Ραχμί Κοτς: Τι αναζητά στην Ελλάδα ο Τούρκος μεγιστάνας και οι δεσμοί με τη Μυτιλήνη
Της Ματίνας Χαρκοφτάκη/ capital.gr
Είναι Σάββατο βράδυ και μια μεγάλη παρέα, περίπου 40 ατόμων, απολαμβάνει τοπικά εδέσματα σε ένα παραδοσιακό ταβερνάκι λίγα χιλιόμετρα έξω από την πόλη της Μυτιλήνης. Η απλότητα του χώρου και η ζεστή ατμόσφαιρά δημιουργούν μια οικεία και φιλόξενη εικόνα χωρίς τίποτα να μοιάζει ασυνήθιστο. Κανείς από τους υπόλοιπους πελάτες δεν μπορεί να φανταστεί ότι στο διπλανό τραπέζι κάθεται ο Ραχμί Κοτς, ο πανίσχυρος Τούρκος επιχειρηματίας, μαζί με τον Γιώργο Προκοπίου, έναν από τους πιο επιφανείς Έλληνες εφοπλιστές. Την παρέα συμπληρώνουν ο περιφερειάρχης Βορείου Αιγαίου, Κώστας Μουτζούρης, και ο πρώην υπουργός, Νίκος Σηφουνάκης.
Νωρίτερα, είχε προηγηθεί μια μουσική εκδήλωση στο μουσείο Βρανά, ένα από τα παλαιότερα ελαιοτριβεία του νησιού που ίδρυσε ο παππούς του Οδυσσέα Ελύτη, με την οποία ολοκληρώθηκε ένα διήμερο (18-19 Οκτωβρίου) στο οποίο η Μυτιλήνη τίμησε έναν δικό της άνθρωπο τον Ραχμί Κοτς, ξεκινώντας από την περασμένη Παρασκευή, όπου στην κατάμεστη αίθουσα της Περιφέρειας απένειμε τιμή στον Τούρκο μεγιστάνα ύστερα μάλιστα από παρότρυνση του Οικουμενικού πατριάρχη με τον οποίο ο κ. Κοτς διατηρεί στενούς δεσμούς.
Η ξεχωριστή θέση της Μυτιλήνης
"Είναι πάντα χαρά μου να βρίσκομαι στη Μυτιλήνη. Στη ζωή μου έλαβα πολλά δώρα και επαίνους από διάφορες χώρες, αλλά η εν λόγω τιμή είναι ξεχωριστή, γιατί προέρχεται από την Ελλάδα, με την οποία αφιέρωσα δεκαετίες στην ενίσχυση των διμερών σχέσεων", ανέφερε ο 94χρονος Κοτς απευθυνόμενος σε εκπροσώπους θεσμικών φορέων και επιχειρηματίες, τόσο από την Ελλάδα όσο και από την Τουρκία, οι οποίοι παραβρέθηκαν στην εκδήλωση. Το νησί του Βορείου Αιγαίου αλλά και το Αϊβαλί κατέχουν μια ιδιαίτερη θέση στην καρδιά του.
Εκτός από την κατοικία που διαθέτει στο Πέραμα της Λέσβου, έχει αναπτύξει και επιχειρηματική δραστηριότητα μέσα από τη συμμετοχή του στην μαρίνα Μυτιλήνης σε κοινοπραξία με την FF Group ενώ τα σχέδια του δεν περιορίζονται καθώς έχει αποκτήσει σημαντικές εκτάσεις, τις οποίες σκοπεύει να αξιοποιήσει. Λόγω της κοντινής απόστασης με το Αϊβαλί (απέχει μόλις 45 λεπτά με το καραβάκι), η Μυτιλήνη, τα τελευταία χρόνια, έχει γίνει πόλος έλξης για χιλιάδες Τούρκους τουρίστες, οι οποίοι την επισκέπτονται καθ΄όλη τη διάρκεια του έτους, αποτελώντας ένα σημαντικό παράγοντα ανάπτυξης της τοπικής οικονομιίας, λαμβάνοντας, παράλληλα, υπόψη το αντίτιμό των 60 ευρώ για την έκδοση βίζας Είναι χαρακτηριστικό ότι φέτος ο αριθμός των Τούρκων, που ταξίδεψαν στο νησί θα κλείσει στις 140.000, διπλάσιος σε σχέση με πέρυσι που ήταν 70.000, όπως υπογράμμισε ο περιφερειάρχης, Κώστας Μουτζούρης.
Σε ό,τι αφορά την παρουσία του γενικά στην χώρα μας, συμμετέχει ενεργά στην ανάπτυξη της Αθηναίκής Ριβιέρας ενώ το 2017, σε συνεργασία με την Avis Budget Group, απέκτησε τα δικαιώματα χρήσης των Avis, Budget και Payless στην Ελλάδα, με κόστος 81 εκατ. ευρώ. Είναι οικονομικός συνομιλητής με την ελληνική κυβέρνηση καθώς έχει πρωτοστάτησει εδώ και αρκετά χρόνια στις προσπάθειες για την ενίσχυση των σχέσεων σε εμπορικό και επιχειρηματικό επίπεδο ανάμεσα στις δύο χώρες.
Οι δραστηριότητες του ομίλου Koç
Με προσωπική περιουσία, η οποία σύμφωνα με το Forbes εκτιμάται ότι ανέρχεται σε 2,6 δισ. ευρώ, ο Κοτς υπήρξε επί σειρά δεκαετιών επικεφαλής της Koç Holding, ενός πολυεπίπεδου ομίλου με ένα διευρυμένο χαρτοφυλάκιο δραστηριοτήτων, το οποίο "απλώνεται" σε πολλούς και διαφορετικούς κλάδους, μεταξύ των οποίων, η ενέργεια, η αυτοκινητοβιομηχανία και ο χρηματοπιστωτικός τομέας με μεγάλες εταιρείες όπως η Tüpraş (το μεγαλύτερο διυλιστήριο πετρελαίου της Τουρκίας), η Arçelik (οικιακές συσκευές) και η Ford Otosan (αυτοκίνητα) ενώ άλλες δραστηριότητες περιλαμβάνουν την τεχνολογία, τα τρόφιμα, την γεωργία, το λιανεμπόριο και την βιομηχανία ναυπήγησης. Ενδεικτικό του μεγέθους του ομίλου Koç είναι ότι 14 από τις εταιρείες που βρίσκονται υπό την ιδιοκτησία του, διαπραγματεύονται στο χρηματιστήριο της Κωνσταντινούπολης, στην οποία μετέφερε την έδρα του από την Άγκυρα το 1984, όταν διαδέχθηκε στην προεδρία τον πατέρα του, ο οποίος, ίδρυσε τον όμιλο το 1926 και υπήρξε, επίσης, ένας από τους πιο επιφανείς επιχειρηματίες της Τουρκίας.
Υπό την ηγεσία του Ραχμί Κοτς, ο όμιλος απέκτησε ένα ισχυρό οικονομικό εκτόπισμα στην αγορά της Τουρκίας, συνεισφέροντας το 8% του συνολικού ΑΕΠ και αντιπροσωπεύοντας ποσοστό 7% στις συνολικές εξαγωγές της γειτονικής χώρας. Μετά από μια πολυετή διαδρομή, το 2003 αποφάσισε να αποχωρήσει από την θέση του εκτελεστικού προέδρου (παραμένει μέχρι σήμερα επίτιμος), παραδίδοντας τα ηνία στον πρωτότοκο γιο του Μουσταφά, ο οποίος, ωστόσο, έφυγε απροσδόκητα από τη ζωή τον Ιανουάριο του 2016 σε ηλικία 55 ετών μετά από καρδιακή προσβολή. Τα ηνία του ομίλου πέρασαν δευτερότοκο γιο του Μεχμέτ, ο οποίος συνεχίζει να ηγείται μέχρι σήμερα της Koç Holding ενώ ο μικρότερος γιος του Αλί, εκτός από τις οικογενειακές επιχειρήσεις, έχει εμπλακεί ενεργά και στο ποδοσφαιρικό γίγνεσθαι καθώς είναι πρόεδρος από το 2015 της Φενερμπαχτσέ.