Εξαιρετικά μικρή σε σχέση με τη δυναμική απόδοσης του Λεσβιακού ελαιώνα, προβλέπεται να είναι φέτος η παραγωγή λαδιού στο νησί μας, αφού σύμφωνα με τις αρχικές εκτιμήσεις της Διεύθυνσης Αγροτικής Ανάπτυξης Λέσβου, θα κυμανθεί μεταξύ 5-8 χιλιάδες τόνους.
Η παραγωγή αυτή, αν τελικά επαληθευτεί, είναι αρκετά μειωμένη σε σχέση με πέρυσι, που ήταν κοντά στους 10 χιλιάδες τόνους και φυσικά πολύ μακριά από την πραγματική δυνατότητα της Λεσβιακής παραγωγής που θα μπορούσε υπό καλύτερες συνθήκες να αγγίξει τους 20 χιλιάδες τόνους.
Αιτία για την καθοδική πορεία της παραγωγής και της απόδοσης του ελαιώνα τα τελευταία χρόνια, θεωρείται η σταδιακή εγκατάλειψη των κτημάτων από τους παραγωγούς, οι οποίοι πλέον δεν κάνουν ούτε τις στοιχειώδεις καλλιεργητικές εργασίες, προκειμένου να βοηθήσουν στην καρποφορία των δέντρων.
Όπως αναφέρει η Γεωπόνος της Διεύθυνσης Αγροτικής Ανάπτυξης Ε. Πίττικα, οι πρώτες εκτιμήσεις έγιναν στις αρχές του καλοκαιριού, ωστόσο αναμένεται να γίνουν νέες στα μέσα Σεπτεμβρίου: «Πιστεύω ότι τα αρχικά στοιχεία θα είναι πολύ κοντά στη νέα εκτίμηση που θα γίνει το φθινόπωρο. Δυστυχώς, μιλάμε για άλλη μια δύσκολη χρονιά με εξαιρετικά μειωμένη παραγωγή για το λεσβιακό ελαιώνα. Η κύρια αιτία γι' αυτή την κάμψη που εμφανίζεται τα τελευταία χρόνια, είναι αφενός η εγκατάλειψη, αφετέρου η σταδιακή αλλαγή των κλιματικών συνθηκών που επηρεάζουν σημαντικά την ανάπτυξη του ελαιοκάρπου κυρίως κατά την περίοδο της ανθοφορίας και της καρπόδεσης».
Σύμφωνα με την Ε. Πίττικα, ο ανθρώπινος παράγοντας και η ολιγωρία της πλειοψηφίας των ελαιοπαραγωγών που δεν φροντίζουν τα ελαιοκτήματά τους, παίζει σημαντικό ρόλο στη μειωμένη παραγωγή.
ΚΥΚΛΟΚΟΝΙΟ
«Αυτή τη στιγμή ένα μεγάλο μέρος του ελαιώνα, κυρίως στις πεδινές περιοχές που υπάρχει μεγαλύτερη υγρασία, πλήττεται από κυκλοκόνιο. Το κυκλοκόνιο δημιουργεί φυλλόπτωση που οδηγεί σε μεγάλη εξασθένιση των δέντρων, καθώς και σε μείωση παραγωγής. Παρά τις έγκαιρες προειδοποιήσεις των γεωπόνων, οι παραγωγοί δεν προχώρησαν σε ψεκασμούς, με αποτέλεσμα η αρρώστια να εξαπλωθεί και να οδηγήσει σε ακαρπία.
ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΗ ΑΔΙΑΦΟΡΙΑ
Την ίδια ώρα, τα περισσότερα ελαιοκτήματα, δεν έχουν καλλιεργηθεί σωστά. Δεν έχουν γίνει οι απαραίτητες λιπάνσεις για να δυναμώσουν τα δέντρα, δεν έχει γίνει άρδευση για να βοηθηθεί ο καρπός, δεν έχει γίνει ούτε καν σωστό κλάδεμα για να ανανεωθεί το φυτό. Δυστυχώς, όλη αυτή η εγκατάλειψη είναι κάτι παραπάνω από εμφανής πλέον κι αυτό είναι κάτι που θα πρέπει να μας ανησυχεί. Εξαιρετικά αδιάφορη είναι, εξάλλου και η πλειοψηφία των βιοκαλλιεργητών, οι οποίοι δεν βάζουν ούτε καν δακοπαγίδες για να αποτρέψουν την εξάπλωση του δάκου.
Πιθανόν ένα μεγάλο μέρος των παραγωγών, έχει περιοριστεί στην είσπραξη των επιδοτήσεων, χωρίς να ενδιαφέρεται για την ποιότητα και την ποσότητα της παραγωγής του».
ΠΕΡΙ ΤΙΜΩΝ, ΑΙΣΙΟΔΟΞΙΑ
Αντίθετα με τη χαμηλή απόδοση του Λεσβιακού ελαιώνα, οι προβλέψεις για τις τιμές του λαδιού είναι αρκετά αισιόδοξες για το φετινό χειμώνα, αφού τα πρώτα στοιχεία δείχνουν ότι υπάρχει σταθεροποιητική τάση στην τιμή γύρω στα 3 ευρώ για τον άσσο και στα 3,5 ευρώ για τα έξτρα παρθένα ελαιόλαδα.
Όπως αναφέρει ο Διευθυντής της Ένωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών Λέσβου Στρ. Χατζηδημητρίου, η Ισπανία, ως μεγάλη δύναμη στην ελαιοπαραγωγή, αποτελεί ρυθμιστή των τιμών, έχει φέτος μία παραγωγή που θα φτάσει τους 900 χιλιάδες τόνους, ενώ η Ιταλία και η Ελλάδα έχουν μέτρια παραγωγή.
«Γενικά επικρατούν σταθεροποιητικές και ελαφρώς ανοδικές τάσεις για το ελαιόλαδο και θεωρώ ότι αυτό το κλίμα θα διατηρηθεί το φετινό χειμώνα. Δυστυχώς, για τη Λέσβο η παραγωγή, σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία, θα είναι πολύ μικρή κι έτσι οι αγρότες μας δεν θα ωφεληθούν ιδιαίτερα από αυτή την καλή συγκυρία».
Μ. Χατζηγεωργίου / εφημερίδα ΔΗΜΟΚΡΑΤΗΣ