Ξανανιώνουν όσο γερνάνε ορισμένα είδη στη Γη
Οι άνθρωποι, επειδή όλοι ανεξαίρετα γερνάνε και γίνονται όλο και πιο αδύναμοι, ώσπου τελικά να πεθάνουν, νομίζουν ότι αυτό είναι ένας καθολικός νόμος στη φύση και ότι κάτι παρόμοιο συμβαίνει γύρω τους με όλα τα άλλα είδη του πλανήτη. Όμως μια νέα μεγάλη διεθνής επιστημονική έρευνα έρχεται να καταρρίψει αυτήν τη λανθασμένη εντύπωση, δείχνοντας ότι το φαινόμενο της γήρανσης εμφανίζει μια αναπάντεχα μεγάλη ποικιλία.
Οι ερευνητές από τη Δανία, τη Γερμανία, την Ολλανδία και την Αυστραλία, με επικεφαλής τον καθηγητή εξελικτικής βιολογίας Όουεν Τζόουνς του πανεπιστημίου της Νότιας Δανίας, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Nature», μελέτησαν συγκριτικά το φαινόμενο της γήρανσης σε μια μεγάλη γκάμα ειδών (θηλαστικά, σπονδυλωτά, ασπόνδυλα, φυτά, φύκη, μύκητες κ.α.).
Το βασικό -και μάλλον απρόσμενο- συμπέρασμα είναι ότι δεν εξασθενούν όλα τα ζώα καθώς γερνάνε (όπως συμβαίνει στον άνθρωπο, σε αρκετά άλλα θηλαστικά και στα πουλιά), ούτε αυξάνεται σε όλα η πιθανότητά τους να πεθάνουν από γηρατειά (θα πεθάνουν μεν, αλλά από άλλη αιτία, πχ θα γίνουν τροφή άλλου ζώου, θα καταστραφούν από μια φυσική καταστροφή κ.α.). Μάλιστα, σε μερικά είδη συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο, δηλαδή δυναμώνουν καθώς γερνάνε (για παράδειγμα, οι χελώνες και ορισμένα δένδρα), ενώ σε κάποια άλλα (όπως η ύδρα του γλυκού νερού) ο χρόνος περνάει χωρίς να τα «ακουμπά», δηλαδή δεν φαίνεται να επηρεάζονται ούτε αρνητικά, ούτε θετικά από τη γήρανσή τους.
«Πολλοί άνθρωποι, ακόμα και επιστήμονες, τείνουν να πιστεύουν ότι η γήρανση είναι αναπόφευκτη και ότι συμβαίνει σε όλους τους οργανισμούς στη Γη με τον τρόπο που γίνεται στους ανθρώπους, δηλαδή νομίζουν ότι κάθε είδος εξασθενεί καθώς γερνά και είναι πιο πιθανό να πεθάνει. Όμως καθόλου δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο», δήλωσε ο Όουεν Τζόουνς. «Υπάρχει μια ποικιλία στη θνησιμότητα και στη γονιμότητα των οργανισμών που μας εξέπληξε. Πρέπει να ερευνήσουμε περισσότερο το ζήτημα, προτού θεωρήσουμε ότι έχουμε πραγματικά καταλάβει τις εξελικτικές αιτίες της γήρανσης και, έτσι, να είμαστε σε θέση να αντιμετωπίσουμε τα προβλήματα των γηρατειών στους ανθρώπους», πρόσθεσε.
Η νέα μελέτη επισημαίνει ότι ενώ η γήρανση έχει μελετηθεί αρκετά στα θηλαστικά και στα πουλιά, αντίθετα στα υπόλοιπα είδη (λοιπά σπονδυλωτά, ασπόνδυλα, φυτά, φύκη, μύκητες κ.α.) οι επιστήμονες έχουν ερευνήσει το ζήτημα πολύ περιστασιακά και όχι σε βάθος.
Τα παράδοξα με τη γήρανση
Στα περισσότερα είδη θηλαστικών, η θνησιμότητα όντως -όπως και στους ανθρώπους- αυξάνει με την ηλικία, υπάρχουν όμως άλλα είδη στα οποία συμβαίνει το παράδοξο η θνησιμότητά τους να μειώνεται όσο γερνάνε. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της χελώνας της ερήμου, στην οποία η μεγαλύτερη θνησιμότητα παρατηρείται στην αρχή της ζωής της και μετά μειώνεται σταδιακά. Κάτι ανάλογο συμβαίνει σε ουκ ολίγα δέντρα και φυτά.
Από την άλλη, υπάρχουν είδη με σταθερά χαμηλή θνησιμότητα καθ’ όλη τη ζωή τους, με αποκορύφωμα την ύδρα, η οποία, σύμφωνα με επιστημονικές εκτιμήσεις, είναι κατά κάποιον τρόπο αθάνατη, αφού ακόμα και μετά από 1.400 χρόνια υπολογίζεται ότι μπορεί να ζει ακόμα. Τα πιο διαφορετικά είδη (ροδόδενδρα, καβούρια, σαύρες, βάτραχοι κ.α.) εμφανίζουν αξιοσημείωτα χαμηλή μεταβολή της θνησιμότητάς τους με το πέρασμα του χρόνου, με άλλα λόγια τα γηρατειά δεν τους αφορούν ιδιαίτερα.
Εξάλλου, περίεργα πράγματα -αντίθετα με την ανθρώπινη εμπειρία- συμβαίνουν και με τη γονιμότητα, καθώς υπάρχουν είδη, ιδίως ορισμένα φυτά, που γίνονται όλο και πιο γόνιμα όσο «γερνάνε». Αλλά και όσον αφορά το προσδόκιμο της ζωής, η ποικιλία είναι εντυπωσιακή: υπάρχουν είδη που εμφανίζουν συνεχώς αυξανόμενη θνησιμότητα στη διάρκεια της ζωής τους, παρ’ όλα αυτά ζουν αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα. Υπάρχουν όμως και είδη που, ενώ έχουν συνεχώς μειούμενη θνησιμότητα όσο περνάει ο χρόνος, παρόλα αυτά ζουν λίγο μόνο καιρό.
Όπως είπε ο Όουεν Τζόουνς, μετά από όλα αυτά, «δεν έχει νόημα να ορίζει κανείς τη γήρανση με βάση το πόσο μπορεί ένα είδος να γεράσει, αλλά με βάση την πορεία της θνησιμότητάς του, δηλαδή αν αυτή αυξάνεται με το πέρασμα του χρόνου, μειώνεται ή μένει σταθερή».
Πηγή: AMΠE