Η χειρότερη χρονιά για την ελαιοπαραγωγή στη Λέσβο
Ολοκληρώνεται η φετινή ελαιοκομική περίοδος, που θεωρείται από τις χειρότερες χρονιές των τελευταίων ετών, τόσο από άποψη παραγωγής, όσο και ποιότητας ελαιολάδου.
Ήδη οι περισσότεροι αγρότες και παραγωγοί μας, ολοκλήρωσαν την περιορισμένη ελαιοσυγκομιδή. Ο μεγαλύτερος αριθμός των ελαιοτριβείων, λειτουργεί 1-2 φορές την εβδομάδα, για να καλύψει τις όποιες ανάγκες.
Όπως αναφέρει ο πρόεδρος της Ένωσης Ελαιοτριβέων Γ. Κατζανός, φέτος η χρονιά ήταν ιδιαίτερα δύσκολη, για όσους ασχολούνται με την ελαιοπαραγωγή, τόσο για τους ίδιους αγρότες, όσο και για τους υπόλοιπους εμπλεκόμενους με την παραγωγή λαδιού.
«Τα δεδομένα φέτος ήταν για όλους πολύ αρνητικά. Σε πρώτη φάση, φαινόταν ότι θα έχουμε μια μέτρια παραγωγή, λίγο μικρότερη από την περσινή. Στην πορεία, εξαιτίας της εκτεταμένης δακοπροσβολής, το μεγαλύτερο μέρος του καρπού έπεσε και οι ελάχιστες ελιές που έμειναν στα δέντρα, ήταν ήδη χτυπημένες από το δάκο.
Οι περισσότεροι παραγωγοί μας, έχουν ολοκληρώσει τη συγκομιδή και τα ελαιοτριβεία λειτουργούν μόνο μία φορά την εβδομάδα και αυτό όταν συντρέχει λόγος. Από τις συζητήσεις με τους συναδέλφους, πολλοί, είτε έχουν κλείσει εντελώς τα ελαιοτριβεία τους, είτε θα λειτουργήσουν μία δύο φορές ακόμη και θα σταματήσουν. Ίσως ήταν μία από τις ελάχιστες χρονιές των τελευταίων ετών, που οι μονάδες επεξεργασίας ελαιολάδου δεν λειτουργούσαν καθημερινά, ούτε καν τη λεγόμενη περίοδο αιχμής, που για φέτος περιορίστηκε στον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο. Ακόμη και σε αυτό το διάστημα, η λειτουργία των ελαιοτριβείων περιορίστηκε στις 2-3, ίσως και 4 φορές την εβδομάδα».
Και η ποιότητα του ελαιολάδου φαίνεται ότι είναι ιδιαίτερα υποβαθμισμένη, ενώ και οι οξύτητες στα περισσότερα λάδια είναι αυξημένες.
«Φέτος παρατηρήθηκε ότι το μεγαλύτερο μέρος των ποσοτήτων ελαιολάδου ήταν υψηλής οξύτητας, πάνω από 3 με 4. Οι ποσότητες στα λεγόμενα ψιλά λάδια, άσσος δηλαδή ή έξτρα παρθένο, ήταν πολύ περιορισμένες και ελάχιστες από αυτές έφυγαν στο εμπόριο. Στην πλειοψηφία τους φέτος οι παραγωγοί μας, δεν πούλησαν το λάδι τους, αλλά το κράτησαν, για να καλύψουν τις ανάγκες του σπιτιού τους. Πολλοί παραγωγοί, που δεν κατάφεραν να βγάλουν ψιλό λάδι, αναγκάστηκαν να πάρουν για ίδια χρήση λάδι πιο υψηλής οξύτητας 2 ή 3. Τα υπόλοιπα βιομηχανικά λάδια, προωθήθηκαν στο εμπόριο.
Επιπλέον και η ποιότητα στα έξτρα παρθένα και τα παρθένα ελαιόλαδα, ήταν επίσης πολύ υποβαθμισμένη και δεν έχει καμία σχέση με την ποιότητα του ελαιολάδου των προηγούμενων χρόνων».
Εντωμεταξύ, η τιμή του ελαιολάδου, παρά το γεγονός ότι η χώρα μας φέτος είχε πολύ περιορισμένες ποσότητες λόγω του δάκου, παραμένει σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Στη Λέσβο, οι έμποροι αγοράζουν το λάδι από τον παραγωγό προς 2,20 ευρώ το κιλό τον άσσο, ενώ τα βιομηχανικά ελαιόλαδα αγοράζονται για 1,50 ευρώ ή και λιγότερο, ανάλογα με την οξύτητα.
Μαριά Χατζηγεωργίου / εφημερίδα ΔΗΜΟΚΡΑΤΗΣ