Το "ψάρι της αγάπης" στη Μυτιλήνη
Ένας Σύριος όταν ήταν στην πατρίδα του, ψάρευε πολύ. Λάτρευε να ψαρεύει σε ποτάμια, λίμνες, έκανε μακρινές εκδρομές να φτάσει στη θάλασσα.
Ήρθε ο πόλεμος, κόπηκαν τα ψαρέματα, έφτασε στη Μυτιλήνη πρόσφυγας μαζί με τη γυναίκα του εγκαταλείποντας πίσω τα πάντα. Είχαν χάσει το παιδί τους, σκοτώθηκε. Καθόταν στην άκρη του λιμανιού το ζευγάρι τέσσερις μέρες περιμένοντας να καταγραφεί.
Ένα πρωί ο Σύριος ξυπνώντας έψαχνε τη γυναίκα του - ξάφνου εκείνη εμφανίζεται κρατώντας μια σακούλα.
Του είπε οτι του πήρε δώρο. Με τι λεφτά, να υπάρχει και περιθώριο για δώρο... Εκείνος άνοιξε τη σακούλα και μέσα της είχε μια πετονιά και δυο αγκίστρια. "Για να περνάει η ώρα σου και να μην στεναχωριέσαι" του είπε η γυναίκα του.
Ο Σύριος πέρασε την τελευταία του μέρα στο νησί μας ψαρεύοντας, έβαζε για δόλωμα μικρά κομμάτια ψωμί. Τα ψαράκια που έπιανε τα πετούσε πάλι μέσα.
Την ιστορία με παρακάλεσε φίλος να την γράψω. Με ρώτησε "Γίνεται να σε αγαπάει άνθρωπος τόσο πολύ;".
Σκέφτηκα την δική μου γυναίκα, ξέρω θα έκανε το ίδιο.
Υπάρχουν άνθρωποι με κατανόηση βαθιά και με δύναμη σαν τα θεμέλια της γης. "Γίνεται", του είπα.
"Ας μ'αγαπούσαν έτσι κι ας ήμουν πρόσφυγας", απάντησε.
Γιώργος Τυρίκος Εργάς