Για την φετινή ελαιοπαραγωγή στη Λέσβο
γράφει ο Μιχάλης Στ. Λημναίος
Είναι λίγες μέρες τώρα που ανακοινώθηκαν οι τιμές παραγωγού για το λάδι στη Λέσβο. Και κατ’ επέκταση σε όλη τη χώρα. Και μιλάμε για τιμές να τραβάς τα μαλλιά σου.
Όταν τα δύο τρία τελευταία χρόνια είχαν ανακάμψει λίγο και πάνω που πήγε να γελάσει κάπως το χειλάκι του καημένου του ελαιοπαραγωγού, ξαναπήραν την κάτω βόλτα.
Αυτό, σε συνδυασμό με την προβληματική παραγωγή λόγω της ανομβρίας, αλλά και τα μεροκάματα των ραβδιστάδων που διαμορφώνονται σε ασύμφορες τιμές για τους ιδιοκτήτες, κάνουν ακόμα χειρότερη την κατάσταση.
Εδώ να θυμηθούμε τί γινόταν τα χρόνια πριν το 2021, σύμφωνα με γραφτό, που περιλαμβάνεται στο βιβλίο μου «ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ ΚΙ ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΑ»
«... Από τους καρπούς ο πιο ευλογημένος...», αναφέρεται για την ελιά, στην λεσβιακή βιβλιογραφία (Θανάση Παρασκευαΐδη: «Τα λιόδεντρα και οι ξωμάχοι στην Λέσβο»).
Και είναι σίγουρα ο πιο ευλογημένος καρπός. Και όχι μόνο, αλλά και «ανάσα» μεγάλη για τον ντόπιο ξωμάχο ήταν!
Με τις ελιές ζούσαν πολλές οικογένειες. Με τις ελιές χτίζονταν σπίτια. Με τις ελιές σπούδαζαν παιδιά. Με τις οικονομίες από τις ελιές οι νοικοκύρηδες αποκτούσαν κάποιο διαμέρισμα ή κάνα μαγαζί για να «καλοπιάσουν» τον γαμπρό για την αποκατάσταση της κορούλας τους...
Αυτά όμως τότε... Πριν από τριάντα και σαράντα και βάλε χρόνια, τότε που «είχε τιμή» το λάδι, τότε που η αξία του λαδιού του παραγωγού στο ελαιοτριβείο, παρακολουθούσε την τιμή του μοσχαρίσιου κρέατος στον χασάπη.
Γιατί τώρα, άσε που μεγάλωσε το κόστος παραγωγής, αλλά και η τιμή του λαδιού έχει πέσει τόσο, που παρακάτω δεν γίνεται, θύμα κι αυτή της παγκοσμιοποιημένης (ανάθεμά μας...) οικονομίας μας. Κι εξαρτάται, λέει, κάθε χρόνο, από την παραγωγή σε λάδι της Ισπανίας και της Ιταλίας και δεν ξέρω και γω, ποιών άλλων χωρών της βόρειας Αφρικής...
Και φέτος ειδικά, δεν είναι που η τιμή έχει πιάσει πάτο, αλλά και η παραγωγή είχε τα χάλια της...
Μαζί με τον δάκο και τον πυρηνοτρήτη, ποιός ξέρει τι άλλη αρρώστια έβαλε το χεράκι της, και η καρπόπτωση έριξε στρώμα τις ελιές να σαπίζουν στο έδαφος.
Κι αν υπήρχαν δίχτυα απλωμένα κάτι σώθηκε... Έστω και με οξύτητες που αγγίζουν ή ξεπερνούν διψήφια νούμερα...
Αλλιώς τα τσιρκόνια και οι κοτσύφοι θα φάνε καλά...
Εμένα πάντως από την φετινή συγκομιδή, μου απόμειναν γύρω στα εκατό σαράντα ευρώ στο «Μόδι» (500 κιλά ελιές). Χωρίς να λογαριάσουμε τα κόστη για οργώματα και λιπάσματα και βενζίνες και προσωπική εργασία...
Αποτέλεσμα: «Μηδέν εις το πηλίκον!»
Δε βαριέσαι! Υγεία να έχουμε...
Τα παραπάνω για τον Δεκέμβριο 2018
Τον Δεκέμβριο 2019, η αποτίμηση ήταν πάλι στα ίδια…
Πάλι το οικονομικό αποτέλεσμα των ελαιοκαλλιεργητών πενιχρό!
Οποία απαξίωση του προϊόντος!
Κι είναι να λυπάται κανένας όλον αυτόν τον κόσμο που περιμένει να ζήσει από την ελιά... Ούτε ψύλλος στον κόρφο τους... Κατακαημένη αγροτιά!
Δε βαριέσαι! Υγεία να έχουμε και πάλι...
Αλλά και τον Δεκέμβριο του 2020:
Ακόμα μία κακή, οικονομικά, ελαιοκομική περίοδος η φετινή.
Που τα απογοητευτικά αποτελέσματα των προηγούμενων χρόνων, έγιναν εντονότερα από την ανομβρία των τελευταίων μηνών.
Στην φωτογραφία μας δύο χούφτες από τις ελιές που συλλέξαμε, σε ημιορεινό ελαιώνα της Αγίας Παρασκευής. Από δύο δέντρα, της ίδιας ποικιλίας (αδραμυττιανή ή «καρολιά» όπως λέγεται εδώ), στα πενήντα μέτρα απόσταση το ένα από το άλλο.
Μόνο που η έντονη, αλλά μικρής διάρκειας βροχόπτωση, δύο μήνες πριν στην περιοχή, στην ελιά που βρισκόταν σε επικλινές έδαφος, δεν προσέφερε τίποτα, ενώ στην ελιά που βρισκόταν σε επίπεδο έδαφος και δέχτηκε μπόλικο το νερό, από την απορροή των επικλινών εδαφών, έδειξε την αξία της...
Αποτελέσματα:
Απόδοση σε λάδι ανά Μόδι (των 500 κιλών): 104 κιλά, με οξύτητα: 0,3 ( λόγω της παντελούς απουσίας δάκου...).
Αθροίζοντας τα έξοδα, (πάλι ανά Μόδι), με απασχόληση εργατών στην ελαιοσυλλογή και δικαιώματα ελαιοτριβείου, τα βρίσκουμε στα 320 ευρώ.
Τιμολογώντας με τρέχουσες τιμές το λάδι που πήραμε, έχουμε έσοδα 280 ευρώ.
Άρα, το κέρδος του ιδιοκτήτη, μείον (-) 40 ευρώ στο Μόδι!
Ζημιά δηλαδή...
Βέβαια, αυτά τα απογοητευτικά αποτελέσματα δεν παρουσιάζονται ίδια για όλες τις περιοχές (πεδινές, ορεινές, κλπ), ή για το μέγεθος της καρποφορίας των ελαιοδένδρων («μαξούλι»), αλλά οι εποχές που το λαδάκι ήταν το «υγρό χρυσάφι» για τους πατεράδες μας, πέρασαν ανεπιστρεπτί...