«Λόγια δηλητήριο» της Μάιτε Καράνθα και «Λέξεις που πονάνε» της Άμπι Κούπερ
«Λόγια δηλητήριο» της Μάιτε Καράνθα (Εκδόσεις Κέδρος)
και
«Λέξεις που πονάνε» της Άμπι Κούπερ (Εκδόσεις Παπαδόπουλος)
Γράφει η Ράνια Μπουμπουρή
«Λόγια δηλητήριο» της Μάιτε Καράνθα (Μετάφραση: Βασιλική Κνήτου, Εκδόσεις Κέδρος, Πρώτη έκδοση: Μάρτιος 2017)
Η πολυβραβευμένη και πολυμεταφρασμένη Ισπανίδα συγγραφέας Μάιτε Καράνθα (γενν. 1958, Βαρκελώνη) καταθέτει εδώ ένα νεανικό μυθιστόρημα που συζητήθηκε και συζητιέται πολύ, απέσπασε το Εθνικό Βραβείο Ισπανίας και άλλα σημαντικά βραβεία, ενώ ετοιμάζεται η κυκλοφορία του σε 14 ακόμα χώρες.
Η υπόθεση αφορά την εξαφάνιση της 15χρονης Μπάρμπαρα Μολίνα από το σπίτι της. Η αστυνομία αρχικά θεωρεί ότι η Μπάρμπαρα το έσκασε, αφού έχει αφήσει πίσω της κι ένα σημείωμα για την οικογένειά της. Ένα τηλεφώνημά της, όμως, και η όψη που παρουσιάζει ο τηλεφωνικός θάλαμος έπειτα από αυτό αποδεικνύουν ότι η κοπέλα διατρέχει θανάσιμο κίνδυνο. Κι ύστερα, σιωπή για 4 χρόνια. Όλοι, ή σχεδόν όλοι, τη θεωρούν νεκρή. Ώσπου, έρχεται επιτέλους άλλο ένα τηλεφώνημα από την Μπάρμπαρα, η οποία είναι μεν ζωντανή, αλλά εξακολουθεί να διατρέχει θανάσιμο κίνδυνο. Και όλοι πλέον τίθενται ενώπιον των ευθυνών τους: οικογένεια, φίλοι, καθηγητές, αστυνομία… Ποιος κρύβεται πίσω από την απαγωγή και πώς έχει καταφέρει να σκορπίσει τόσα παραπλανητικά στοιχεία; Άραγε, θα είχε επιτύχει τον στόχο του, αν το περιβάλλον της Μπάρμπαρα δεν εθελοτυφλούσε;
Χωρίς να μπούμε σε περισσότερες λεπτομέρειες, για να μην αποκαλύψουμε άθελά μας περισσότερα στοιχεία για το συγκλονιστικό αυτό μυθιστόρημα, να πούμε απλώς ότι είναι πολύ έξυπνο από άποψη δομής κι εξαιρετικά μεστό από άποψη γραφής. Η εναλλαγή των κεφαλαίων συνοδεύεται από εναλλαγή της οπτικής γωνίας, με πρωτοπρόσωπη ή τριτοπρόσωπη αφήγηση αναλόγως, εύρημα που όχι μόνο κρατάει αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη, αλλά εντείνει και την αγωνία, σελίδα τη σελίδα. Από ένα σημείο κι έπειτα, δύσκολα το αφήνει κανείς από τα χέρια του.
Πρόκειται για ένα σκληρό βιβλίο, όχι τόσο για όσα περιγράφονται, αλλά κυρίως για όσα υπονοούνται, ένα μυθιστόρημα που αναφέρεται σ’ έναν από τους χειρότερους εφιάλτες κάθε γονιού και, δυστυχώς, σ’ έναν από τους χειρότερους εφιάλτες που ζουν πολλά παιδιά. Το κεφάλαιο των Ευχαριστιών, στο τέλος του βιβλίου, δίνει μια γεύση από τη σοβαρότητα και τον σεβασμό της συγγραφέως στην προσέγγιση του θέματός της, ενώ ιδιαίτερη αναφορά οφείλουμε και στην εξαιρετική μετάφραση της Βασιλικής Κνήτου.
Από τα βιβλία που αξίζει να διαβαστούν και να συζητηθούν.
Βρείτε το εδώ
«Λέξεις που πονάνε» της Άμπι Κούπερ (Μετάφραση: Χαρά Γιαννακοπούλου, Εκδόσεις Παπαδόπουλος, Πρώτη έκδοση: Φεβρουάριος 2017)
Η πρωτοεμφανιζόμενη Αμερικανίδα συγγραφέας Άμπι Κούπερ έχει εργαστεί ως δασκάλα και βιβλιοθηκάριος σε σχολεία. Το μυθιστόρημά της Λέξεις που πονάνε (Sticks & Stones) κυκλοφόρησε πέρυσι στην Αμερική, ενώ ήδη κυκλοφορεί και το δεύτερο έργο της, Bubbles. Και στα δύο βιβλία πρωταγωνίστρια είναι μια 12χρονη μαθήτρια, όχι η ίδια, στην οποία συμβαίνει κάτι περίεργο, σπάνιο και εξωπραγματικό.
Στις Λέξεις που πονάνε, η Ελίζ πάσχει από μια σπανιότατη ασθένεια, τη Λεξιφάνεια (ΛΕΦ): όταν κάποιος τη σχολιάζει αρνητικά, οι χαρακτηρισμοί του αποτυπώνονται στο σώμα της με μαύρα γράμματα που της προκαλούν τόσο φοβερή κι επώδυνη φαγούρα, ώστε χρειάζεται να κουβαλά μαζί της αντικνησμικές κρέμες για ν’ αντιμετωπίσει το πρόβλημα. Η Ελίζ φορά μακρυμάνικες μπλούζες και μακριά παντελόνια, κρύβει όσο μπορεί τις λέξεις στο σώμα της και προσπαθεί να ζήσει μια κάπως φυσιολογική ζωή, αλλά είναι πάντα ο εύκολος στόχος για τις ψηλομύτες και τους νταήδες της τάξης. Αρκεί ένας άσχημος χαρακτηρισμός για να της χαλάσουν τη διάθεση, τη μέρα, το πρόγραμμα, την αυτοεκτίμηση.
Γραμμένο ανάλαφρα και μεταφρασμένο στο ίδιο στιλ από τη Χαρά Γιαννακοπούλου, το μυθιστόρημα παρουσιάζει μια ακραία κατάσταση προκειμένου να μιλήσει και να προβληματίσει για κάτι απολύτως καθημερινό: τη δύναμη των λέξεων. «Η γλώσσα κόκαλα δεν έχει και κόκαλα τσακίζει» λέει η παροιμία και είναι, όντως, έτσι. Μπορεί οι άσχημοι χαρακτηρισμοί να μην αποτυπώνονται στο σώμα μας, χαράσσονται όμως συχνά στην ψυχή μας και είναι πολύ δύσκολο ν’ απαλλαγούμε από τον πόνο που προκαλούν, όχι μόνο αυτοστιγμεί αλλά και σε βάθος χρόνου.
Πώς αντιδρά, λοιπόν, η Ελίζ στις απανωτές αλλαγές που συμβαίνουν στη ζωή της, αφού βρίσκεται πλέον στην εφηβεία, αντιμέτωπη και με όλα τα άλλα θέματα της ηλικίας της – έρωτες, φιλίες, σχολικές υποχρεώσεις, οικογενειακές σχέσεις; Και πώς θ’ αντιδρούσαμε εμείς στη θέση της; Επίσης, πώς θ’ αντιδρούσαμε απέναντι σ’ ένα άτομο που το δέρμα του θα χαρασσόταν κάθε τόσο από τις λέξεις μας; Και, τέλος, με πόσο μεγαλύτερη περίσκεψη θα χρησιμοποιούμε πλέον άσχημους χαρακτηρισμούς για κάποιον, έχοντας διαβάσει το μυθιστόρημα αυτό;
Βρείτε το εδώ