Το περιβόλι του πρόσφυγα... στο χοτ σποτ της Μόριας
Ο Μπιλάλ 23 χρονών από την πόλη Χομς. Ο 28χρονος Αντέλ από τη Μοσούλη στο βόρειο Ιράκ. Ο 40χρονος Αμπού Ομάρ από τη Δαμασκό. Ο Αμπντούλ Χαμίντ 17 χρονών κι αυτός από τη Δαμασκό. Κι ο Τζιχάντ, 24 χρονών, αυτός από την Παλαιστίνη. Στους προκατασκευασμένους οικίσκους της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες, εκεί στομ καταυλισμό του χοτ σποτ της Μόριας. Σκόνη, τσιμέντο, αγριεμένα βλέμματα, βαριεστημένοι «εθελοντές» εργαζόμενοι σε ΜΚΟ, ποικιλόχρωμα γιλέκα της κάθε «save», «rescue» και «protection» οργάνωσης, τα πάντα στο χρώμα του γκρι.
Μόνο αλλιώτικο, κι αυτό πόσο να αντέξει; Κοντά 2000 ζευγάρια μελιά – καφέ μάτια. Γεμάτα αναμονή κι αγωνία… Οι εγκλωβισμένοι πρόσφυγες στο χοτ σποτ της Μόριας.
Και ξαφνικά αλλιώτικα χρώματα… πράσινα κι ένα βαθύ κίτρινο κρεμασμένο σε μια ευνουχισμένη ελιά.
Ένα περβόλι, μια δρασκελιά γης, με μελιτζανιές, ντοματιές, κολοκυθιές, πιπεριές. Κι ακόμα… με λουλούδια. Λουλούδια εποχής με χρώματα ανοιξιάτικα… «σαν αυτά εκεί στην πατρίδα».
Φρεσκοποτισμένα, «έπεσε ο ήλιος και θέλουν κι αυτά το φαί τους, νερό…». Με πλαστικά μπουκάλια ποτίζεται το περβόλι, πέρα δώθε ένα ένα… Χαλάλι ο κόπος. «Ποιος κόπος; Χαρά δίνει και ζωή το περβόλι».
Κι ύστερα το βλέμμα σε ετούτο το βαθύ κίτρινο. Το καναρίνι στο κλουβί. Σφυρά και φτερουγίζει, φτερουγίζει και πετά, ξέρει δεν ξέρει πως είναι φυλακισμένο, ποιος ξέρει;
Ετούτο είναι ζωντανό. Το ‘φερε μαζί του από τη Δαμασκό ο Αμπού Ομάρ. Ετούτος είχε και την ιδέα του περβολιού. Ένα καναρίνι από την πατρίδα μαζί με τις αναμνήσεις και την αίσθηση της γης. Της γης του, της γης μας, ποιος ξέρει και γιατί να ξέρει;
«Γιατί τα κάνετε όλα αυτά;» ρωτάς.
Χαμογελάνε. Ετούτοι οι εγκλωβισμένοι στο χοτ σποτ πρόσφυγες χαμογελάνε… Η ζωή γύρω μελίσσι σωστό πολύβουο. Θαρρείς και χρωματίστηκε και αυτή… ξαφνικά αρχίζεις να βλέπεις χρώματα, πού πήγαν οι φωτιές των εξεγέρσεων, οι ήχοι των ασπίδων και των ροπάλων των ΜΑΤ, η σκόνη κι η βρωμιά τόσων έγκλειστων, πού ‘ναι;
Το χοτ σποτ αρχίζει να παίρνει μορφή και χρώματα γνώριμα, πανσέδες και γεράνια σε ασπρισμένες αυλές, σε γαζοτενεκέδες που φυτρώσαν γιασεμιά γιατί η γη δε τα χωρούσε, σπίτια και ήχοι και χρώματα γνώριμα του δικού σου Άγιου Συνοικισμού. Προσφυγιάς κοινά χρώματα, αποχρώσεις του πράσινου, του κόκκινου φτωχολούλουδου, του καναρινί πουλιού στο κλουβί που του σφυράγαν κάθε πρωί και κάθε απόβραδο οι δικοί σου πρόσφυγες.
Παναγιώτης, Γρηγόρης, Στρατής, Ταξιάρχης, Λευτέρης, Ιορδάνης, Μπιλάλ, Αντέλ, Αμπού Ομάρ, Αμπντούλ Χαμίντ, Τζιχάντ…
Κι ύστερα μυρωδιές… Τα χρώματα και τους οίκους στους πρόσφυγες πάντα τα διαδέχονται μυρωδιές…. Μιας τηγανιτής πατάτας στη φουφού ή ενός τσαγιού… Τι σημασία έχει; Το ίδιο μυρίζουν…
Αλήθεια σας το λέω. Σβήστηκε από προχθές από τη μνήμη μου η εικόνα της κάθε βάρκας και των πνιγμένων προσφύγων στις ακτές. Η προσφυγιά πια, αυτή που ζούμε εδώ στη Λέσβο κοντά ενάμιση χρόνο τώρα, έχει άλλη εικόνα. Αυτή του περβολιού με τα ζαρζαβατικά και τα λουλούδια. Κι έχει χρώμα. Καναρινί σωσμένο από την κόλαση των βομβών της Δαμασκού.
ΣΤΡΑΤΗΣ ΜΠΑΛΑΣΚΑΣ / ΑΠΕ -ΜΠΕ