Πριν φτάσω στην περιγραφή των ψαρότοπων, να θυμίσω πως στο τεύχος 113 του περσινού Αυγούστου, παρουσιάσαμε ακόμη πέντε πολύ καλούς ψαρότοπους του νησιού και όσοι αποφασίσετε να ταξιδέψετε μέχρι εδώ, καλό θα ήταν να κρατάτε μαζί και εκείνο το τεύχος, ώστε να διπλασιαστούν οι επιλογές σας με 5 + 5 ψαρότοπους.
Η Λέσβος είναι νησί του βορειοανατολικού Αιγαίου με πρωτεύουσα την Μυτιλήνη, τρίτο σε μέγεθος νησί της Ελλάδας μετά την Κρήτη και την Εύβοια, έχει έκταση 1.636 τετ. χιλ. και ακτογραμμή 459 χιλιόμετρα και άμεση πρόσβαση προς αυτήν περίπου στο 80%.
Είναι το νησί που αγάπησε ο Οδυσσέας Ελύτης, το νησί όπου γεννήθηκαν ο ζωγράφος Θεόφιλος, οι συγγραφείς Αργύρης Εφταλιώτης και ο Στρατής Μυριβήλης, όπως και η αρχαία λυρική ποιήτρια Σαπφώ. Διαθέτει ξεχωριστή ταυτότητα σε τοπική επίγεια μορφολογία και βλάστηση, με το γκρι της ελιάς να δεσπόζει, το βαθύ πράσινο του πεύκου να κατακλύζει το κέντρο του νησιού, και το ανοιχτό πράσινο του πλάτανου και της λεύκας διάσπαρτο. Έχει ποικιλομορφία στις παραλίες και τους βυθούς της, με αμμουδιές μαύρης και χρυσής άμμου, με παραλίες από βότσαλα ή βράχια, ενώ στο εσωτερικό της θάλασσας συνδυάζει όλους τους βυθούς. Προς το βορειοδυτικό μέρος του νησιού, βρίσκεται το απολιθωμένο δάσος του Σίγρι, το ένα από τα δύο μοναδικά παγκοσμίως απολιθωμένα δάση.
Η παραλία προς το αεροδρόμιο με φόντο την πόλη της Μυτιλήνης.
Η Λέσβος είναι ένα νησί με μεγάλη ιστορία, πανέμορφα νεοκλασικά αρχοντικά, πολλούς αρχαιολογικούς χώρους, όπως τα τρία σε πολύ καλή κατάσταση κάστρα της Μυτιλήνης, Μολύβου και Σιγρίου, ένα τέταρτο ερειπωμένο της Αρχαίας Άντισσας, το Αρχαίο θέατρο της Μυτιλήνης, το Ιερό Μέσσων, το Ρωμαϊκό υδραγωγείο της Μόριας, την Ακρόπολη της αρχαίας Ερεσού. Ακόμα, πολλοί υδροβιότοποι και πλούσιος θρησκευτικός τουρισμός, με μοναστήρια πασίγνωστα όπως η Μονή Λειμώνος Αγίου Ιγνατίου, με τη μεγαλύτερη ορθόδοξη θρησκευτική βιβλιοθήκη στα Βαλκάνια, τις θαυματουργές μονές των Αγίων Ραφαήλ Νικολάου και Ειρήνης στη Θερμή και του Ταξιάρχη στον Μανταμάδο, την Παναγία της Αγιάσου και πολλά αλλά μοναστήρια σε όλο το νησί.
Πώς θα έρθετε;
Το νησί συνδέεται με το λιμάνι του Πειραιά με τακτικά δρομολόγια πλοίων καθ’ όλη την διάρκεια του χρόνου. Τον χειμώνα εκτελούνται τουλάχιστον πέντε δρομολόγια πλοίων την εβδομάδα, ενώ το καλοκαίρι τα δρομολόγια είναι καθημερινά. Το ταξίδι Πειραιάς- Μυτιλήνη διαρκεί από 11 ώρες (απευθείας Χίο – Μυτιλήνη) έως 17 για το δρομολόγιο της άγονης γραμμής. Η ακτοπλοϊκή σύνδεση με την βόρειο Ελλάδα γίνεται μέσω του λιμανιού της Καβάλας,με τουλάχιστον δυο εβδομαδιαία δρομολόγια τον χειμώνα και τέσσερα το καλοκαίρι. Η διάρκεια του ταξιδιού υπολογίζεται γύρω στις 9,5 ώρες, με ενδιάμεση στάση στη Λήμνο.
Η Μυτιλήνη διαθέτει το σύγχρονο διεθνές αεροδρόμιο Οδυσσέας Ελύτης και συνδέεται με την Αθήνα, και αραιότερα με τη Θεσσαλονίκη και την Κρήτη, καθώς και με νησιά του Ανατολικού Αιγαίου.
Πού θα βρείτε δολώματα;
Για την εξασφάλιση δολωμάτων σε ζωντανά ή τεχνητά, υπάρχουν τέσσερα καταστήματα στην πόλη της Μυτιλήνης. Επίσης ένα στην Αρίσβη Καλλονής κι ένα στην Πέτρα. Από νωπά δολώματα, όπως γαρίδα-σαρδέλα-καλαμάρι κλπ,. η πόλη της Μυτιλήνης διαθέτει πολλά ψαράδικα. Γενικά, λίγα είναι τα χωριά που δεν έχουν έστω ένα ψαράδικο, ενώ υπάρχουν και παρά πολλοί πλανόδιοι ψαροπωλητές.
Ήρθε η ώρα να ξεκινήσουμε το ταξίδι σε 5 από τα ψαροτόπια της Λέσβου, γιατί λόγω του μεγέθους τού νησιού, θα ήταν αδύνατον να αναφέρω όλους τους ψαρότοπους. Επέλεξα πέντε σημεία που διαθέτουν εύκολη πρόσβαση χωρίς πολύ περπάτημα, έως ότου βρεθείτε στο σημείο που θα ψαρέψετε.
Μυτιλήνη
Μυτιλήνη, ο εξωτερικός λιμενοβραχίονας της πόλης.
Θα ξεκινήσω με βάση την απόσταση από την πόλη και ο πρώτος ψαρότοπος είναι ο εξωτερικός λιμενοβραχίονας του λιμανιού της Μυτιλήνης. Μια τοποθεσία που πολλοί ντόπιοι ψαράδες κάναμε τα πρώτα μας βήματα. Έχει μήκος οκτακόσια μέτρα, προσφέροντας τη δυνατότητα να ασχοληθεί ο επισκέπτης με πολλές τεχνικές, καθώς διαθέτει αρκετά βαθιά νερά και ποικιλία ψαριών, από τον αφρό έως το πάτο.
Οι τσιπούρες είναι τακτικοί θαμώνες, τόσο στο εξωτερικό, όσο και στο εσωτερικό μέρος του μεγάλου λιμενοβραχίονα της Μυτιλήνης.
Δουλεύουν καλά και τα νωπά και τα ζωντανά δολώματα ανάλογα την τεχνική και την αρέσκεια των ψαριών της επιλογής μας. Τους καλοκαιρινούς μήνες είναι ένας απογευματινός απολαυστικός συνδυασμός, πίνοντας καφέ και ψαρεύοντας. Για όσους θέλουν να ψαρέψουν «καρεκλάτοι», απολαμβάνοντας παραλία, ο παραλιακός δρόμος προς το αεροδρόμιο, μήκους επτά χιλιόμετρων, κρύβει πολλές εκπλήξεις, όπως και το σημείο κάτω από το πανεπιστήμιο Αιγαίου (παλιό ξενοδοχείο Ξενία) με σαργούς και τσιπούρες αξιόλογου μεγέθους, το κομμάτι ανάμεσα στις δύο καντίνες και στο τέρμα του δρόμου κάτω από το ξενοδοχείο Κάτια, με ποικιλία ψαριών της αμμοφυκιάδας. Όσο για δόλωμα, χρησιμοποιήστε ότι έχει σχέση με σκουλήκια και τα ψάρια θα τα τιμήσουν.
Η περιοχή εποπτεύεται από το Λιμεναρχείο Μυτιλήνης. Παίρνοντας τον δρόμο προς Μανταμάδο, στα 16 χιλιόμετρα από την Μυτιλήνη θα συναντήσουμε το χωριό Μιστεγνά και την παραλία του, τη Σκάλα Μιστεγνών.
Μιστεγνα
Η παραλία της σκάλας Μιστεγνών, από βορρά προς νότο.
Τα Μιστεγνά είναι ένας οικισμός 539 κατοίκων και υπάγεται στην τοπική κοινότητα της δημοτικής ενότητας Λουτροπόλεως Θερμής, του δήμου Μυτιλήνης. Το σημερινό τοπωνύμιο προκύπτει από παραφθορά του παλαιότερου «Μυστικά», που υποτίθεται πως περιγράφει οικισμό κρυμμένο κι αθέατο από κάθε πλευρά. Σήμερα, το χωριό είναι κυριολεκτικά βουτηγμένο σε όμορφους ελαιώνες. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η εκκλησία του χωριού, Κοίμηση της Θεοτόκου, που χτίστηκε το 1836. Χαρακτηριστικό της περιοχής η κόκκινη πέτρα, η πέτρα Μιστεγνών, που κοσμεί λιθόκτιστες κατασκευές σε αρκετά σπίτια των κατοίκων του νησιού.
Δύο δρόμοι οδηγούν κάτω στην παραλία, στη Σκάλα όπως είναι γνωστή. Ο ένας φέρνει τον επισκέπτη κοντά στην νότια άκρη του όρμου και καταλήγει στη νεόχτιστη εκκλησία του Σωτήρος, φτιαγμένη με την κόκκινη εντυπωσιακή πέτρα της περιοχής.
Ο άλλος δρόμος, που βρίσκεται πιο κοντά στο χωριό και περνά μέσα από ελαιώνες, «βγάζει» στο βόρειο άκρο του όρμου. Και οι δυο δρόμοι όμως, οδηγούν στην ιδία παραλία, που εξωτερικά της έχει ψιλό αμμοχάλικο ενώ στο εσωτερικό της άμμο με αρκετά «τοπούκια» με μαύρο φύκι. Η περιοχή διαθέτει δύο ξενοδοχεία, αρκετά ενοικιαζόμενα δωμάτια και ταβερνάκια. Όλη η παραλία είναι ένας καλός ψαρότοπος, με τσιπούρες, σαργούς, λαβράκια, μουρμούρια και κακαρέλους. Από δολώματα δουλεύουν όλα τα σκουλήκια, με τη μάνα και τα μανάκια να αρέσουν λίγο περισσότερο στα ψάρια. Η περιοχή εποπτεύεται από το Λιμεναρχείο Μυτιλήνης.
Νέες Κυδωνίες
Η παραλία των Νέων Κυδωνιών, από την άλλη μεριά του όρμου. Στο βάθος βρίσκεται η σκάλα Μιστεγνών.
Στα 3 χιλιόμετρα μετά τα Μιστεγνά, συναντάμε το χωριό Νέες Κυδωνιές (Μπαλτζίκι κατά την Τουρκοκρατία), και κάνοντας δεξιά πριν το χωριό, θα βρεθούμε στη Σκάλα Νέων Κυδωνιών, με ένα μικρολίμανο και μια ποικιλόμορφη -από πλευράς μορφολογίας βυθού- παραλία, που όσο πάμε προς τα δεξιά και νότια προς τον όρμο, από αμμουδερή γίνετε βότσαλο, συνεχίζει με κροκάλες και καταλήγει στις αρχές του όρμου σε πλάκες, διαθέτοντας έναν αρκετά σφικτό βυθό με μεγάλους βράχους. Ουσιαστικά, είναι ο όρμος που χωρίζει την παραλία των νέων Κυδωνιών με την παραλία των Μιστεγνών.
Εδώ συναντάμε ψάρια κάθε είδους, και κοντά στον όρμο, στα σφικτά δηλαδή, κατά καιρούς έχουν βγει παντελήδες (σηκιοί) και σαργοί αξιόλογου μεγέθους, ενώ στο λιμανάκι τους κατά διαστήματα εμφανίζονται λαβράκια της τάξεως των 5+ κιλών. Το λιμανάκι διαθέτει γλίστρα για την καθέλκυση σκαφών. Στην γύρω περιοχή υπάρχουν αρκετές ξέρες και οι γνωστές βραχονησίδες Τοκμάκια, σε σχετικά μικρή απόσταση.
Τα δολώματα που δουλεύουν στην περιοχή είναι σαρδέλα, φαραώ, μάνες και κάθε είδους σκουλήκια. Οι Νέες Κυδωνίες υπάγονται στη Τοπική Κοινότητα της Δημοτικής Ενότητας Λουτροπόλεως Θερμής, του Δήμου Μυτιλήνης. Το τοπωνύμιο «Νέες Κυδωνίες» αντικατέστησε στα κρατικά έγγραφα εκείνο του «Βαλτζικίου», εξελληνισμένη εκδοχή του παλαιού, τουρκικού ονόματος του οικισμού «Μπαλτζίκι» (Balçık/Balcık). Το τοπωνύμιο «Μπαλτζίκ», κατά το λεσβιακό ιδίωμα, εξακολουθεί εντούτοις να χρησιμοποιείται προφορικά, τουλάχιστον στη Λέσβο. Το τοπωνύμιο «Νέες Κυδωνίες» επελέγη ως υπόμνηση της προέλευσης των περισσοτέρων από τους εποίκους που εγκαταστάθηκαν στο παλιό Balcık ως πρόσφυγες, βάσει της σύμβασης περί ανταλλαγής ελληνικών και τουρκικών πληθυσμών που υπεγράφη στις 30 Ιανουαρίου 1923 στη Λωζάννη της Ελβετίας.
Στη γύρω περιοχή και σχεδόν πάνω στη θάλασσα, βρίσκονται ξενοδοχεία και αρκετές μονάδες ενοικιαζομένων δωματίων, ενώ κι από εδώ δεν λείπουν τα καφενεία και οι ταβέρνες. Η περιοχή εποπτεύεται από το Λιμεναρχείο Μυτιλήνης.
Τσόνια
Η παραλία στα Τσόνια.
Συνεχίζοντας τον δρόμο μας προς το βορειοανατολικό μέρος του νησιού, με σκοπό να βρεθούμε στην παραλία Τσόνια, ουσιαστικά Σκάλα (παραλία) του χωριού Κλειού, θα περάσουμε από τον Μανταμάδο και σχεδόν μπροστά από το μοναστήρι του του Ταξιάρχη, προστάτη του νησιού μας. Μια στάση εδώ επιβάλλεται για ένα προσκύνημα. Τα Τσόνια υπάγονται στη Τοπική Κοινότητα της Δημοτικής Ενότητας Μανταμάδου, του Δήμου Δυτικής Λέσβου. Είναι μια ωραία ακρογιαλιά με κρυστάλλινα νερά και κόκκινη άμμο, σε μια έκταση 500 μέτρων. Διαθέτει καταφύγιο μικρών σκαφών και γλίστρα και η απόστασή τους από τη Μυτιλήνη είναι 48 χιλιόμετρα.
Μια ευμεγέθης ούγενα από τα Τσόνια.
Κατά το παρελθόν, τα Τσόνια ήταν η καλοκαιρινή εξοχή των κατοίκων των γύρω χωριών Κλειούς, Κάπη, ακόμα και Μανταμάδου, με πολλές παράγκες οι οποίες έγιναν σπίτια στο πέρασμα των χρόνων. Διαθέτουν δύο πολύ καλές ταβέρνες και δύο μονάδες ενοικιαζόμενων δωματίων. Για την ψαρευτική τους ιστορία, τα Τσόνια φιλοξένησαν στις 4-5 Ιουνίου 2011 τη μεγαλύτερη ψαρευτική συνάντηση από παραλία που έχει γίνει στο νησί (53 άτομα), με διοργανωτές τους Ακρίτες Μυτιλήνης Fishing Club. Η μορφολογία του βυθού είναι αμμοφυκιάδες και ο αμερικάνος κάνει τη μικρή διαφορά. Όχι ότι τα ψάρια θα πουν όχι σε δολώματα όπως ο φαραώ, οι μάνες και τα μανάκια… Η συχνή εμφάνιση δελφινιών στην παραλία των Τσονίων, τις περισσότερες φορές βγάζει σε καλό, καθώς τα ψάρια γυαλώνουν αρκετά. Η περιοχή εποπτεύεται από το Λιμεναρχείο Μήθυμνας (Μολύβου).
Ήρθε όμως η στιγμή να αλλάξουμε ρότα και πάμε νότια του νησιού…
Πάμε Πλωμάρι!
Το λιμάνι του Πλωμαρίου και οι πλάκες από την μεριά του χωριού.
Το Πλωμάρι βρίσκεται στα νότια παράλια του νησιού, σε απόσταση 40 χιλιόμετρα από τη Μυτιλήνη, διασχίζεται από τον χείμαρρο Σεδούντα και θεωρείται παραδοσιακός οικισμός. Χτίστηκε στη σημερινή του θέση γύρω στο 1842, όταν εξέλιπε ο φόβος των πειρατών. Στο κέντρο του οικισμού βρίσκεται ο ναός του Αγίου Νικολάου, χτισμένος το 1847. Σήμα κατατεθέν του οικισμού ο πλάτανος της κεντρικής πλατείας, που όπως λέγεται φυτεύτηκε το 1813.
Το Πλωμάρι αποτελεί λιμάνι με δυναμική τουριστική κίνηση και πύλη εισόδου με τελωνείο. Έχει καταγραφεί σαν η πατρίδα του ούζου και του σαπουνιού. Ξεχωρίζει για την αρχιτεκτονική και τη ρυμοτομία του, καθώς και για το πλήθος των παλιών βιομηχανικών του κτιρίων (ελαιοτριβείων, σαπωνοποιείων, ταρσανάδων κτλ.). Η παραγωγή του φημισμένου ούζου γινόταν αρχικά σε μικρά τοπικά αποστακτήρια, (που τα αποκαλούσαν «ρακαριά»). Μετά τα τέλη του 19ου αιώνα αναπτύχθηκαν ιδιαίτερα οι ποτοποιίες, όπως και οι σαπωνοποιίες, και αναδείχτηκαν σε σημαντικές βιοτεχνίες, με αξιόλογη παραγωγή προς εξαγωγή, δίνοντας ώθηση στον πρωτογενή τομέα του νησιού της Λέσβου εν γένει.
Σήμερα το Πλωμάρι ανήκει διοικητικά στο Δήμο Μυτιλήνης και οι κάτοικοι ασχολούνται με τη γεωργία, την κτηνοτροφία, την αλιεία, τον τουρισμό και τη βιοτεχνία. Στο Πλωμάρι λειτουργούν τέσσερις ποτοποιίες, που παράγουν το φημισμένο, μυρωδάτο και γλυκόπιοτο Πλωμαρίτικο ούζο.
Οι ψαρότοποι είναι αρκετοί στην γύρω περιοχή του Πλωμαρίου. Για αρχή, μέσα στο λιμάνι του αρμενίζουν τσιπούρες, σαργοί, μουρμούρες, λαβράκια και λούτσοι, ενώ στο εξωτερικό του μέρος, από την πλευρά που είναι τα μπλόκια, κυκλοφορούν αξιόλογα μελανούρια τους καλοκαιρινούς μήνες.
Το λιμάνι είναι μια επιλογή για όλα τα γούστα, κάθε ψαρευτικής τεχνικής. Οι πλάκες κάτω από το γήπεδο και λίγο πριν την είσοδο του χωριού (με κόντρα καιρό Ν-ΝΑ στα 3-4 μποφόρ), μπορούν να δώσουν αρκετά καλούς σαργούς και λαβράκια. Ο φαραώ και οι μάνες είναι ό,τι καλύτερο. Δύο χιλιόμετρα πριν το Πλωμάρι, στην παραλία της Αγίας Βαρβάρας, καθώς και ένα πρώτο χιλιόμετρο πριν, στην παραλία του Αγίου Ισίδωρου, θα συναντήσετε αξιόλογα σε μέγεθος ψάρια, όπως σαργούς, τσιπούρες, μουρμούρες και λαβράκια. Η οι μορφολογία του βυθού στο λιμάνι και στον Άγιο Ισίδωρο, είναι αμμουδιά, ενώ κάτω από το γήπεδο και την Αγία Βαρβάρα υπάρχουν πλάκες με αρκετά «σφικτό» βυθό και αρκετά μπλεξίματα, γι’ αυτό και στις δύο παραπάνω περιοχές συνιστάται το μολύβι χορευτής.
Η περιοχή εποπτεύεται από το Λιμεναρχείο Πλωμαρίου.
Καλό Λιμάνι
Η δεξιά πλευρά της παραλίας Καλό Λιμάνι, όπως κοιτάμε τη θάλασσα. Στο βάθος διακρίνεται αμυδρά η ξέρα του Φακού. Μια ξέρα-γκρεμός με πολλά ρεύματα, που φημίζεται για τα αξιόλογα σε μέγεθος κόκκινα ψάρια της.
Από τον νότο και σαν τελευταίο προορισμό για φέτος πάμε βορειοδυτικά, στα 62 χιλιόμετρα από τη Μυτιλήνη, σε μια όμορφη, ήσυχη και μικρή αμμουδερή παραλία με μήκος γύρω στα 150 μέτρα: Στην παραλία Καλό Λιμάνι ή Τσαμούρ Λιμάνι. Έχει σχηματισμό μικρού κολπίσκου, που τα δυο πλευρά του και προς τους όρμους δεν ανταποκρίνονται στην μορφολογία της κεντρικής παραλίας. Όσο πάμε προς τους όρμους, τόσο τα νερά αγριεύουν και βαθαίνουν, δημιουργώντας ένα μεγάλο σκαλοπάτι, από περίπου τα μισά της απόστασης έως τα άκρα τους. Στην αριστερή πλευρά του κολπίσκου, βλέποντας το πέλαγος, έχουμε πολύ πιο εύκολη πρόσβαση, όλος ο κόλπος όμως είναι καλός ψαρότοπος για casting, με αρκετούς σαργούς και τσιπούρες. Τα δολώματα που δουλεύουν είναι ότι έχει σχέση με σκουλήκια καθώς και ο γόνος θράψαλου και οι λωρίδες καλαμαριού. Αν και είναι ένας σχετικά μικρός διάσπαρτος οικισμός με 20 περίπου σπίτια, η περιοχή διαθέτει ενοικιαζόμενα δωμάτια και μια πολύ καλή ταβέρνα. Το Καλό Λιμάνι υπάγεται στην τοπική Κοινότητα Σκαλοχωρίου, της Δημοτικής Ενότητας Καλλονής και ανήκει στον Δήμο Δυτικής Λέσβου.
Από την ανατολική πλευρά και δεξιότερα του δεξιού όρμου εντοπίστηκε, αποτυπώθηκε και μελετήθηκε, στην περιοχή Καλός Λιμένας ή Τσαμούρ Λιμάνι, ένα επιπλέον λιμενικό έργο, το οποίο είναι άγνωστο στις αρχαίες πηγές. Η τουρκική ονομασία «Τσαμούρ Λιμάνι» σημαίνει «λασπολίμανο», φανερώνοντας ότι η λιμενολεκάνη από την πλευρά αυτή είχε επιχωματωθεί και καταστεί ρηχή, ήδη από τα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Η ονομασία «Καλό Λιμάνι» χρησιμοποιήθηκε μετά από την απελευθέρωση της Λέσβου από του Οθωμανούς και προφανώς χρησιμοποιείται κατ’ ευφημισμό.
Τσιπούρα και κακαρέλος, πιασμένα ταυτόχρονα σε διπλάρι, στο δρόμο για αεροδρόμιο, κάτω από το Ξενοδοχείο Κάτια.
Το αρχαίο λιμενικό έργο ανακαλύφθηκε μόλις το 1994 από την Εφορία Εναλίων Αρχαιοτήτων και αποτυπώθηκε σχεδιαστικά το 1995 (Σίμωσι, 2000). Πρόκειται ουσιαστικά για λιθορριπή ή κυματοθραύστη χωρίς κρηπίδωμα, μια τεχνική άγνωστη για τα υπόλοιπα λιμενικά έργα των πόλεων της Λέσβου των αρχαίων χρόνων, γεγονός που προκαλεί προβληματισμό ως προς την χρονολόγησή του. Ταυτόχρονα προκαλεί ενδιαφέρον και προβληματισμό η ερμηνεία που του έχει αποδοθεί, ως πολεμικού λιμένα της αρχαίας Άντισσας. Η περιοχή εποπτεύεται από το Λιμεναρχείο Μήθυμνας (Μολύβου).
Για όσους φίλους αναγνώστες επιλέξουν το νησί μας για τις διακοπές τους, το τηλέφωνό μου υπάρχει στο περιοδικό και είναι διαθέσιμο για ψαρεματάκι παρέα, από Παρασκευή βράδυ έως και Κυριακή.
Καλό καλοκαίρι, καλές διακοπές και σας περιμένω!
Χρήσιμα Τηλέφωνα
Λιμεναρχείο Μυτιλήνης: 22510 24115.
Γενικό Βοστάνειο Νοσοκομείο Μυτιλήνης: 22510 57700
Λιμεναρχείο Μολύβου: 22530 71307
Λιμενικός Σταθμός Πολυχνίτου: 22520 41059
Λιμενικός σταθμός Περάματος Γέρας: 22510 51555
Τουριστική Αστυνομία: 22510 22776
Σταθμός Υπεραστικών ΚΤΕΛ: 22510 28873
Ραδιοταξί Λέσβου: 22510 25900
Κρατικός Αερολιμένας Μυτιλήνης «Οδυσσέας Ελύτης»: 22510 38700 / 61590