«Ο ηγεμόνας» του Νικολό Μακιαβέλι, από τις Εκδόσεις Μίνωας (Μετάφραση: Άμπυ Ραΐκου-Σταύρου, Πρόλογος: Παύλος Τσίμας, Πρώτη έκδοση: Μάιος 2014)
Γράφει η Ράνια Μπουμπουρή
Ο Νικολό Μακιαβέλι (Φλωρεντία, 1469-1527) ήταν πολιτικός, συγγραφέας και φιλόσοφος. Γραμματέας της Δημοκρατίας της Φλωρεντίας, ανέλαβε διπλωματικές αποστολές και αναδιοργάνωσε τον στρατό. Απομακρύνθηκε από την εξουσία με την ανατροπή της δημοκρατίας από τους Μεδίκους (1513) και έκτοτε στράφηκε στη συγγραφή, επιθυμώντας όμως μέχρι το τέλος της ζωής του την ενασχόλησή του με τα κοινά.
Ο Ηγεμόνας είναι το πρώτο έργο του Μακιαβέλι: το έγραψε το 1513 και το αφιέρωσε αρχικά στον Τζουλιάνο των Μεδίκων και κατόπιν στον Λαυρέντιο, με τη μάταιη ελπίδα να επανακάμψει στην πολιτική ζωή. Στην αρχή το έργο κυκλοφόρησε σε στενό κύκλο, γραμμένο στο χέρι, και τελικά τυπώθηκε το 1532 στη Φλωρεντία και στη Ρώμη, προκαλώντας μεγάλο σάλο. Η ευρεία αναγνώριση του Ηγεμόνα ήρθε το 1546, με τη μετάφρασή του στα γαλλικά, αλλά από το 1577 μπήκε στην παπική λίστα των απαγορευμένων βιβλίων. Ο Τζοβάνι Μπατίστα Μπουζίνι, σύγχρονος του Μακιαβέλι, συνόψισε τη γενική αντίληψη για το βιβλίο ως εξής: «Όλοι μισούσαν τον Μακιαβέλι εξαιτίας του Ηγεμόνα. Οι πλούσιοι το θεωρούσαν ένα έργο που δίδασκε στους ηγεμόνες πώς να τους κλέψουν τις περιουσίες, ενώ οι φτωχοί το θεωρούσαν ένα μάθημα για το πώς να τους κλέψουν οι ηγεμόνες την ελευθερία. Οι οπαδοί του Σαβοναρόλα τον θεωρούσαν αιρετικό, οι καλοί άτιμο και οι κακοί πιο κακό ή πιο έξυπνο από τους ίδιους». Τους επόμενους αιώνες, η κριτική απέναντι στον Ηγεμόνα εξαρτιόταν ως επί το πλείστον από τις πολιτικές συνθήκες που επικρατούσαν σε κάθε χώρα και το έργο του Μακιαβέλι απασχόλησε σημαίνοντες πολιτικούς επιστήμονες και φιλοσόφους, όπως τον Αντόνιο Γκράμσι.
Στον Ηγεμόνα, αφού πρώτα κάνει μια σύντομη εισαγωγή σχετικά με τους διάφορους τύπους ηγεμονιών, ο Μακιαβέλι περνάει στην παρουσίαση των τρόπων διακυβέρνησης σε αυτές και εξετάζει την περίπτωση σπουδαίων ηγεμόνων, όπως ο Θησέας, ο Ρωμύλος, ο Κύρος, ο Μέγας Αλέξανδρος και ο Μωυσής, προσπαθώντας να δώσει απαντήσεις σε ουσιώδη ερωτήματα, όπως λ.χ.: Για ποιο λόγο το βασίλειο του Δαρείου, που κατελήφθη από τον Μέγα Αλέξανδρο, δεν επαναστάτησε εναντίον των διαδόχων του μετά τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου;
Κατόπιν, κεφάλαιο το κεφάλαιο απαντά σε μείζονα ερωτήματα που απασχολούν έναν ηγεμόνα: Με ποιον τρόπο μπορούν να μετρηθούν οι δυνάμεις της ηγεμονίας του; Τι πρέπει να κάνει με τον στρατό του; Πότε επαινείται και πότε κατακρίνεται ένας ηγεμόνας; Τι θα πρέπει να διαλέξει από τα δύο – γενναιοδωρία ή οικονομία; Σκληρότητα ή ευσπλαχνία; Θα πρέπει, άραγε, οι ηγεμόνες να κρατούν τον λόγο τους; «Επομένως, ένας συνετός ηγεμόνας δεν μπορεί ούτε πρέπει να τηρεί τον λόγο του όταν η τήρηση αυτή αποδεικνύεται πως είναι σε βάρος του και όταν έχουν πάψει να υπάρχουν οι αιτίες που τον έκαναν να υποσχεθεί κάτι» (σελ.134).
Πλούσιες και αμφιλεγόμενες οδηγίες προς έναν ηγεμόνα, όπως λ.χ. τι πρέπει να κάνει για να τον εκτιμούν ή πώς ν’ αποφεύγει τους κόλακες, διανθισμένες με άφθονα ιστορικά και μυθολογικά παραδείγματα: «Οι ηγεμόνες, κυρίως οι νέοι, συνάντησαν μεγαλύτερη πίστη και ωφέλεια σ’ εκείνους τους άνδρες οι οποίοι στην αρχή της εξουσίας τους θεωρήθηκαν ύποπτοι, παρά σ’ εκείνους που στην αρχή ήταν έμπιστοι» (σελ.157).
Μια πολύ ενδιαφέρουσα προσέγγιση στο θέμα της εξουσίας, και κατ’ επέκταση σε κάθε σχέση εξουσίας σε οποιονδήποτε τομέα της ανθρώπινης ζωής. Αξίζει να κατέχει μια θέση στη βιβλιοθήκη μας.
Βρείτε το εδώ