«Ωστικό κύμα» του Νίκου Δαββέτα
«Ωστικό κύμα» του Νίκου Δαββέτα, από τις Εκδόσεις Πατάκη (Πρώτη έκδοση: Οκτώβριος 2016)
Γράφει η Τούλα Ρεπαπή
Στο μετρό του Λονδίνου, μετά τη βομβιστική έκρηξη, το αίμα έχει διασπαρεί παντού. Από το σημείο όπου έγινε η τρομοκρατική ενέργεια και σε έκταση ενός ποδοσφαιρικού γηπέδου, υπήρχαν πεσμένες προσόψεις κτιρίων, τούβλα, πλακάκια, κορμοί δένδρων, σπασμένες σωληνώσεις και βρύσες που έτρεχαν νερό, ενώ διάσπαρτες εστίες φωτιάς έδιναν την εικόνα πεδίου μάχης, με «μουσική υπόκρουση» τους ήχους των κινητών των θυμάτων. Τους αναζητούσαν.
Η Δέσποινα έπλενε την κούπα του καφέ της, εκεί μπροστά στο παράθυρο του νεροχύτη, όταν ένιωσε σαν ένα κύμα αέρα να έφτασε σε αυτήν και να την ταρακούνησε. Το μυαλό της πήγε σ’ εκείνον. Τότε που πήγε να τον επισκεφθεί στο Λονδίνο. Σπούδαζε εκεί. Ήταν φορές που δεν αναγνώριζε τον γιο της. Είχε αλλάξει. Μήπως έφταιγε η μαύρη μαντίλα στο κεφάλι του με τα κρόσσια; Το ξυρισμένο κεφάλι;
Η τηλεόραση έδειχνε τον σταθμό της έκρηξης. Τα γόνατά της λύθηκαν. Τον πήρε και στα δύο κινητά του. Ήταν απενεργοποιημένα.
Ο γιος της υπήρχε με πολλές διαφορετικές εικόνες στο μυαλό της. Άλλοτε τρυφερό αγοράκι, άλλοτε πάλι ο θρασύς αμφισβητίας έφηβος και, αργότερα, επαναστάτης, αναρχικός. Ένας συνεχής πόλεμος υπήρχε μέσα στο σπίτι τους, από τότε που τον γέννησε. Έτσι μεγάλωσε αυτό το παιδί, μέσα σ’ έναν πόλεμο. Κι η Δέσποινα ένιωθε τη στοργή, την τρυφερότητα, την αγάπη αλλά και τον πόνο μιας μάνας που βλέπει το παιδί της να φεύγει, να χάνεται από δίπλα της. Το διαζύγιο, η εφηβεία, οι σπουδές στο εξωτερικό, οι ιδέες, και τώρα; Κι όμως, στα δάκτυλά της ένιωθε μπλεγμένα τα δικά του, να βαστούν αυτήν και τα στρατιωτάκια του ή να τη μαθαίνουν να στρίβει τα τσιγάρα. Ο άντρας της τους είχε εγκαταλείψει. Οι γονείς της είχαν ζήσει τον Εμφύλιο. Η ίδια, κόρη αντιστασιακού. Ήξερε αυτόν τον ρόλο. Τον είχε μάθει από τη μάνα της. Τον δίδαξε και αυτή στον γιο της. Καθώς όμως μεγάλωνε ο γιος της, η Δέσποινα δεν αντιλήφθηκε τον διακαή πόθο του να στρατευτεί σε μια ιδέα που θα έδινε νόημα στη ζωή του. Ένας κόμπος στον λαιμό και ένας λυγμός που δεν μπορούσε να ξεσπάσει, την έπνιγαν.
Και η ζωή της Δέσποινας ένας πόλεμος. Μια γυναίκα που, ακόμη και τώρα, πάλευε με την υποταγή και την υπερηφάνεια, που υποχωρούσε συνεχώς και που δεν εξέφραζε τις σκέψεις της. Αισθανόταν ένοχη και, ταυτόχρονα, υποταγμένη στη βαρβαρότητα του συζύγου και στο θράσος της εφηβείας του γιου της. Όμως, και η ίδια με τον άντρα της ως ζευγάρι είχαν φερθεί σαν παιδάκια που γέννησαν ένα παιγνιδάκι και δεν ήξεραν τι να κάνουν με δαύτο. Κι ήταν γι’ αυτούς το πιο δύσκολο από τα παιγνίδια τους. Και ο γιος τους, ένα παιδί που μπήκε ανάμεσά τους για να τους χωρίσει. Έτσι όπως όταν, παιδάκι, χωνότανε στο κρεβάτι ανάμεσά τους. Και τους χώρισε όχι μόνο στον ύπνο, αλλά και στη ζωή. Κι έπειτα, χωρίστηκε κι εκείνο από αυτούς.
Μνήμες μιας μάνας, στο νηπιαγωγείο, στο πανεπιστήμιο. Ποτέ όμως ένα παιδί δεν φεύγει μέσα από τη μάνα του! Και η ίδια, άλλοτε Δέσποινα και άλλοτε πριγκιπέσα, παρέμενε –παρ’ όλα αυτά– πάντα μάνα…
Ο Νίκος Δαββέτας στο Ωστικό κύμα πραγματεύεται ένα θέμα οικείο και τρομακτικά καθημερινό. Αυτό της βίας που αναπαράγει βία, που γεννά τρομοκρατία και θάνατο. Στο βιβλίο του αυτό εμφανίζεται η εικόνα της Ελλάδας μετά τον Εμφύλιο και γίνεται μια κοινωνική διαδρομή μέχρι σήμερα, με έμφαση στις αλλαγές που έχουν επέλθει από την ανοχή και την έλλειψη αξιών, οι οποίες θα μπορούσαν να στηρίξουν τη χώρα και να την εμπνεύσουν. Και απεικονίζει μια κοινωνία η οποία, μετά τις ιδεολογίες του Εμφυλίου, φτάνει στην αφθονία του νεοπλουτισμού και της καπατσοσύνης. Καταφερτζήδες και νεόπλουτοι. Αυτός ήταν και ο άντρας της Δέσποινας. Και μέσα σε αυτή την κοινωνία, η νεολαία, εν προκειμένω ο γιος της, επαναστατεί, παθιάζεται, σκοτώνει και σκοτώνεται γι’ απλές λέξεις/ιδέες, αποδεικνύοντας πως ο βιασμός σωμάτων και ψυχών αναπαράγει, γεννά βία. Θανατηφόρα!
Με γραφή που μοιάζει σαν ένα τείχος όπου δεν περισσεύει τίποτα, ο συγγραφέας χτίζει το κείμενό του ορθώνοντας έναν φράχτη συμπαγή και στέρεο, την πλοκή του. Οι ήρωες εντός και εκτός αυτού του τείχους ζουν την προσωπική τους μοίρα/τραγωδία αδύναμοι να την αλλάξουν, ενώ ταυτόχρονα ζουν και κάτι πιο μεγάλο, όντες άλλοτε πρωταγωνιστές και άλλοτε κομπάρσοι, ωστόσο πάντα συνένοχοι της ιστορίας και της κοινωνίας την οποία διαμορφώνουν. Περιγραφές και παρομοιώσεις εμπνευσμένες, δοσμένες σε κάθε λεπτομέρεια, δίνουν το τέλειο της εικόνας και το αρνητικό του νοήματος, βαθαίνοντας τον πόνο. Έχουν κάτι ακαριαίο και μακάβριο. Έχουν την αποσύνθεση – ή, μάλλον, τη σύνθεση της απώλειας και του θανάτου. Με εξαιρετική γνώση και χωρίς να γίνεται μελό, αποτυπώνει τον πόνο της μάνας, τους φόβους και τις ελπίδες της, και μπαίνοντας στην ψυχολογία της αναλύει με ακρίβεια κάθε στιγμή και κάθε συναίσθημά της. Μια μάνα που, ενώ έβλεπε, δεν έβλεπε πόσο άλλαζε ο γιος της. Ώσπου, κάποια στιγμή, η μεταφυσική γίνεται η διαφυγή της. Η γέφυρα που συνδέει το παρελθόν και το εξωπραγματικό. Εκεί κατέφυγε η Δέσποινα. Ήθελε να μιλήσει μαζί του.
Έτσι, μέσα από την τομή των γυναικείων και μητρικών συναισθημάτων, της ηρωίδας και του γιου της, κάνει ο συγγραφέας την τομή μιας κοινωνίας που ασφυκτιά, πνίγεται, εκρήγνυται. Μοιάζει λες κι ένα συνεχές ωστικό κύμα κατευθύνεται προς όλους, ένα κύμα το οποίο προκάλεσαν οι ίδιοι, διαμορφώνοντας μια κοινωνία με αδικίες, διακρίσεις και ρατσισμό. Η ζωή, επίσης, δεν στέκει απλός θεατής, αλλά γίνεται αυτή το βασικότερο ωστικό κύμα των εξελίξεων εξοστρακίζοντας, με τη σειρά της, τους ήρωες αλλού.
Ταυτόχρονα, ένα ερωτηματικό ορθώνεται. Πώς μπορεί να ελεγχθεί αυτή η αναπαραγόμενη βία, που έχει κατακλύσει την καθημερινότητά μας; Από τα σπίτια μας; Ή μήπως από τις ιδέες; Όταν ο φανατισμός των ιδεών και η διαχείριση πληθυσμών επιβάλλεται από τους ισχυρούς για ίδια συμφέροντα; Και πού, πώς σταματά;
Η απάντηση είναι: από εμάς! Όσο αδύναμοι ή ισχυροί κι αν είμαστε.
Ο Νίκος Δαββέτας, με πολυεπίπεδη γραφή, οικονομία λόγου και γλώσσα που άλλοτε εκφράζει δυναμισμό και άλλοτε ελεγχόμενα συναισθήματα, ξεδιπλώνει την ιστορία του μέσα από άξονες ιδεολογικούς/πολιτικούς, κοινωνικούς, γονικούς, ενώ ταυτόχρονα γίνεται ο ίδιος η έκρηξη που γεννά συγγραφικά αλλεπάλληλα ωστικά κύματα συγκινήσεων και γεγονότων, αφήνοντας ήρωες και αναγνώστες να παρασυρθούν από αυτά.
Βρείτε το εδώ
Επιμέλεια στήλης: Ράνια Μπουμπουρή