Με αφορμή μια έκθεση για την κατάσταση που επικρατεί στη Μόρια της Λέσβου για λογαριασμό ενός πανεπιστημίου της Φινλανδίας και την απάντηση που έδωσε ο Έλληνας πρεσβευτής σε αυτήν τη χώρα, έχουμε την ευκαιρία να διαπιστώσουμε πόσο εύκολα μπορεί να διαστρεβλωθεί η πραγματικότητα.
Οι επιλογές των ελληνικών κυβερνήσεων των τελευταίων ετών ήταν τέτοιες που επιτρέπουν σήμερα σε ευρωπαϊκούς «δημοκρατικούς κύκλους» όχι μόνο να προβάλλουν την αθλιότητα που επικρατεί στα κέντρα προσφύγων και μεταναστών όπως αυτό στη Μόρια, αλλά και να επιρρίπτουν ευθύνες που δεν αναλογούν στη χώρα. Αυτή είναι η εικόνα και δύσκολα μπορεί να αλλάξει, παρά τις αξιόλογες, κάποιες φορές, προσπάθειες που καταβάλλουν κάποιοι διπλωμάτες, όπως στην προκειμένη περίπτωση ο Γιώργος Αϋφαντής, ο πρεσβευτής της Ελλάδας στη Φινλανδία.
Ο Αϋφαντής, προκειμένου να προβάλει την ελληνική θέση και να απαντήσει στα όσα η έκθεση καταλογίζει στην Ελλάδα, συνέταξε μια απάντηση την οποία απέστειλε και ζήτησε να δημοσιευτεί εκεί ακριβώς όπου δημοσιεύτηκε και η έκθεση για λογαριασμό του πανεπιστημίου. Κάποια σημεία της απάντησης του πρεσβευτή είναι άκρως αποκαλυπτικά για την κατάσταση που επικρατεί και κυρίως για το ποιοι έχουν την ευθύνη και εκμεταλλεύονται αυτήν την αθλιότητα η οποία επικρατεί στη Μόρια.
«Ασκούν τεράστια επιρροή»
Διαβάζουμε λοιπόν: «(...) Ο καταυλισμός των 25.000 ατόμων στη Μόρια αποτελεί ένα είδος ζούγκλας, μια ουδέτερη ζώνη, από τη στιγμή που το UNHCR εμποδίζει τις ελληνικές αρχές να περιπολούν και να την αστυνομεύσουν αποτελεσματικά. Στη Μόρια, καθώς και αλλού όπου διαμένουν ή απλώς συχνάζουν μετανάστες, ένα ετερόκλητο πλήθος ΜΚΟ ασκούν τεράστια επιρροή πάνω τους διαμορφώνοντας τη συμπεριφορά, τη στάση, τις αποφάσεις, τη διαθεσιμότητα και τις δημόσιες δηλώσεις των μεταναστών
.
Αυτό καθίσταται δυνατόν από τη στιγμή που οι ΜΚΟ ελέγχουν τις πιο σημαντικές παραμέτρους της καθημερινής ζωής των μεταναστών: την πρόσβασή τους στην τροφή, τις συνθήκες υγιεινής τους, την ιατρική τους περίθαλψη, τα καθημερινά τους επιδόματα και, το πιο σημαντικό, το αποτέλεσμα της αίτησής τους για χορήγηση ασύλου.
Μπορεί να μην είναι εντελώς αληθές ότι οι ΜΚΟ ασκούν παρασκηνιακά καθοριστική επιρροή στη διαδικασία έγκρισης ή απόρριψης των αιτήσεων για τη χορήγηση πολιτικού ασύλου. Ωστόσο αυτό πιστεύουν ακράδαντα οι μετανάστες. Αυτή η ιδέα ενσταλάζεται από τις ΜΚΟ και συχνά επιβεβαιώνεται από την αντίληψη των ίδιων των μεταναστών για το ποιος τελικά λαμβάνει άσυλο και ποιος όχι».
Έχοντας λοιπόν μια πρώτη εικόνα από αυτήν την παραστατική περιγραφή της κατάστασης στη Μόρια, όπως διατυπώνεται στην απάντηση του Έλληνα πρεσβευτή, μπορούμε να υιοθετήσουμε και ως απολύτως βάσιμο το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει:
«Συνεπώς, υπό τις συνθήκες αυτές, η επιστημονική ακρίβεια κάθε επιτόπιας έρευνας που διεξάγεται στη Λέσβο με τη βοήθεια ή τη συνεργασία ΜΚΟ που σχετίζονται με τη διαδικασία χορήγησης ασύλου τίθεται υπό σημαντική αμφισβήτηση. Όχι λιγότερο από μια έρευνα στα προάστια του Παλέρμο υπό την ευλογία των στελεχών της τοπικής Μαφίας ή μιας έρευνας στη Γάζα με τη βοήθεια της Χαμάς».
«Η συντηρούμενη αθλιότητα»
Στη συνέχεια της κριτικής - απάντησης που συνέταξε ο πρεσβευτής της Ελλάδας στη Φινλανδία Γιώργος Αϋφαντής προς τη φινλανδική πανεπιστημιακή «έρευνα» φωτίζεται ο ρόλος των ΜΚΟ οι οποίες δρουν (και) στη Μόρια.
«Οι ΜΚΟ που ασχολούνται με τους πρόσφυγες στη Λέσβο και στην Ελλάδα εν γένει δεν αποτελούν στην πλειονότητά τους ενσάρκωση του καλού Σαμαρείτη της Βίβλου. Πόρρω απέχουν από το να είναι ουδέτερες, αμερόληπτες, εμφορούμενες από αλτρουισμό, δίχως ίδια συμφέροντα.
Είναι τακτικοί αποδέκτες χρηματικών ενισχύσεων της Ε.Ε. προερχομένων είτε απευθείας από τις Βρυξέλλες είτε μέσω της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ. Διαθέτουν σημαντικούς προϋπολογισμούς και ασήμαντη διαφάνεια. Επιδίδονται σε άγριους ανταγωνισμούς και lobbying για να προωθήσουν πολιτικές στοχεύσεις. Προκειμένου να εισρεύσουν επιδοτήσεις, οι αφίξεις μεταναστών είναι αναγκαίες για τις ΜΚΟ που σχετίζονται με τη διαδικασία ασύλου.
Επιπλέον η συντηρούμενη αθλιότητα των συνθηκών διαβίωσης αποτελεί ίσως το πιο αποτελεσματικό εργαλείο για τη συγκέντρωση δωρεών. Συνεπώς οι υπερπλήρεις καταυλισμοί με ανεπαρκείς δομές υγιεινής αποδεικνύονται συχνά μια επικερδής άρα και επιμελώς διατηρητέα κατάσταση»...
Σε άλλο σημείο της απάντησής του ο Έλληνας διπλωμάτης, με έμμεσο αλλά σαφέστατο τρόπο, περιγράφει την παγίδα και το αδιέξοδο στο οποίο έχει περιέλθει η χώρα εξαιτίας, προφανώς, αποφάσεων ελληνικών κυβερνήσεων. Συγκεκριμένα εξαιτίας της αποδοχής της συμφωνίας Ε.Ε. - Τουρκίας, σύμφωνα με την οποία η Ελλάδα έχει δικαίωμα να επαναπροωθήσει στην Τουρκία τους μετανάστες των οποίων δεν έχει εγκριθεί η αίτηση για άσυλο, υπό την προϋπόθεση να βρίσκονται στα νησιά και όχι στην ελληνική ενδοχώρα.
Έτσι, λοιπόν, η Ελλάδα, δέχεται κατηγορίες από τους «ανθρωπιστές» και λοιπούς υπέρμαχους των ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών διότι κρατάει σε κέντρα στα νησιά, σε απάνθρωπες συνθήκες, μεγάλο αριθμό μεταναστών και προσφύγων. Όλες αυτές οι κατηγορίες προφανώς δεν λαμβάνουν υπόψη ούτε την άρνηση των Ευρωπαίων εταίρων να επιμεριστούν δίκαια όσοι λάβουν άσυλο στην Ε.Ε. ούτε, πολύ περισσότερο, ότι με βάση την ισχύουσα συμφωνία Ε.Ε. - Τουρκίας κανένας μετανάστης που βρίσκεται στην ελληνική ενδοχώρα δεν μπορεί να επιστραφεί στη χώρα (την Τουρκία) απ’ όπου ξεκίνησε για να περάσει στα ελληνικά σύνορα.
Καθώς επιστρέφουμε, λοιπόν, στην «κανονικότητα» και όσο ο καιρός το ευνοεί, το προσφυγικό - μεταναστευτικό ζήτημα θα προσθέτει προβλήματα τα οποία η χώρα δεν είναι σε θέση να διαχειριστεί αν δεν προχωρήσει στην αμφισβήτηση και δεν πετύχει την αλλαγή της συμφωνίας Ευρωπαϊκής Ένωσης - Τουρκίας...