«Γκιακ» του Δημοσθένη Παπαμάρκου
«Γκιακ» του Δημοσθένη Παπαμάρκου, από τις Εκδόσεις Αντίποδες (Πρώτη έκδοση: Δεκέμβριος 2014)
Γράφει η Ράνια Μπουμπουρή
Καθώς οι μήνες του Αυγούστου και του Σεπτεμβρίου είναι στη μνήμη του ελληνισμού άρρηκτα δεμένοι με τη Μικρασιατική καταστροφή του 1922, επιλέξαμε για την πρώτη εβδομάδα του Σεπτεμβρίου ένα δικαίως πολυσυζητημένο και βραβευμένο βιβλίο: τη συλλογή διηγημάτων Γκιακ του Δημοσθένη Παπαμάρκου. Το Γκιακ, που σε λιγότερο από 2 χρόνια απ’ την έκδοσή του βρίσκεται ήδη στη 15η χιλιάδα κυκλοφορίας, απέσπασε το Βραβείο του Ιδρύματος Πέτρου Χάρη της Ακαδημίας Αθηνών και το Βραβείο Διηγήματος του ηλεκτρονικού περιοδικού oanagnostis.gr (2015).
Πρόκειται για το 4ο λογοτεχνικό έργο του Δημοσθένη Παπαμάρκου, ο οποίος γεννήθηκε το 1983 στη Μαλεσίνα και είναι υποψήφιος διδάκτορας Αρχαίας Ελληνικής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Προηγήθηκαν τα: Η αδελφότητα του πυριτίου (μυθιστόρημα, Αρμός 1998), Ο τέταρτος ιππότης (μυθιστόρημα, Κέδρος 2001) και ΜεταΠοίηση (συλλογή διηγημάτων, υποψήφια για το Κρατικό Βραβείο Διηγήματος-Νουβέλας, Κέδρος 2012). Πρόσφατα κυκλοφόρησε η διασκευή του Ερωτόκριτου σε graphic novel, την οποία ο Δημοσθένης Παπαμάρκος συνυπογράφει με τον Γιάννη Ράγκο (εικονογράφηση: Γιώργος Γούσης, Polaris 2016).
Το Γκιακ απαρτίζεται από οκτώ διηγήματα και μία παραλογή (εκτεταμένο αφηγηματικό δημοτικό τραγούδι), που από άποψη δομής παρουσιάζονται αρμονικά ως εξής: 4-1-4, δηλαδή τέσσερα διηγήματα, η παραλογή, τέσσερα διηγήματα. Η αρμονία, σημειωτέον, είναι χαρακτηριστικό όχι μόνο της γραφής της εν λόγω συλλογής, αλλά και της δομής της. Η αρβανίτικη λέξη γκιακ, που είναι με τη μία ή την άλλη έννοια της ο συνδετικός ιστός των διηγημάτων, σημαίνει: α) το αίμα, β) τη συγγένεια / τον συγγενή εξ αίματος, γ) τον φόνο που γίνεται για λόγους εκδίκησης, και δ) τη φυλή.
«Ντο τ’ α πρες κοτσσίδετε» είναι ο τίτλος του πρώτου διηγήματος, που μας προϊδεάζει –όπως και ο τίτλος όλης της συλλογής– για το γλωσσικό ιδίωμα. Αλλά αυτό που ακολουθεί είναι πέρα για πέρα απρόβλεπτο: ο πλούτος, η πυκνότητα της γλώσσας, η συναισθηματική φόρτιση των λέξεων, η συναρπαστική αφήγηση, η μαεστρία στην κλιμάκωση, η έκπληξη στο τέλος κάθε διηγήματος – έκπληξη που αφορά ακόμα και την ταυτότητα του αποδέκτη της αφήγησης, είναι ορισμένα μόνο από τα στοιχεία που γοητεύουν τον αναγνώστη.
Οι ιστορίες συνολικά αφορούν βιώματα Αρβανιτών συγχωριανών, οι οποίοι πολέμησαν στη Μικρασιατική εκστρατεία το 1919-22 – ορισμένοι και σε άλλα μέτωπα νωρίτερα. «Τα μπουκουμπάρδια», το δεύτερο διήγημα, ξεκινά: «Ε, μα βλέπεις λοιπόν που δεν ξέρεις να τρως; Κάτσε να σε διατάξω να μαθαίνεις». Τι έκπληξη, να βρίσκεις σε νεοελληνικό κείμενο το «διατάζω» με την έννοια του «δίνω οδηγίες»! Κι όντως, είναι τόσο γλαφυρή η γλώσσα σε όλο το βιβλίο, που στιγμές στιγμές θαρρεί κανείς ότι κρυφακούει την κουβέντα ηλικιωμένων σε χωριό – γλώσσα γλαφυρή και πυκνή, που εδώ ρέει σαν αίμα. Διότι το αίμα είναι το σημείο αναφοράς όλων των ιστοριών, είτε σε σχέση με την ηθογραφία και το εθιμικό δίκαιο των Αρβανιτών (το Κανούν – τον Κανόνα), είτε σε σχέση με τον πόλεμο. Ξεχωριστή μνεία αξίζει στην «Παραλογή», το 278 στίχων δημοτικό τραγούδι που ιστορεί το συναπάντημα και τη συναλλαγή μιας χήρας με τον Χάρο: είναι τόσο πλούσιο σε εικόνες και με τέτοια εκφορά του λόγου, ώστε θαρρεί κανείς πως διαβάζει ένα κλασικό κείμενο της ελληνικής παράδοσης.
Το Γκιακ έχει παρουσιαστεί τόσες φορές και με τόσο επαινετικά σχόλια, ώστε δεν κινδυνεύουμε να θεωρηθούμε υπερβολικοί χαρακτηρίζοντάς το αριστούργημα. Διότι αυτό ακριβώς είναι. Ένα κόσμημα για κάθε βιβλιοθήκη.
Σημείωση: Στο εξώφυλλο, η εικόνα είναι του Φρανθίσκο Γκόγια, Disparate de toritos, και τον καλαίσθητο σχεδιασμό υπογράφει η Μάρω Κατσίκα.
Βρείτε το βιβλίο εδώ