Skip to main content
|

Μαρία Κοτοπούλη:Τα μαγικά δώρα του Διόνυσου

Μαρία Κοτοπούλη:Τα μαγικά δώρα του Διόνυσου

SHARE

ΜΟΙΡΑΣΟΥ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟ

Χρόνος ανάγνωσης :
4'

 

Μαρία Κοτοπούλη:Τα μαγικά δώρα του Διόνυσου, Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 2000

 
Υπάρχουν βιβλία που ο χρόνος τα βάζει στο ράφι, τα βάζει στην άκρη, τα ακυρώνει εν ολίγοις. Και αυτό συμβαίνει είτε γιατί πάλιωσε το θέμα τους είτε γιατί πάλιωσε η αφηγηματική τεχνική τους. Άδικο αυτό αλλά αναπόφευκτο. Υπάρχουν όμως βιβλία που δεν παλιώνουν είτε γιατί τα στηρίζει η γοητεία της αφήγησης, είτε το θέμα, ώστε να παραβλέψουμε την αφήγηση. 
 
Το βιβλίο της Μυτιληνιάς, Μαρίας Κοτοπούλη, Τα μαγικά δώρα του Διόνυσου, αν και συμπλήρωσε τα δεκατρία του χρόνια σαν τη «μικρή πράσινη θάλασσα δεκατριώ χρονώ» του Οδυσσέα Ελύτη, δεν επηρεάζεται από καμιά από τις παραπάνω παραμέτρους. Είναι και θα είναι πάντα νέο και φρέσκο. Βλέπετε είναι η αφηγήτρια που δεν δεσμεύεται από επικαιρικές κλισέ φράσεις, δεν γράφει με άλλα λόγια, όπως η συγκυρία της γλωσσικής μόδας απαιτεί, δεν γράφει ξύλινα αλλά γράφει ελληνικά διαχρονικά, άρα ες αεί επίκαιρα. Το ένα. Το άλλο είναι το θέμα. Είναι γνωστό ότι οι συγγραφείς αγωνίζονται να βρουν το «καλό» θέμα, αυτό που θα κεντρίσει το ενδιαφέρον του κοινού για να κινήσει και την αγορά. Και η Κοτοπούλη το βρήκε. Είναι πάντα επίκαιρο και μεθυστικό, όπως το κρασί που δεν λείπει από κανένα τραπέζι, είτε εορταστικό είτε πένθιμο. 
 
Τα μαγικά δώρα του Διόνυσου, να πάλι θα παραπέμψω στον Ελύτη και συγκεκριμένα στην Αναφορά στον Ανδρέα Εμπειρίκο: «Ένα σώμα γυμνό δεν παύει ποτέ να είναι πεδίο ανεξάντλητο και οι πρόγονοί μου οι Αιολείς, διόλου άδικα, το νοούσαν όπως οι αμπελουργοί το σταφύλι• πιάνοντάς το από την καλλιέργεια και φτάνοντάς το στο κρασί». Τα μαγικά δώρα του Διόνυσου λοιπόν αρχίζουν από το κρασί που είναι ο ιερός χυμός του έρωτα με όλες τις εκφάνσεις του. Ευωχία, ευδιαθεσία, δημιουργία, τέχνη. Το σώμα, που λέει ο Ελύτης, του θεού Διόνυσου, αλλά και το αίμα του Χριστού.
Και το βιβλίο ξεκινάει με μια συνάντηση, ένα ραντεβού που έχει ο ανώνυμος περιπατητής, προσκυνητής, επισκέπτης. Εγώ, εσείς. Ραντεβού με τον Διόνυσο στο θέατρό του. Περνάμε από την Πύλη του Αδριανού, την αγγίζουμε με τα χέρια και ανατριχιάζουμε από το άγγιγμα χιλιάδων άλλων που πέρασαν από εκεί. Ε, πώς να μην σκεφτούμε τον Γιώργο Σεφέρη στο κάστρο της Ασίνης, όταν άγγιζε με τα δάχτυλά του την αφή του ξεχασμένου βασιλιά. Πιστεύουμε πως τίποτα δεν λησμονιέται. Όποιος έχει μνήμη τη νιώθει, όπου κι αν σταθεί, και στην Ελλάδα αυτό είναι ένα καθημερινό θαύμα, τόσο και τέτοιο που, επειδή είμαστε εξοικειωμένοι μαζί του, δεν το αντιλαμβανόμαστε. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως δεν συμβαίνει. 
 
Μετά την Πύλη ο δρόμος οδηγεί κατευθείαν στο αρχαίο θέατρο. Αλλά μια μικρή κλίση στο σώμα, τόση όσο το λύγισμα της μέσης σαν σε χορευτική κίνηση, ξεπετάγεται μπροστά σου το χορηγικό μνημείο του Λυσικράτους ή αλλιώς το Φανάρι του Διογένη. Ο Διόνυσος έχει εκεί μια απεικόνισή του, για να μην ξεχνάμε ποιος είναι ο στόχος της διαδρομής μας. «Με την αίσθηση της κυματιστής, ρυθμικής γραμμής» λέει η συγγραφέας, φτάνουμε στην Οδό Τριπόδων, από εκεί ο δρόμος οδηγεί στο Τέμενος του Διονύσου, αλλά ο Διόνυσος δεν είναι βέβαια εκεί, όμως, μετά τη δωρική στοά φτάνουμε στο θέατρο και εκεί θα τον βρούμε σίγουρα. Γι αυτό μας άφηνε τα σημάδια του. 
 
Θέατρο. Δεκατρείς κερκίδες, γεμάτες κόσμο (άλλοτε),και… Να! Ο θεός, σχεδόν γυμνός, «η άμπελος λικνιζόταν πάνω από το κεφάλι του,σαν για να πλέξει το νυφιάτικο στεφάνι της Αριάδνης…». 
Κι αρχίζει την ιστορία της ζωής του. Πώς γεννήθηκε (από τη γάμπα του Δία), ποια ήταν η μητέρα του (η Σεμέλη), τα τραγικά γεγονότα της ζήλιας της Ήρας και του θανάτου της Σεμέλης(κατακάηκε από τη φλόγα του θεού-εραστή), περιπέτειες στα δάση και τις ρεματιές, γιορτές, Μεγάλα και Μικρά Διονύσια, η ορχήστρα και η μουσικοί του –ο Διόνυσος στη φλογέρα, οι Νύμφες στα σείστρα, οι Βάκχες στα τύμπανα - η εξέλιξη του διθύραμβου, ο ιπτάμενος θύρσος και το θεσπέσιο άντρο με την άρπα από μέλι (μα ήταν πράγματι από μέλι οι χορδές ή ήταν ο ήχος σαν μέλι;), τα σταφύλια, τα ταξίδια μακρινά και κοντινά. Η γνωριμία με τον Αρίονα (από τη Λέσβο και αυτός). 
 
Κεφάλαιο μέγα είναι το θέατρο και «μάθημα μέγιστον»που θα έλεγε και ο Άγγελος Σικελιανός (ένας σύγχρονος Διόνυσος). Γιατί ο Διόνυσος είναι ο Θεός της ιερής πράξης. Ταξίδεψε παντού γι’ αυτό. Στη ράχη του δελφινιού, στο Άρμα Θέσπιδος, το οποίο ήταν μέσο ταξιδιού αλλά και σκηνή θεάτρου. Οι συγγραφείς και τα έργα τους, όλοι παρόντες. Και ο Φρύνιχος, και ο Αισχύλος και οι Πέρσες, όχι οι ίδιοι, το έργο. Και ο Σοφοκλής με την Αντιγόνη του και τις καινοτομίες του, και ο Ευριπίδης και ο «εχθρός» του ο Αριστοφάνης, και η Αθήνα με όλους της τους μεγάλους εκπροσώπους στις τέχνες. Τι Μνησικλής, τι Φειδίας, τι Μύρωνας, τι Κάλαμις. Και οι ιστορικοί κι οι φιλόσοφοι όλοι αυτοί που συνέβαλαν στον Χρυσό Αιώνα του Περικλέους. Α! μη παρακαλώ σε, μην προσπερνάς έτσι τον τραγικότερο των ποιητών. Θέλω να μου πεις κι άλλα για τον Ευριπίδη, για τις Βάκχες. Ε, μια και αρχίσαμε με το διθύραμβο του Διόνυσου, ας τελειώσουμε με τις Βάκχες• κι αυτές προς τιμήν του Διονύσου είναι. Και για τον Ευριπίδη είναι τόσα πολλά. Οι αλλαγές που έκανε στο θέατρο, οι χαρακτηρισμοί που του απέδωσαν, ήταν λέει «μισογύνης»,μπα, κάθε άλλο. Το σπουδαιότερο όλων είναι πως οι αιχμάλωτοι Αθηναίοι στη Σικελία τραγουδούσαν τα χορικά του και συγκινούσαν και τους Συρακούσιους ακόμα, με αποτέλεσμα να εξασφαλίζουν καλύτερες συνθήκες δουλείας, ακόμα και απελευθέρωση. Και η Ιφιγένειά  του. Τι ηρωίδα, θεέ μου, Διόνυσέ μου, ήθελα να πω. Αλλά παραμονεύει ο Αριστοφάνης. Η «Νεφελοκοκκυγία»έτοιμη, οι Όρνιθες επίσης με όλα τα φτερά, κι άλλα κι άλλα πάρα πολλά. Όμως η ώρα περνά,πρέπει να φύγουμε, ο ήλιος τρέχει: 
 
… ένα θαύμα να καίει στους ουρανούς τ’ αλώνια 
 
ιερείς και πουλιά να τραγουδούν το χαίρε.
 
Χαίρε Αθήνα, και Διόνυσε και θέατρο και αρχαία Ελλάδα και σύγχρονη και παντοτινή. Το βιβλίο της Μαρίας Κοτοπούλη είναι ένα θαύμα, ή καλύτερα ένα ταξίδι στο όνειρο και στο θαύμα. Χαίρε.
 
ΑΝΘΟΥΛΑ ΔΑΝΙΗΛ
Δρ. Νεοελληνικής Φιλολογίας

SHARE

ΜΟΙΡΑΣΟΥ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟ

Διαβάστε επίσης
Άρθρα απο την ίδια κατηγορία