Οι νέες κυκλοφορίες που μας κίνησαν το ενδιαφέρον
Γράφει η Ράνια Μπουμπουρή
ΞΕΝΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Τα αστέρια του Σιντί Μουμέν του Μαχί Μπινμπίν (Μετάφραση: Έλγκα Καββαδία, Εκδόσεις Άγρα)
Ο Γιασίν αφηγείται πώς μεγάλωσε γρήγορα και πέθανε ακόμη πιο γρήγορα στο Σιντί Μουμέν, στην άκρη της πόλης της Καζαμπλάνκας, μαζί με τα έξι αδέρφια του, τη μητέρα του, που κάθε μέρα είχε να τα βγάλει πέρα με τη φτώχεια και τα ζωύφια και με έναν πατέρα πρώην εργάτη, χαμένο στη σιωπή και τις προσευχές. Η επίγεια κόλαση του τόπου του αναδίδει οσμές από τις χωματερές που έγιναν γήπεδα για ποδόσφαιρο, από το χασίσι και την κόλλα που σνιφάρεται, εικόνες από τις απαγορευμένες βουτιές στο αποξηραμένο ποτάμι και από τα γκαράζ των ξεχαρβαλωμένων μοτοποδηλάτων. Όταν λοιπόν τους υπόσχονται ότι ο παράδεισος βρίσκεται στην απέναντι πόρτα, τι έχουν να χάσουν ο Γιασίν και οι «φτωχοί» φίλοι του;
Μυθιστόρημα τραγικό, που ρίχνει φως στο συγκλονιστικό παρόν μας, γεμάτο άσχημες φάρσες και σιωπηλά δράματα, περιπλανήσεις και σκόνη, αδελφότητες και προδοσίες.
«Μα τι, παραλογίζομαι, ε και λοιπόν; Τι άλλο μπορώ να κάνω τώρα που η μοναξιά με καταπίνει και τριγυρνάω σαν ξένο φάντασμα στο βασίλειο με τις αναμνήσεις των παιδικών μου χρόνων; Δεν ντρέπομαι να σας ομολογήσω πως μου ’τυχε να ’μαι χαρούμενος στα σιχαμερά ερείπια, πάνω στα σκουπίδια αυτού του καταραμένου κοπρόλακκου, ναι, ήμουνα ευτυχισμένος στο Σιντί Μουμέν, τον τόπο μου. [...] Η Τζιχάντ ήταν η μόνη μας σωτηρία. Ο Θεός μας το ζητούσε. Ήταν γραμμένο με ανεξίτηλα γράμματα στο βιβλίο των βιβλίων. [...] Ο Φουάντ δεν μπόρεσε να μη δεχτεί την πρόσκληση του εμίρη Αμπού Ζουμπέιρ. Ήταν τιμή γι’ αυτόν. Να λάβεις τον τίτλο του μάρτυρα μαζί με τα κλειδιά του παραδείσου, δεν μπορούσε ο καθένας να το αποκτήσει. [...] Πήγαμε μαζί στο λουτρό. Πλυθήκαμε και ξυρίσαμε προσεκτικά το σώμα μας. Ετοιμαζόμαστε για το θάνατο όπως για γαμήλια τελετή».
Βραβείο Καλύτερου Αραβικού Μυθιστορήματος
Βρείτε το εδώ
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Με μια χιλιάρα Καβασάκι του Βαγγέλη Σιαφάκα (Εκδόσεις Πόλις)
Δεκαοχτώ ιστορίες που ανασυνθέτουν μνήμες της Δικτατορίας και της Μεταπολίτευσης, μέσα από τα μάτια μιας παρέας εφήβων οι οποίοι μεγαλώνουν, ονειρεύονται, ερωτεύονται, ωριμάζουν βίαια και πολιτικοποιούνται εκείνα τα χρόνια.
Τα Γιάννενα προσφέρουν τον καμβά όπου υφαίνει τις ιστορίες του ο Βαγγέλης Σιαφάκας. Ακολουθεί τους εφήβους στα σχολικά θρανία, στα χαμόσπιτα που γκρεμίζονται για να γίνουν πολυκατοικίες, στα σοκάκια και στα τσιπουράδικα, στα σινεμά και στα καφέ. Αναζητεί τα ίχνη μιας πόλης που αλλάζει δραματικά, σε μια εποχή που όλα ανασυντίθενται, με μίτο τον Δημήτρη Χατζή και τον Νίκο Χουλιαρά· και σε έναν παλιό καφενέ «συναντά» τον Σιούλα τον ταμπάκο, τη Μαργαρίτα Περδικάρη και τον Λούσια.
Ιστορίες πικρές, αστείες και βαθιά ερωτικές, μιας ανύποπτης γενιάς που κλήθηκε να πρωταγωνιστήσει σε κρίσιμες ιστορικές στιγμές, μας ταξιδεύουν στη Φλωρεντία του Μικελάντζελο και τη Μαδρίτη του Γκόγια, στα βήματα του Μπερλινγκουέρ και του Καρίγιο.
Νοσταλγικός και ειρωνικός, μιλώντας για την «ιστορία που γράφουν οι παρέες», ο συγγραφέας παρακολουθεί τους ήρωές του, μεσήλικες πια, να αποχαιρετούν, με αφορμή τη συντρόφισσα «που έφυγε νωρίς», τον «Ρήγα Φεραίο» και την «πρώτη, αδάμαστη νεότητά’ τους...
Βρείτε το εδώ
ΠΑΙΔΙΚΑ
Το όνομά μου είναι Δώρα του Μάκη Τσίτα (Εικονογράφηση: Ρένια Μεταλληνού, Εκδόσεις Μίνωας)
Τη λένε Δώρα (απ’ το Θεοδώρα), είναι έξυπνη, αστεία, της αρέσουν πολύ τα γλυκά, οι βόλτες στο σούπερ μάρκετ και τα παιχνίδια με τους φίλους της. Όμως βαριέται τα κομμωτήρια και τα ανέκδοτα του ξαδέλφου της.
Μερικές φορές σκέφτεται κάπως διαφορετικά κι αν τη ρωτήσει κανείς τι θα γίνει όταν μεγαλώσει, εκείνη θα πει: «Τραγουδίστρια, ή ηθοποιός, ή δημοσιογράφος, ή συγγραφέας, ή σκηνοθέτις, ή δασκάλα, ή νοσοκόμα, ή...»
Βρείτε το εδώ