Είναι επαγγελματίας οδηγός από τα 23 του, έχει μεταφέρει χιλιάδες τουρίστες σε όλο το νησί, αλλά αυτό που βιώνει το τελευταίο δίμηνο, μεταφέροντας εξουθενωμένους πρόσφυγες από τις ακτές της Λέσβου, τον έχει κυριολεκτικά... τσακίσει.
Ο Ελληνας οδηγός τουριστικού λεωφορείου, Μιχάλης Παπαγρηγορίου, από τον Μανταμάδο, που έγινε θέμα στους «New York Times», μιλά στο «Εθνος» με φωνή που σπάει για την καθημερινότητά του, που πια δεν είναι ίδια, διευκρινίζοντας ότι είναι οδηγός και όχι ιδιοκτήτης τουριστικού λεωφορείου και εργάζεται για γνωστό τουριστικό γραφείο, τα οχήματα του οποίου έχουν μισθωθεί από διεθνείς οργανώσεις για τη μεταφορά μεταναστών.
Στο ταμπλό του λεωφορείου έχει ένα μικρό βιβλίο, είναι μια συνοπτική έκδοση του Κορανίου που του δώρισε ένας Αφγανός πρόσφυγας για να τον ευχαριστήσει. Εχει επίσης ως... ενθύμια καπελάκια, σημαιούλες και μικρά αναμνηστικά που του δίνουν οι πρόσφυγες. Αλλά δίνει και αυτός και εκπλήσσεται από τις αντιδράσεις τους.
Το κρουασάν
«Είχα μια μέρα ένα κρουασάν μαζί μου για κολατσιό. Πήρα πολλούς άντρες που είχαν βγει με βάρκες στον Μόλυβο και ανάμεσά τους ήταν ένας πιτσιρικάς από το Αφγανιστάν που έβλεπε το περιτύλιγμα του κρουασάν να γυαλίζει στο φως. Ενθουσιάστηκε και το χάζευε για ώρα απορημένος. Του το πρόσφερα και το πήρε με χαρά, του έδειξα ότι τρώγεται, αλλά όταν το άνοιξε... τρόμαξε. Δεν είχε ξαναδεί κρουασάν και φυσικά δεν είχε φάει ποτέ. Χρειάστηκε να το περιεργαστεί για μερικά λεπτά, μετά κοίταξε τη μητέρα του και το έβαλε διστακτικά στο στόμα του. Οταν έτρεξε η σοκολάτα, έβγαλε ένα δυνατό επιφώνημα. Ηταν τέτοια η χαρά του που το καταβρόχθισε ικανοποιημένος», λέει στο «Εθνος» ο 46χρονος οδηγός.
Συχνά στα ταξίδια του παίρνει μαζί του τη γυναίκα του για παρέα. «Είναι πολλές οι ώρες της μοναξιάς, δεν μιλούν όλοι αγγλικά και συνήθως είναι τόσο κουρασμένοι που δεν έχουν όρεξη για κουβέντα», αναφέρει.
Οι τσίχλες
Μια μέρα η γυναίκα του έπαιζε με δίδυμα αγόρια από το Αφγανιστάν, ηλικίας 9 χρόνων. Εβγαλε από την τσάντα της ένα κουτάκι τσίχλες και πήρε μία. Τα αγόρια την κοίταξαν απορημένα. Τους πρόσφερε και όταν έβαλαν τις τσίχλες στο στόμα, τις... κατάπιαν.
Χρειάστηκαν αρκετές προσπάθειες και στο τέλος ενθουσιάστηκαν από τη διαδικασία της μάσησης. Ηταν φανερό ότι δεν ήξεραν τι είναι οι τσίχλες.
«Οι Σύροι είναι πιο άνετοι. Εχουν χρήματα, ζητούν να τους αφήσω σε κάποιο ξενοδοχείο, θέλουν να αγοράσουν φαγητό, ξέρουν καλά αγγλικά. Οι Αφγανοί, οι Ιρανοί, οι Ιρακινοί και άλλοι είναι πολύ συνεσταλμένοι. Δεν μιλούν, δεν ξέρουν αγγλικά, δείχνουν φτωχοί και δεν προσεγγίζονται εύκολα», δηλώνει.
Μέχρι πριν από δύο μήνες ο Μιχάλης Παπαγρηγορίου μετέφερε τουρίστες από το αεροδρόμιο προς τα ξενοδοχεία ή σε γνωστές παραλίες. Σε ένα από τα τελευταία του δρομολόγια έπιασε κουβέντα με Δανό τουρίστα, ο οποίος είχε συγκλονιστεί από το δράμα των προσφύγων που είχαν κατακλύσει το λιμάνι της Μυτιλήνης. «Ακούγαμε τόσο καιρό για πρόσφυγες και για μας ήταν κάποια ψυχρά νούμερα. Τώρα που το έζησα, πρέπει να βοηθήσω. Και όλοι πρέπει να βοηθήσουμε», του είπε καθώς αποχαιρετούσε τον 46χρονο οδηγό στο αεροδρόμιο. Μόλις επέστρεψε στην πατρίδα του, συγκέντρωσε ρούχα, παιχνίδια και τρόφιμα από φίλους του και τα έστειλε στη Μυτιλήνη.
«Εγώ και όλοι οι συνάδελφοι -είμαστε καμιά 20αριά- κάνουμε απλά τα δουλειά μας. Μεταφέρουμε με ασφάλεια τον κόσμο, πληρωνόμαστε γι' αυτό, μπορεί κάποιος να πει ότι αυτή είναι η καθημερινότητά μας. Αλλά και ο πιο σκληρός λυγίζει όταν βρίσκεται μπροστά σε παιδιά, σε γυναίκες, σε εγκύους και ανήμπορους», μας λέει με συστολή, προσθέτοντας ότι δεν θεωρεί τον εαυτό του ήρωα και δεν πιστεύει ότι κάνει κάτι διαφορετικό από τους συναδέλφους του.
ΜΑΡΙΑ ΡΙΤΖΑΛΕΟΥ / ΕΘΝΟΣ