Μεσότοπος: Το φυτό που βάφει τα αυγά κόκκινα
Γράφει η Άντζελα Κοντού
Tα τελευταία χρόνια όλο και περισσότεροι από μας ψάχνουμε και προτιμάμε προϊόντα, τα οποία παράγονται με πιο ήπιες και αγνές μεθόδους. Αυτή η στροφή σε εναλλακτικές και παραδοσιακές πρακτικές μας έκανε να ξαναθυμηθούμε ένα φυτό που οι γιαγιάδες μας και ίσως και οι μαμάδες μας χρησιμοποιούσαν κάθε χρόνο τις ημέρες του Πάσχα. Ο λόγος για το περίφημο ριζάρι ή ερυθρόδανο το βαφικό (rubia tinctorum) .
Το φυτό αυτό είναι ένας αυτοφυής θάμνος (βλέπετε τη φωτογραφία δίπλα) που ευδοκιμεί σε όλη την ελληνική επικράτεια και ήταν γνωστό ήδη από την αρχαιότητα για τις ιδιότητές του. Η ρίζα του περιέχει μια χρωστική ουσία, την αλιζαρίνη, με την οποία έβαφαν υφάσματα και το χρώμα που προέκυπτε ήταν σταθερό και ανεξίτηλο. Υπάρχουν αρχαιολογικά ευρήματα που μαρτυρούν τη χρήση του φυτού ως μέσο βαφής από τον 3ο αι. π.χ.
Το εντυπωσιακό όμως που πολλοί αγνοούσαμε είναι ότι το ριζάρι έπαιξε σημαντικό ρόλο στη νεώτερη ιστορία της χώρας μας(!), προτού αυτή ανεξαρτητοποιηθεί από τον τουρκικό ζυγό. Η περιοχή της Θεσσαλίας υπήρξε από τις μεγαλύτερες παραγωγούς και μεταποιητές υφασμάτων βαμμένων με ριζάρι. Μάλιστα στο χωριό Αμπελάκια της Λάρισας δημιουργήθηκε ο πρώτος στην παγκόσμια ιστορία συνεταιρισμός (1778-1780) ο οποίος αριθμούσε 6.000 μέλη και είχε ως αντικείμενο την παραγωγή, επεξεργασία και εμπορία κόκκινων νημάτων βαμμένων με ριζάρι. Ο σουλτάνος με ειδικό φιρμάνι πιστοποιούσε την άριστη ποιότητα των υφασμάτων, τα οποία διακινούνταν στις μεγαλύτερες πόλεις της Ευρώπης. Άλλωστε για το σκοπό αυτό ο συνεταιρισμός διατηρούσε 17 γραφεία σε 8 μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις. Τα Αμπελάκια απέκτησαν μεγάλο πλούτο και ευμάρεια από το συνεταιρισμό, ώσπου αυτός διαλύθηκε λόγω της επέλασης του Ναπολέοντα και της διάλυσης του τραπεζικού συστήματος, οπότε και χάθηκαν τα χρήματα του συνεταιρισμού. Επιπλέον την ίδια εποχή ξεκίνησε η Βιομηχανική επανάσταση κατά την οποία εφευρέθηκε η πρώτη μηχανή γνεσίματος μαλλιού, ενώ όσον αφορά τη χημική βιομηχανία, στο εργαστήριο παρήχθη η χημική ένωση ανιλίνη που αντικατέστησε τις φυτικές βαφές. Έτσι ο συνεταιρισμός διαλύθηκε και σταμάτησε η επεξεργασία του ριζαριού.
Και το φυτό πέρασε στη λήθη; Όχι, βέβαια. Σε πολλές αγροτικές περιοχές της χώρας ποτέ δε σταμάτησε η χρήση του, μόνο που δεν το χρησιμοποιούσαν πια για τη βαφή υφασμάτων, αλλά των πασχαλινών αυγών!
Έτσι έκαναν και στο χωριό μου, στο Μεσότοπο της Λέσβου. Οι Μεσοτοπίτισσες με αυτό το φυτό έβαφαν κάθε χρόνο τα αυγά, για να τους δώσουν έντονο χρώμα, το οποίο ποίκιλλε από βαθύ σκούρο κόκκινο έως πορτοκαλο-καφέ. Έτσι είχαν όμορφα, κόκκινα αυγά για τα περίφημα "κουλίτσια", τα στρογγυλά τσουρέκια δηλαδή με το κόκκινο αυγό. Θυμάμαι τη γιαγιά μου, την Αγγέλα Κοντού, νοικοκυρά από τις λίγες, να βράζει τις κοπανισμένες ρίζες τη Μεγάλη Τετάρτη, για να μουλιάσουν μέχρι την επόμενη μέρα που θα έβαφε τα αυγά.
Εγώ μεγαλώνοντας απέρριψα αυτή τη μέθοδο θεωρώντας την αναχρονιστική και ξεπερασμένη. Ήθελα να ακολουθήσω πιο μοντέρνες και μοδάτες μεθόδους, σιγά μην έβαφα τα δικά μου αυγά όπως τα έβαφε η γιαγιά μου! Πού να ήξερα ότι πολύ σύντομα αυτή η φάση απόρριψης θα περνούσε, όχι μόνο σε μένα, αλλά και σε πολύ κόσμο γύρω μου. Οι άνθρωποι κουρασμένοι από τις επιταγές του λάιφ στάιλ, απηυδησμένοι από τις αποκαλύψεις των διατροφικών σκανδάλων και υποψιασμένοι πλέον απέναντι στις χημικές ενώσεις που απειλούν την υγεία μας, κάνουν στροφή 180ο μοιρών και επιστρέφουν στα πατροπαράδοτα, παραδοσιακά και δοκιμασμένα.
Ε, μετά απ ' όλα αυτά αναρωτιέστε ακόμα πώς βάφω τα δικά μου αυγά το Πάσχα! Φυσικά με ριζάρι! Και εννοείται ότι δε θα το κρατήσω για μένα, αλλά θα μοιραστώ μαζί σας τη συνταγή:
Καταρχάς προμηθεύτηκα ριζάρι από το χωριό μου. Αυτό είναι το “δύσκολο” σημείο της συνταγής, η εύρεση της πρώτης ύλης. Αν κινηθείτε έγκαιρα, υπάρχει πιθανότητα να το βρείτε στα μεγάλα καταστήματα μπαχαρικών της Ευριπίδου, στο κέντρο της Αθήνας. Αλλά φύεται και σε όλη τη χώρα, ψάξτε, ρωτήστε...
Πάμε στην εκτέλεση τώρα. Ξεκινάω την προετοιμασία μια μέρα πριν, τη Μεγάλη Τετάρτη δηλαδή. Χρειαζόμαστε μόνο τη ρίζα του φυτού, την οποία κόβουμε σε μικρά κομμάτια και μετά κοπανάμε στο γουδί αλύπητα! Μη χρησιμοποιήσετε μπλέντερ γι' αυτή τη δουλειά, θα σας το θολώσει. Όσο πιο πολύ το κοπανίσουμε, τόσο πιο έντονο χρώμα θα πάρουμε (ζητήστε από το σύζυγο να βοηθήσει –είπαμε να κάνουμε κάτι παραδοσιακό, αλλά παραμένουμε σύγχρονες γυναίκες και θέλουμε τον άντρα δίπλα μας να συμμετέχει σε ό,τι καταπιαστούμε!)
Βράζουμε το κοπανισμένο ριζάρι σε άφθονο νερό για 10 λεπτά, όπου και το αφήνουμε να σταθεί όλη τη νύχτα. Τη Μεγάλη Πέμπτη σουρώνουμε καλά το ριζάρι, ρίχνουμε ξανά το νερό στην κατσαρόλα, προσθέτουμε μια στρώση καλοπλυμένα αυγά (το ριζάρι πρέπει να τα σκεπάζει, αν όχι προσθέστε κι άλλο νερό), λίγο αλάτι και ½ ποτηράκι ξύδι. Η δοσολογία είναι 70 γραμ. ριζάρι για 15 αυγά. Τα βράζω για 15-20 λεπτά. Βγάζω τα αυγά με την τρυπητή κουτάλα από το ζεστό νερό, τα τοποθετώ σε αυγοθήκη κι όταν κρυώσουν, τα γυαλίζω με μια λαδωμένη χαρτοπετσέτα.
Πιστεύω ότι το αποτέλεσμα θα σας ικανοποιήσει, ακόμα κι αν το χρώμα δε βγει με αυτή την πλαστική ομοιομορφία που οι βιομηχανικές βαφές μας έχουν συνηθίσει να θεωρούμε ωραίο. Στη φύση άλλωστε το διαφορετικό ξεχωρίζει. Κι εσείς θα έχετε την αλάνθαστη σιγουριά ότι επιλέξατε την πιο φυσική και αβλαβή λύση για τα αγαπημένα σας πρόσωπα. Ακριβώς όπως έκαναν κάποτε οι γιαγιάδες μας.