1995).
Ο Οδυσσέας Ελύτης τιμήθηκε με το Πρώτο Κρατικό Βραβείο Ποίησης (1960) , το Παράσημο Ταξίαρχου του Φοίνικος (1965), με το βραβείο Νόμπελ λογοτεχνίας (1979), με το Χρυσό Μετάλλιο Τιμής του Δήμου Αθηναίων (1982), με το βραβείο Μεσόγειος της Κοινότητας των Μεσογειακών Πανεπιστημίων (1988), με το Παράσημο του Ανώτατου Ταξίαρχου της Λεγεώνας της Τιμής στο Παρίσι (1989). Το 1972 αρνήθηκε βραβείο θεσπισμένο από τη δικτατορία και το 1977 αρνήθηκε την αναγόρευσή του ως Ακαδημαϊκού. Το 1987 αναγορεύτηκε επίτιμος διδάκτωρ των Πανεπιστημίων της Ρώμης και της Αθήνας. Εκτός από το ποιητικό του έργο στην Ελλάδα κυκλοφόρησαν ο τόμος κριτικών κειμένων του Ανοιχτά χαρτιά (1974), ποιητικές και θεατρικές μεταφράσεις του, δοκίμια και πεζογραφήματα. Εικαστικά έργα του παρουσιάστηκαν το 1980 σε έκθεση με κολάζ του και τίτλο Συνεικόνες στην Αθήνα, το 1988 στο Beaubourg της Γαλλίας και το 1992 στο Μουσείο μοντέρνας Τέχνης της Άνδρου.
Ο Οδυσσέας Ελύτης τοποθετείται από τους ιστορικούς της λογοτεχνίας στους κορυφαίους έλληνες ποιητές του αιώνα μας. Με την ποίησή του υπέταξε τα λεγόμενα ορθόδοξα σχήματα της λογοτεχνικής έκφρασης του υπερρεαλιστικού ρεύματος στην έκφραση της δια βίου πνευματικής αγωνίας του για τον ορισμό της νεοελληνικής ταυτότητας σε σχέση με τη Δύση. Έργα του μεταφράστηκαν σε πολλές ξένες γλώσσες.
Πέθανε στις 18 Μαρτίου του 1996 από ανακοπή καρδιάς στην Αθήνα.
----------------------------
Τα πιο σπουδαία αποφθέγματα του Οδυσσέα Ελύτη
- Όταν ακούς «τάξη», ανθρωπινό κρέας μυρίζει.
- Πάντα πάντα περνάς τη φωτιά για να φτάσεις τη λάμψη.
- Το παν είναι η ρότα σου κόντρα στην κοινωνία ετούτη.
- Κι έναν πόντο πιο ψηλά να πάτε, άνθρωποι, ευχαριστώ θα σας πει ο Θεός.
- Η Λύπη ομορφαίνει επειδή της μοιάζουμε.
- Αλλά κάτεχε ότι μονάχα κείνος που παλεύει το σκοτάδι μέσα του θά' χει μεθαύριο μερτικό δικό του στον ήλιο.
- Ήρθαν ντυμένοι "φίλοι" αμέτρητες φορές οι εχθροί μου το παμπάλαιο χώμα πατώντας.
- Πιάσε το ΠΡΕΠΕΙ από το ιώτα και γδάρε το ίσαμε το πι.
- Κάνε άλμα πιο γρήγορο από τη φθορά.
- Ο ήλιος σκάει μέσα μας κι εμείς κρατάμε την παλάμη στο στόμα έντρομοι.
- Η ευτυχία είναι η ορθή σχέση ανάμεσα στις πράξεις (σχήματα) και στα αισθήματα (χρώματα). Η ζωή μας κόβεται, και οφείλει να κόβεται, στα μέτρα που έκοψε τα χρωματιστά χαρτιά του ο Matisse.
- Ναι, ο Παράδεισος δεν ήταν μια νοσταλγία. Ούτε, πολύ περισσότερο, μια ανταμοιβή. Ήταν ένα δικαίωμα.
- Κι έχε στο νου σου έχε στο νου σου πάντοτε μ' ακούς; το αχ που βγάνει ο σκοτωμός το αχ που βγάν' η αγάπη.
- Τρώγε την πρόοδο και με τα φλούδια και με τα κουκούτσια της.
- Στην κακή μοιρασιά πάντοτε ο Θεός ζημιώνεται.
- Βαρύς ο κόσμος να τον ζήσεις, όμως για λίγη περηφάνια το άξιζε.
- Εάν αποσυνθέσεις την Ελλάδα, στο τέλος θα δεις να σου απομένουν μια ελιά, ένα αμπέλι κι ένα καράβι. Που σημαίνει: με άλλα τόσα την ξαναφτιάχνεις.
- Μέσα στη θλίψη της απέραντης μετριότητας, που μας πνίγει από παντού, παρηγοριέμαι ότι κάπου, σε κάποιο καμαράκι, κάποιοι πεισματάρηδες αγωνίζονται να εξουδετερώσουν τη φθορά.
-------------
Εργογραφία
Ι.Ποίηση
• Προσανατολισμοί. Αθήνα, 1936. (ανάτυπο από το περ. Τα Νέα Γράμματα1 , 11/1935, σ.585-588).
• Οι κλεψύδρες του αγνώστου. Αθήνα, 1937. (ανάτυπο από τα “Επτά νυχτερινά επτάστιχα”, Μακεδονικές Ημέρες5 (Θεσσαλονίκη), 1-2/1937, σ.1-3.
• Προσανατολισμοί. Αθήνα, Πυρσός, 1940.
• Ήλιος ο Πρώτος μαζί με τις Παραλλαγές πάνω σε μιαν αχτίδα. Αθήνα, Ο Γλάρος, 1943.
• Το Άξιον Εστί. Αθήνα, Ίκαρος, 1959.
• Έξη και μια τύψεις για τον ουρανό. Αθήνα, Ίκαρος, 1960.
• Άσμα ηρωικό και πένθιμο για το χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας. Αθήνα, Ίκαρος, 1962.
• Θάνατος και ανάστασις του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου. Αθήνα, 1971.
• Ο Ήλιος ο ηλιάτορας. Αθήνα, Ίκαρος, 1971.
• Το φωτόδεντρο και Η δέκατη τέταρτη ομορφιά. Αθήνα, Ίκαρος, 1971.
• Το Μονόγραμμα. Famagouste (Chypre), Les Editions de l’ Oiseau, 1971 (πρώτη έκδοση στην Αθήνα, Ίκαρος, 1972).
• Τα ρω του έρωτα. Αθήνα, Αστερίας, 1972.
• Ο Φυλλομάντης. Αθήνα, Αστερίας, 1973.
• Τα ετεροθαλή. Αθήνα, Ίκαρος, 1974.
• Villa Natacha . Θεσσαλονίκη, τραμ, 1973.
• Η καλωσύνη στις λυκοποριές. Espana, Dimitri, 1977.
• Μαρία Νεφέλη. Αθήνα, Ίκαρος, 1978.
• Τρία ποιήματα με σημαία ευκαιρίας. Αθήνα, Ίκαρος, 1982.
• Ωδή στη Σαντορίνη · Με ένα σχέδιο του Γεράσιμου Στέρη. Αθήνα, Αρχείο Θηραϊκών Μελετών – Συλλογή Δημήτρη Τσίτουρα, 1984.
• Ημερολόγιο ενός αθέατου Απριλίου. Αθήνα, Ύψιλον/βιβλία, 1984.
• Ο μικρός ναυτίλος. Αθήνα, Ίκαρος, 1985.
• Ιουλίου λόγος. Αθήνα, 1991.
• Τα ελεγεία της οξώπετρας · Προμετωπίδα Κώστα Πανιαρα. Αθήνα, Ίκαρος, 1991.
• Η ποδηλάτισσα · Εικόνες Ελένη Καλοκύρη · Δημήτρης Καλοκύρης. Αθήνα, Βιβλιοπωλείο της Εστίας, 1991.
• Δυτικά της λύπης. Αθήνα, Ίκαρος, 1995.
• Εκ του πλησίον. Αθήνα, Ίκαρος, 1998.
ΙΙ.Μεταφράσεις
• Paul Eluard · Ποιήματα · Εισαγωγή και απόδοση Οδυσσέα Ελύτη. Αθήνα, τυπ. Σεργιάδη, 1936. (ανάτυπο των «Paul Eluard · Ποιήματα Ι-ΙΧ», Τα Νέα Γράμματα2, 3/1936, σ.232-236 και «Paul Eluard · (Une seule vision variee a l’ infini)», Τα Νέα Γράμματα2, 3/1936, σ.227-232)
• Paul Eluard · Από το «Δημόσιο Ρόδο» · Ελληνική απόδοση Οδυσσέα Ελύτη. Αθήνα, τυπ. Σεργιάδη, 1936. (ανάτυπο από το «Paul Eluard · Από το Δημόσιο Ρόδο», Τα Νέα Γράμματα2, 11/1936, σ.854-860.
• Pierre Jean Jouve · Ποιήματα · Εισαγωγή και απόδοση Οδυσσέα Ελύτη. Αθήνα, τυπ. Σεργιάδη, 1938. (ανάτυπο από τα «Pierre Jean Jouve · Ποιήματα Ι-ΧΧVΙΙ», Τα Νέα Γράμματα4, 10-12/1938, σ.761-773 και «Pierre Jean Jouve», Τα Νέα Γράμματα4, 10-12/1938, σ.754-760)
• Ζαν Ζιρωντού · Νεράιδα · Ονειρόδραμα σε τρεις πράξεις · Μετάφραση Οδυσσέα Ελύτη. Αθήνα, Εταιρεία Σπουδών Σχολής Μωραΐτη, 1973.
• Μπέρτολντ Μπρεχτ · Ο κύκλος με την κιμωλία στον Καύκασο · Θρύλος σε πέντε πράξεις · Μετάφραση Οδυσσέα Ελύτη. Αθήνα, Εταιρία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας, 1974.
• Δεύτερη Γραφή · Arthur Rimbaud – Comte de Lautreamont – Paul Eluard – Pierre Jean Jouve – Giuseppe Ungaretti – Federico Garcia Lorca – Vladimir Maiakovski. Αθήνα, Ίκαρος, 1976.
• Σαπφώ · Ανασύνθεση και απόδοση Οδυσσέας Ελύτης. Αθήνα, Ίκαρος, 1984.
• Ιωάννης · Η Αποκάλυψη · Μορφή στα νέα ελληνικά Οδυσσέας Ελύτης. Αθήνα, Ύψιλον/βιβλία, 1985.
• Κριναγόρας · Μορφή στα ελληνικά Οδυσσέας Ελύτης. Αθήνα, Ύψιλον/βιβλία, 1987.
• Ζαν Ζενέ, Οι Δούλες. Αθήνα, Ύψιλον/Βιβλία, 1994.
ΙΙΙ.Δοκίμιο – Πεζά – Λευκώματα
• Ανοιχτά χαρτιά. Αθήνα, Αστερίας, 1974.
• Ο ζωγράφος Θεόφιλος. Αθήνα, Αστερίας, 1973.
• Η μαγεία του Παπαδιαμάντη. Αθήνα, Ερμείας, 1976.
• Σηματολόγιον. Αθήνα, Ερμείας, 1977.
• Αναφορά στον Ανδρέα Εμπειρίκο. Θεσσαλονίκη, τραμ, 1978.
• Το δωμάτιο με τις εικόνες · Κείμενο Ευγένιος Αρανίτσης. Αθήνα, Ίκαρος, 1986.
• Ιδιωτική οδός. Αθήνα, Ύψιλον/βιβλία, 1989.
• Τα δημόσια και τα ιδιωτικά. Αθήνα, Ίκαρος, 1990.
• Οδυσσέας Ελύτης. Άνδρος, Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης. Ίδρυμα Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή, 1992.
• Εν λευκώ. Αθήνα, Ίκαρος, 1992.
• Οδυσσέας Ελύτης. Αθήνα, Ίκαρος, 1996.
• Ο κήπος με τις αυταπάτες. Αθήνα, Ύψιλον/βιβλία, 1995. (από το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου)