Το ελαιόλαδο της Λέσβου, μία ένδοξη ιστορία που αναβιώνει για το μέλλον
Βασίλης Ζαμπούνης
Οι Ισπανοί λένε: «Renovarse o morir», ανανέωση ή θάνατος. Η ελαιοκομία της Λέσβου είναι μια μακρά ιστορία, που ανανεώνεται και κοιτάζει με αισιοδοξία το μέλλον. Πριν από 30 χρόνια είχα την τύχη να μου αναθέσουν ο τότε Οργανισμός Προώθησης Εξαγωγών (ΟΠΕ), με το Επιμελητήριο Λέσβου, να γράψω ένα προωθητικό φυλλάδιο, το οποίο μεταφράστηκε σε τέσσερεις γλώσσες, μέχρι και στα Ιαπωνικά. Για αυτές τις 20 σελίδες μικρού σχήματος ξόδεψα αρκετές εβδομάδες, γνώρισα εξαιρετικούς ανθρώπους δένοντας πολυετείς φιλίες, που με βοήθησαν να εξερευνήσω ένα νησί με συμπυκνωμένη μια ιστορία πολλών αιώνων, που έκρυβε πάρα πολλές εκπλήξεις. Ποιός να φανταζόταν πως από τα απολιθωμένα φύλλα ελιάς ηλικίας 50 χιλιάδων χρόνων θα φτάναμε στην πρωτοπόρο ΕΡΓΑΝΗ του Μίτσα Κουρτζή το 1924. Πάντοτε, σημασία έχουν οι άνθρωποι, γνωρίζοντας την ένδοξη ιστορία που κληρονομούν, να την διατηρούν, αναπτύσσοντάς την με το βλέμμα στο μέλλον. Ακολουθεί ένα απόσπασμα από το φυλλάδιο του 1994 για την Λέσβο επίκαιρου λόγω και του συνέδριου που διοργανώνεται 2o Διεθνές Συνέδριο για την Ελιά στη Λέσβο:
«Η Λέσβος, με την πρωτεύουσα της τη Μυτιλήνη είναι μια μικρή κουκίδα , δυσδιάκριτη στο χάρτη. Σύνορο που χωρίζει, αλλά και πόρτα που ενώνει δύο χώρες, δύο ηπείρους, δύο πολιτισμούς. Μέσα σε πολύ δύσκολες εποχές σφυρηλατήθηκε μια μακραίωνη σχέση ανθρώπου ελιάς , που είναι δύσκολο να ξεχωρίσεις ποιος σκλάβωσε τον άλλο. Ο άνθρωπος με το μόχθο του ή η ελιά με τα πλούσια δώρα της;
Ελαιώνες πολύ μεγαλύτερους και πλουσιότερους, θα βρούμε σε πολλά άλλα μέρη Πουθενά όμως δεν νομίζω ότι οι άνθρωποι έβαλαν τόσο μόχθο και η ελιά δεν τους αντάμειψε τόσο ανοιχτόκαρδα όσο στη Λέσβο, χαρίζοντας τους την επιβίωση, την ανεξαρτησία και τον πολιτισμό τους.
Όταν το 1850 η Μεγάλη Καμάδα (παγετός) κατέστρεψε όλο τον ελαιώνα του νησιού, οι κάτοικοι δεν απαρνήθηκαν το δένδρο τους. Έφεραν και φύτεψαν νέες ανθεκτικές ποικιλίες, κουβάλησαν το χώμα με τα ζεμπίλια στον ώμο στις πλαγιές και τις βουνοκορφές, έχτισαν πέτρα πέτρα τις αναβαθμίδες για να τα προστατέψουν. ‘Ετσι, δημιούργησαν ένα νέο ελαιώνα καλύτερο και δέκα φορές μεγαλύτερο. Μετά έχτισαν καινούργια ελαιοτριβεία με πανάκριβα μηχανήματα από την Αγγλία. Και έτσι, αυτό το λάδι – θησαυρός που παρήγαγαν, έφερε το χρήμα που τους επέτρεψε να κρατήσουν ζωντανή τη μοίρα του νησιού τους κι ας ήταν υποταγμένοι τότε στην Οθωμανική αυτοκρατορία.
Αυτή τη συναρπαστική ιστορία, που ξεκίνησε πριν από 52.000 χρόνια, – ίσως από τις κουτσουλιές των πουλιών που μετέφεραν τα κουκουτσάκια από τις αγριλιές -, προσπάθησα να αποτυπώσω. Γιατί σαν καταναλωτής, θέλω να γνωρίζω ότι το λάδι που θα βάλω στη σαλάτα μου φέρει στο DNA του χαραγμένη αυτή τη μικρή εποποιία».
Βασίλης Ζαμπούνης
Ολο το βιβλίο στο επισυναπτόμενο αρχεία